Tου Γιώργου Αναλυτή
Η Ελλάδα είναι η χώρα με το περισσότερο υπερήλικο πληθυσμό στα Βαλκάνια και η 4η κατά σειρά μεταξύ των 27 κρατών µελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διάφοροι σημαντικοί λόγοι οδήγησαν τη χώρα στην γήρανση του πληθυσμού (μείωση της γεννητικότητας, αυξημένη μετανάστευση κ.α.), µε τελικό αποτέλεσμα την προοδευτική αύξηση της αναλογίας των ηλικιωμένων στο σύνολο του πληθυσμού.
Κοιτάζοντας τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το δημογραφικό στην Ελλάδα, είναι σίγουρο ότι την επόμενη εικοσαετία ο νεανικός πληθυσμός της χώρας θα μειώνεται, ενώ θα αυξάνονται ταχύτατα οι ομάδες των υπερηλίκων και των υπέρ- υπερηλίκων.
Οι άνω των 65 ετών, που σήμερα αντιστοιχούν στο 21% του πληθυσμού, τότε θα είναι στο 28% ( οι άνω των 85 θα υπερβαίνουν τις 400 χιλιάδες), ενώ η μέση ηλικία του πληθυσμού θα έχει αυξηθεί κατά 4-5 χρόνια και οι οικονομικά ενεργοί πολίτες θα έχουν μειωθεί περίπου κατά ένα εκατομμύριο.
Κι ενώ αυτή η πρόβλεψη θα έπρεπε να είχε ήδη προκαλέσει την άμεση κινητοποίηση των θεσμών, των κομμάτων και της κοινωνίας συνολικά, προς την κατεύθυνση εξομάλυνσης ή άμβλυνσης των επιπτώσεων, εν τούτοις η συζήτηση που γίνεται κατά κανόνα μέχρι στιγμής περιορίζεται σε μέτρα που κάθε άλλο αυτό το στόχο έχουν. Και μάλιστα «αξιοποιούν» έρευνες, ώστε οι σχετικές προτάσεις να έχουν … Ακαδημαϊκό άλλοθι.
Οι προτάσεις τους, καταλήγουν όλες στην επιβάρυνση του ασφαλιστικού συστήματος και του συστήματος υγείας. Επικαλούνται την μετατόπιση του βάρους από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα σε συνδυασμό με την αύξηση του χρόνου εργασίας και παράλληλα την μείωση του εισοδήματος.
Δυστυχώς πρόκειται για άλλη μια απώλεια σύνδεσης με την πραγματική ζωή. Τα επιστημονικά και οικονομικά δεδομένα μας προειδοποιούν ότι η Ελληνική κοινωνία δεν θα έχει μέλλον, αν δεν αλλάξει ο τρόπος αντιμετώπισης των προβλημάτων.
Η εμμονή στις ίδιες επιλογές δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στη διαιώνιση και την επιδείνωση των προβλημάτων. Οι ελαστικές μορφές εργασίας, οι επιδοτήσεις και η μείωση εισοδήματος, δεν μπορούν να συμβάλουν στην εξέλιξη της κοινωνίας, προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της ποιότητας ζωής των πολιτών, ανεξαρτήτου ηλικίας.
Όλες αυτές οι επιλογές έχουν οδηγήσει εργαζόμενους και συνταξιούχους σε οικονομική εξαθλίωση και τους καθιστούν φτωχούς συγγενείς σε σύγκριση με τους άλλους Ευρωπαίους. Με χαμηλότερες αποδοχές, μεγαλύτερη φορολογία, μικρότερη αγοραστική δύναμη αλλά και υψηλές ασφαλιστικές εισφορές (με χαμηλές συντάξεις και χαμηλού επιπέδου παροχές υγειονομικής περίθαλψης). Και το κυριότερο και ίσως πιο σκληρό, είναι ότι το μέλλον της χώρας, ο νεανικός πληθυσμός, μεταναστεύει για μια θέση εργασίας και αξιοπρεπή επιβίωση.
Τα αίτια.
