Το όνομά του Βασίλης Πριόβολος. Πάντα όμως ήταν ο καπετάν Ερμής. Αντιστασιακός, καπετάνιος του ΕΛΑΣ στην Κατοχή και του Δημοκρατικού Στρατού στον εμφύλιο, πρωτοπαλίκαρο του Άρη Βελουχιώτη. Γεννήθηκε το 1918 στο χωριό Χρύσω Ευρυτανίας, που είναι κοντά στο χωριό Βίνιανι, το χωριό όπου σχηματίστηκε τον Μάρτη του 1944 η κυβέρνηση του βουνού. Έφυγε από τη ζωή πριν λίγες ημέρες, στις 10 Απριλίου του 2018.
Σε μια ανέκδοτη συνέντευξη που παραχώρησε στο πλαίσιο του Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα, ο καπετάν Ερμής μοιράζεται ιστορικές στιγμές και αναμνήσεις άξιες να ακουστούν και να καταγραφούν στη μνήμη και το συλλογικό θυμικό.
Το 1940 τον βρίσκει αμέσως μετά την αποφοίτησή του από την Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία να υπηρετεί την θητεία του στην Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Σύρου. Εκεί είχε την τιμή, όπως λέει, να γνωρίσει τον Γρηγόρη Λαμπράκη. Εκεί τον βρήκε και το τελεσίγραφο του Μουσολίνι. Λίγες ήμερες μετά βρέθηκε στην Τήνο κι έμελε να είναι μπροστά στον τορπιλισμό της Έλλης.
Ο τορπιλισμός της Έλλης
«Μόλις πήγαμε και αφήσαμε τις αποσκευές μας κατεβήκαμε στην παραλία και θαυμάζαμε το καράβι, την Έλλη που αγκυροβόλησε φρεσκοβαμμένο με την γαλανόλευκη και έριχνε τις βάρκες. Εκείνη την στιγμή που εμείς το καμαρώναμε κι ένα αεροπλάνο πετούσε από πάνω και σκεφτήκαμε ότι έρχεται και η Αεροπορία για να τιμήσει την μέρα, ξαφνικά στα πόδια μας έσκασε η πρώτη τορπίλη.
Ξαφνιαστήκαμε. Δεν ξέραμε περί τίνος πρόκειται. Και δεν προλάβαμε να το συνειδητοποιήσουμε. Η δεύτερη τορπίλη πετυχαίνει πλέον την Έλλη καταμεσής. Άρχισε να βγάζει καπνούς και τότε με την παρέμβαση της Διεύθυνσης της Αστυνομίας του νησιού έσπευσε ο Διοικητής και πήγε στο καράβι και έκανε σύσταση στον καπετάνιο να επισπεύσει την καταβύθιση για να μην πάρουν φωτιά τα πυρομαχικά. Και στο τέλος πάλεψε για να τον βγάλει και εκείνον, γιατί συνηθίζεται ο καπετάνιος να ακολουθεί την τύχη του σκάφους. Βγήκε κι εκείνος και από κει. Και πιο πέρα ένας καλός δύτης από τους δώδεκα συναδέλφους μου έβγαλε ένα κομμάτι της τορπίλης που έδειχνε την απρόκλητη, άνανδρη αυτή επίθεση του φασισμού του Μουσολίνι. Από τότε κυριάρχησε μέσα μου και σε άλλους φίλους μου το μίσος κατά του φασισμού».