Ένας από τους σημαντικότερους λόγους που συμβάλλει στην αύξηση της ανεργίας, είναι η εφαρμοζόμενη σήμερα νομισματική πολιτική των υψηλών επιτοκίων, που βασίζεται στη λογική της καταπολέμησης του πληθωρισμού. Η συνταγή εδώ βέβαια της αντιμετώπισης της ανεργίας είναι η «ανάπτυξη». Για ποια όμως ανάπτυξη μιλάμε; Στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 οι επιχειρήσεις θεωρούνταν ιερές και η παραγωγή πλούτου ήταν πολύ σοβαρή υπόθεση. Παράλληλα λειτουργούσε τότε και ένα «κοινωνικό συμβόλαιο» -αποδεκτό απ’ όλες τις πλευρές- που υπαγόρευε σεβασμό και θυσίες σ’ όλα τα μέρη για χάρη της παραγωγής και της δημιουργίας.
Σήμερα, η «ανάπτυξη» στηρίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό σ’ έναν χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό, που δεν λειτουργεί και δεν παράγει πλούτο. Απλά στοιχηματίζει, κερδοσκοπεί και στηρίζεται σε μια αγορά ψευδαισθητικών και εικονικών αξιών.
Ως αιτία της σημερινής αύξησης της ανεργίας αναφέρεται από πολλούς και η μεγάλη προσφορά εργατικών χεριών, λόγω του εισαγόμενου εργατικού δυναμικού και της μετανάστευσης από τρίτες φτωχές χώρες. Η θέση αυτή πολλές φορές παραγνωρίζει εσκεμμένα τα βαθύτερα αίτια του φαινομένου και καταλήγει σε ακραίες και απρόσφορες ψευτολύσεις, που συχνά παίρνουν το χαρακτήρα ρατσιστικών εκρήξεων ξενοφοβίας και απομονωτισμού.Οι πολιτικές όμως αποκλεισμού «ανθρώπων και λαών ολόκληρων», όχι μόνον δεν αντιμετωπίζουν την ανεργία και τη φτώχεια
αλλά δημιουργούν πρόσθετα βαθιά κοινωνικά προβλήματα και διχασμό.
Κοινωνικός Αποκλεισμός και η κατάρρευση της Αστικής Τάξης.
Ο κοινωνικός αποκλεισμός σε άτομα ή ομάδες που κατέχουν οριακές και επισφαλείς θέσεις στην αγορά εργασίας δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Το πρόβλημα του κοινωνικού αποκλεισμού σήμερα δεν είναι πρόβλημα μόνο των ναρκομανών, των αλκοολικών, των φτωχών, της τρίτης ηλικίας, των μεταναστών και προσφύγων, των φυλακισμένων ή των ατόμων με ψυχολογικές διαταραχές. Η περιγραφική αυτή καταγραφή, αν ήταν ποτέ ισχυρή, σήμερα είναι εξαιρετικώς ανεπαρκής.
Στους ανθρώπους που σήμερα αντιμετωπίζουν κοινωνικό αποκλεισμό συμπεριλαμβάνονται:
- Οι σημερινοί νέοι, οι οποίοι ανήκουν σε μια ορισμένη ομάδα της ημι-εξειδικευμένης ή και ειδικευμένης εργατικής τάξης, με μόνιμη εργασιακή ένταξη στη μεγάλη βιομηχανία και στις υπηρεσίες.
- Άτομα σχετικά μεσαίων ηλικιών, άνω των 45, κάτοικοι βιομηχανικών περιοχών σε κρίση, με εργασιακές εμπειρίες που αναφέρονται στην ιεραρχημένη οργάνωση της εργασίας στο εργοστάσιο, στην επαναληπτικότητα των κινήσεων, στην έλλειψη πρωτοβουλίας στον εργασιακό χώρο, στη μονιμότητα της απασχόλησης.
- Άτομα
που η κρίση των βιομηχανικών κλάδων και των επιχειρήσεων, η εισαγωγή νέων
τεχνικών και τεχνολογιών, η αλλαγή των προτύπων κατανάλωσης και ο εντεινόμενος
διεθνής ανταγωνισμός, οι αναδιαρθρώσεις στην οργάνωση των επιχειρήσεων τα
κατέστησαν περιττά, δηλαδή άχρηστα.