Στην Αντίσταση και την ομάδα του Άθω
Η πρώτη ομάδα στην οποία εντάχθηκε ο Καπετάν Ερμής στην Αντίσταση ήταν αυτή του Άθω Ρουμελιώτη. «Έδωσα λοιπόν τον όρκο, πήρα το όπλο - εάν θυμάμαι καλά τώρα - ήταν ένα ιταλικό απ’ αυτά που ο Άθως Ρουμελιώτης με τους πρώτους της ομάδας είχαν εξασφαλίσει. Εγώ ήμουν δίπλα στον Άθω Ρουμελιώτη ως συναρχηγός, ο βοηθός του. Ήμαστε το Αρχηγείο του ΕΛΑΣ Ευρυτανίας, έτσι ονομαζόταν. Και τότε πήραμε εντολή από τον Δημητράκη Μπακόλα να πάμε να συναντήσουμε στην Ήπειρο όπου ήτανε η οργάνωση ΕΔΕΣ, τον Ζέρβα. Ενδιαφερόταν λοιπόν το ΕΑΜ που είχε ακούσει γι’ αυτόν να πάμε να δούμε τι συμβαίνει και αν μπορούμε να συντονίσουμε τις ενέργειές μας και ει δυνατόν να ενοποιηθεί ο αγώνας, να μην έχουμε ξεχωριστές οργανώσεις. Πήγαμε λοιπόν να τον γνωρίσουμε πριν εγώ τουλάχιστον γνωρίσω τον Άρη».
Η γνωριμία με τον Άρη
«Όταν επιστρέψαμε, ο Δημητράκης Μπακόλας μας φωνάζει σε ένα χωριό της Ευρυτανίας, Κλιτσόσα ονομάζεται, και μας λέει ότι είναι εντολή του ΕΑΜ και του ΚΚΕ ότι εδώ στην Ρούμελη, εκείνος που θα ηγηθεί του ένοπλου αγώνα λέγεται Άρης Βελουχιώτης και είναι ταγματάρχης πυροβολικού. Ποιος ήταν τώρα ο Άρης Βελουχιώτης, κι αν ήταν ή δεν ήταν ταγματάρχης του πυροβολικού ούτε που έπρεπε να ρωτάμε. Γιατί, όπως μου είπε και ο Άθως Ρουμελιώτης εμείς θα πρέπει να ξεχάσουμε τα οικογενειακά μας αλλά ακόμη και τα μικρά μας ονόματα, για να προφυλάσσουμε τις οικογένειές μας από τις διώξεις. Έτσι λοιπόν ήταν ο καθένας μας υποχρεωμένος να παίρνει κι ένα ψευδώνυμο. {…} Εμένα το ψευδώνυμο Ερμής μου το δώσανε συγγενείς και γνωστοί, αντάρτες πριν από εμένα, στα Άγραφα. Εγώ είπα ότι δεν είμαι έτοιμος να ξαναβαπτιστώ, ‘ξέρετε ποιος είμαι’. ‘Όχι, εσύ είσαι ο Ερμής’, μου είπαν. Κι έτσι έμεινε το Ερμής».
«Στις 7 Ιουνίου του 1942, στον Δομνίστα παρουσιάστηκε ο Άρης. Ως Άρης Βελουχιώτης, ταγματάρχης του πυροβολικού. Ήταν ανώνυμος για τους πολλούς κι όσο και να ψάχνανε δεν θα μπορούσαν να βρούνε ποια είναι η ρίζα του. Αλλά για το ότι ήταν αξιωματικός δεν αμφέβαλε κανένας. Τέτοια πολυδιάστατη μόρφωση διέθετε ο Άρης. Ιδιαίτερα στον στρατιωτικό τομέα, που απ’ ό,τι έλεγε και η κοσμοθεωρία μας κάποτε μπορεί να χρειαστεί και η ένοπλη αναμέτρηση με τον αντίπαλο. Διάβαζε κάθε βιβλίο που έπεφτε στα χέρια του με στρατιωτικό περιεχόμενο. Και έτσι λοιπόν διέθετε πράγματι τέτοιου είδους γνώση. Ήταν πολυμαθέστατος, τέλος πάντων».