Μιλάμε για τα εκατομμύρια των Ευρωπαίων ανέργων, στη Δύση και την Ανατολή, για τη διογκούμενη στρατιά των ανέργων μακράς διαρκείας. Άτομα στων οποίων το σώμα, τη σκέψη, τις συνήθειες, το ήθος, τις κινήσεις χαράχτηκαν, χρόνο με το χρόνο, οι επιταγές της επιστημονικής οργάνωσης της εργασίας, της εξειδίκευσης των εργασιακών γνώσεων και καθηκόντων, για να τους ζητηθεί σήμερα η ρευστοποίηση αυτών ακριβώς των εργασιακών ποιοτήτων των που με κόπο σωματικό και πνευματική απονέκρωση απέκτησαν μέσα στο γραφείο, το εργοστάσιο ή στο ορυχείο. Όπως γράφουν οι Χορκχάϊμερ και Αντόρνο, «αυτός που δεν προσαρμόζεται γίνεται οικονομικά αδύναμος και, κατά συνέπεια, πνευματικά αδύναμος, περιθωριακός.
Ο περιθωριακός αποκλείεται από τη βιομηχανία και πείθεται για την ανεπάρκεια του». Αυτό που επισημαίνεται, δηλαδή, είναι η διαδικασία νομιμοποίησης του κοινωνικού αποκλεισμού, διαδικασία νομιμοποίησης που κινείται παραλλήλως προς τη διαδικασία πραγματικού αποκλεισμού από το χώρο της εργασίας. Διαδικασία νομιμοποίησης που δεν αρκείται στη διαμόρφωση της άρχουσας ιδεοληπτικής εικόνας της πραγματικότητας ή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και του κοινού νου, αλλά προχωρά στην εγχάραξη αυτών των αντιλήψεων στον τρόπο που τα ίδια τα θύματα αντιλαμβάνονται τη σχέση τους με την πραγματικότητα τους.
Παρά τη μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων, αφού στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών οι πλούσιοι γινόντουσαν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι, η μεσαία τάξη δεν αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα. Οι λογαριασμοί πληρώνονταν, τα ταξίδια στην περίοδο των διακοπών ήταν ο κανόνας, η αγορά ενός σπιτιού ή ενός διαμερίσματος με τη βοήθεια ενός τραπεζικού δανείου ήταν εφικτή, ενώ η απόκτηση αυτοκινήτου ολοκλήρωνε την εικόνα μίας σχετικά εύπορης, άνετης ζωής. Το κυριότερο όλων, οι προοπτικές για το μέλλον ήταν ευοίωνες, όπως επίσης οι ελπίδες για ένα καλύτερο βιοτικό επίπεδο –υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα εργαζόταν κανείς, όσο το δυνατόν περισσότερο. Φυσικά η μεσαία τάξη, στην οποία βασίλευε το «αμερικανικό όνειρο» (American dream), δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να αναρριχηθεί στα ανώτατα επίπεδα. Εν τούτοις, αισθανόταν ότι θα μπορούσε, εάν προσπαθούσε αρκετά –γεγονός που ήταν σημαντικότερο από κάθε τι άλλο, αφού στήριζε και εξασφάλιζε την κοινωνική ειρήνη και συνοχή.
Μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης όμως, η κατάσταση άλλαξε ραγδαία, ειδικά στην Ευρώπη. Παραδόξως δε, η ευθύνη αυτών των αλλαγών δεν βαρύνει την αστική τάξη, αλλά τα ανώτατα εισοδηματικά στρώματα, την ελίτ – η οποία φαίνεται πως έχει ξεχάσει ότι, η εξασφάλιση του πολύ υψηλού βιοτικού της επιπέδου στηρίζεται στη μεσαία τάξη, την οποία ανόητα προσπαθεί να εξαφανίσει, λεηλατώντας και εξαθλιώνοντας την. Αναλυτικότερα, οι δραστικές μειώσεις των μισθών, ο περιορισμός του κράτους προνοίας, η πολύ υψηλή φορολόγηση, οι μαζικές απολύσεις, η ανεργία, το κλείσιμο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τόσα πολλά άλλα, τα οποία επιβάλλονται (καταρχήν) στις υπερχρεωμένες οικονομίες του Νότου, οδηγούν χωρίς καμία αμφιβολία τη μεσαία τάξη προς τα κάτω αφού οι υποθήκες και οι λογαριασμοί δεν μπορούν πλέον να πληρωθούν, τα αυτοκίνητα πωλούνται, η θέρμανση γίνεται αγαθό πολυτελείας και τα ταξίδια στις διακοπές είναι αδύνατον πια να πραγματοποιηθούν.