«Έφθασε η εποχή που παίρνουμε εντολή πλέον απ’ αυτόν τον Άρη Βελουχιώτη με την ημερομηνία και τον χώρο, στον οποίο θα πρέπει να παρουσιαστούμε. Ήταν το Παπαρούσι απέναντι από το Καλεσμένο της Ευρυτανίας, κοντά στο Καρπενήσι. Εκεί μας είχε διατάξει ο Άρης να παρουσιαστούμε για την πρώτη γνωριμία και να μας θέσει και τους όρους κάτω από τους οποίους θα πρέπει να κινούμαστε σαν τα πρώτα αντάρτικα τμήματα».
Οι τρεις αρχές του Άρη
«Γνωριστήκαμε και μεταξύ μας και με τους άλλους αρχηγούς των ομάδων ανταρτών του ΕΛΑΣ και μας λέει ο Άρης: ‘Τρεις είναι οι βασικές αρχές επάνω στις οποίες θα θεμελιώσουμε τον ένοπλο αγώνα’. Η πρώτη ήταν ότι πάνω στα βουνά θα έπρεπε να ξεμπερδέψουμε τη σχέση μας με ενόπλους που κυκλοφορούν σαν λήσταρχοι. Ιδιαίτερη εντολή του Άρη ήτανε στα χωριά που θα γυρίζουμε να μην θίξουμε τίποτα από τα υπάρχοντα του αγρότη.
Αυτή η εντολή έπρεπε επίσης να τηρηθεί απαρέγκλιτα. Και η τρίτη εντολή ήταν, ‘εκεί στα χωριά που θα γυρίζουμε, εσείς θα πρέπει σαν αντάρτες αυτό το εργαλείο που κουβαλάτε να το έχετε μόνο για κατούρημα’. Αυτή ήταν η τρίτη εντολή που μας έδωσε ο Άρης για να κρατήσουμε το κύρος του αντάρτη εκεί που απαιτεί ο κόσμος και ο λαός ολόκληρος. Κι αυτές τις εντολές ο Άρης τις θεμελίωσε με αίμα, δηλαδή οι παραβάτες, την παράβαση την πλήρωσαν με τη ζωή τους».
«Αυτός ο γίγαντας λαϊκός ηγέτης»
Από την γνωριμία τους και μετά ο Καπετάν Ερμής έμεινε στο πλευρό του Άρη Βελουχιώτη. «Αυτός ο γίγαντας λαϊκός ηγέτης δεν ήταν μόνο ιδιοφυΐα στρατιωτική, ήτανε και μια προσωπικότητα, θα έλεγε κανένας, πολιτικού άνδρα με οξυδέρκεια και προνοητικότητα τέτοια, που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Όταν συναντηθήκαμε στην Γκιόνα μετά το Γοργοπόταμο, ο Έντυ Μάγερς και ο Γιοτχάους έβγαλαν σακουλάκια και λίρες για να διαθέσουν τόσο στον ΕΛΑΣ όσο και στον ΕΔΕΣ.
Και ο Άρης λέει ‘δεν έχω ανάγκη από λίρες, έχω ανάγκη με τα μέσα που διαθέτετε και με την αεροπορία να μου στείλετε πολεμοφόδια. Μπορείτε να μου στείλετε άρβυλα, μπορείτε να μου στείλετε όπλα, αυτά τα έχουμε απόλυτη ανάγκη και αυτά μόνο σας ζητάω. Δεν δέχτηκε λοιπόν να πάρει λίρες. Κι από κει και πέρα εκείνοι δέχτηκαν κάπου στην Γκιόνα να ‘ρθει αεροπλάνο με τα εφόδια αυτά που γύρευε ο Άρης».
«Με έστειλε κι εμένα σε μια περιοχή, τον χώρο που θα ανάβαμε φωτιές για τους αεροπόρους. Κοντά στα κιβώτια που πέσανε με αλεξίπτωτα, έπεσαν και δυο Άγγλοι αξιωματικοί. Εγώ μόλις τους βλέπω τους καλοδέχτηκα, όλος χαρά. Πάω το πρωί