Ο καθοδικός σπειροειδής κύκλος της εξαθλίωσης λοιπόν, ο οποίος στο παρελθόν παρέσυρε μόνο αυτούς που δεν ήθελαν να δουλέψουν και να προσπαθήσουν για ένα καλύτερο αύριο, είναι σήμερα ο κανόνας για ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Στα πλαίσια αυτά, φαίνεται πως θα είμαστε σύντομα αντιμέτωποι με μία καινούργια «πάλη των τάξεων», η οποία όμως αυτή τη φορά έχει ξεκινήσει από τις ανώτατες εισοδηματικές τάξεις οι οποίες, στην προσπάθεια τους να μεγεθύνουν ακόμη περισσότερο τα εισοδήματα τους, έχουν τοποθετήσει στο στόχαστρο τη μεσαία τάξη. Το ίδιο συμβαίνει δυστυχώς και με τις πλουσιότερες χώρες του Βορά, οι οποίες στοχοποιούν ανόητα τα ελλειμματικά ευρωπαϊκά κράτη του Νότου – χωρίς να κατανοούν ότι, με αυτόν τον τρόπο κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, το ηφαίστειο θα εκραγεί, με απίστευτα καταστροφικές συνέπειες για όλους.
Η μετανάστευση των νέων «φαντάζει» διέξοδος στην ανεργία.
Η υψηλή ανεργία την περίοδο που διανύουμε δείχνει την πόρτα εξόδου στους νέους, οι οποίοι είναι απογοητευμένοι από την χώρα τους. Ειδικότερα τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σημαντικό κύμα νέων μεταναστών που φεύγουν από την Ελλάδα για ένα καλύτερο μέλλον. Οι νέοι που δοκιμάζουν την τύχη τους στο εξωτερικό ανήκουν συνήθως στην κατηγορία των αποφοίτων µε τα περισσότερα προσόντα (γλώσσες, μεταπτυχιακά κτλ.).
Πού όμως οφείλεται αυτό το τόσο έντονο στη χώρα µας φαινόμενο της νέας μετανάστευσης; Της μετανάστευσης , δηλαδή, των νέων πτυχιούχων, που είτε έχουν βρει κλειστές τις πόρτες της αγοράς εργασίας είτε η φύση της απασχόλησή τους δεν συνάδει µε τις σπουδές τους ή µε τα προσόντα τους.
Συμπέρασμα που προέκυψε από έρευνα είναι ότι επτά στους δέκα Έλληνες αποφοίτους επιθυμούν να φύγουν στο εξωτερικό για να εργαστούν, ενώ ένας στους δέκα ήδη ψάχνει για δουλειά σε άλλη χώρα ή προσπαθεί να συνεχίσει τις σπουδές του στο εξωτερικό για να αποκτήσει πρόσβαση σ’ άλλες αγορές εργασίας.
Από εκείνους οι οποίοι δηλώνουν πρόθυμοι να εργαστούν στο εξωτερικό, το 66,4% δηλώνει ότι το κάνει για να έχει καλύτερη ποιότητα ζωής συνολικά, το 44,7% για να βρει µια καλή δουλειά και το 32,6% για να διασφαλίσει περισσότερη αξιοκρατία στην εξέλιξή του. Μάλιστα, το 60,7% δηλώνει ότι θα προτιμούσε µια θέση εργασίας µε προοπτική καριέρας στο εξωτερικό παρά µια μόνιμη θέση εργασίας στον ιδιωτικό ή στον δημόσιο στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα, η συντριπτική πλειονότητα εκείνων που δηλώνουν πρόθυμοι να μεταναστεύσουν ,θέτει ως μέτρο, ένα ποσό της τάξεως των 1.500 ως 3.000 ευρώ.
Σύμφωνα µε άλλη έρευνα που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα από την Ερευνητική Μονάδα Περιφερειακής Ανάπτυξης και Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, οι χώρες πρώτης προτίμησης , είναι η Βρετανία µε ποσοστό (21,7%) και οι ΗΠΑ (18,7%), ενώ η Γερμανία έρχεται τρίτη με (9,6%), µε τέταρτη την Ελβετία.
Συνεπώς οι νέοι της Ελλάδας έχουν δίκιο να βλέπουν µε απογοήτευση το μέλλον. Η διέξοδος λοιπόν είναι εκτός συνόρων; Μια πρώτη απάντηση -κυρίως από την οπτική γωνία του νέου πτυχιούχου που μάταια αναζητά εργασία στη χώρα του- είναι πως όντως η λύση είναι στο εξωτερικό. Εκεί όπου θα μπορεί να αναζητήσει τις ευκαιρίες που αναλογούν στις σπουδές και τα προσόντα του και όπου θα καταφέρει να αποκατασταθεί επαγγελματικά.
Η άποψη αυτή, αν και ακούγεται λογική από τους απογοητευμένους νέους, δεν αποτελεί, ωστόσο, την ορθότερη λύση για τη χώρα ως σύνολο, καθώς η φυγή πτυχιούχων και νέων στερεί από τη χώρα σημαντικό δυναμικό στο οποίο θα μπορούσε να στηριχτεί η οικονομική ανάκαμψη. Η Ελλάδα φτωχαίνει όχι µόνο λόγω των δημοσιονομικών ελλειμμάτων αλλά και επειδή οι κυρίαρχες πολιτικές επιλογές συμβάλλουν στην απαξίωση και τελικά στο διωγμό των παιδιών της, συχνά των πιο ικανών.
Τι πρέπει να γίνει.
Οι δημόσιες επενδυτικές δαπάνες σε παραγωγικούς τομείς , προκειμένου να δημιουργηθούν νέες επενδύσεις, είναι αναγκαίο όσο ποτέ. Θα πρέπει να δοθούν νέες κατευθύνσεις στην οικονομία, συνυφασμένες με την καινοτομία, που θα έχουν στόχο την πραγματική οικονομία. Η χώρα πρέπει να γίνει πιο παραγωγική. Εκτός από τον τουρισμό και τη ναυτιλία, θα πρέπει να επανακάμψουν οι δύο βασικοί τομείς της οικονομίας, που είναι ο βιομηχανικός και ο αγροτικός τομέας. Θα πρέπει να υπάρξει επαναπροσδιορισμός της οικονομικής πολιτικής του κράτους, με κατεύθυνση την παρεμβατική οικονομία και με τη διοχέτευση του παραγόμενου πλούτου στην πραγματική οικονομία, με το σύστημα διευρυμένης αναπαραγωγής. Τέλος, θα πρέπει να δοθούν κίνητρα επαναπατρισμού των κεφαλαίων από το εξωτερικό.
Με χρηματοδότηση λοιπόν, μεγάλων δημόσιων έργων, με αύξηση εισοδήματος, διαγραφή χρεών και σε συνδυασμό με αποφάσεις της ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους ( παιδικούς σταθμούς και δομές υποστήριξης της οικογένειας ) , είναι σίγουρο ότι θα υπάρξει η προοπτική μιας χώρας με τη ζωντάνια, την δημιουργικότητα και το ανατρεπτικό πνεύμα που χαρακτηρίζει τη νέα γενιά.
Και όλα αυτά γίνονται με ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ – ΔΙΑΦΡΑΦΗ ΧΡΕΟΥΣ – ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ και ΝΕΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ.
Είναι ευκαιρία να ξαναχτίσουμε την οικονομία της χώρας μας και να βάλουμε τις βάσεις για μία μακρόχρονη ανάπτυξη με τη σωστή δομή, προκειμένου να βγει οριστικά από την οικονομική κρίση, δίνοντας όραμα και μέλλον στη νέα γενιά
Για να έχουν μέλλον και ένα καλύτερο αύριο, οφείλουμε όλοι να πάρουμε θέση και ειδικά η επιστημονική κοινότητα να αναλάβει δράσεις αυτοκάθαρσης, έτσι ώστε οι κατευθυνόμενες φωνές, με αμιγώς οικονομικά κίνητρα , να χάσουν τη δύναμή τους, προς όφελος της αλήθειας και της χώρας.
Θα αυξηθούν με αυτόν τον τρόπο οι ελπίδες για ένα μέλλον με πραγματικές ευκαιρίες σε όλες τις ηλικίες, για να ορίσουν οι ίδιες το πλαίσιο της ζωής τους, όπως τους αξίζει.
Πηγές:
Σύνδεσμος Βιομηχάνων Ελλάδος.
Ερευνητική Μονάδα Περιφερειακής Ανάπτυξης και Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.
ΕΛΣΤΑΤ
Ο Γιώργος Αναλυτής είναι μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του Ε.ΠΑ.Μ.
Πηγή: https://www.epamhellas.gr
Γηράσκω αεί εργαζόμενος… (η μετανάστευση των νέων)!
Reviewed by ΕΠΑΜ ΕΡΕΤΡΙΑΣ
on
Κυριακή, Ιανουαρίου 06, 2019
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: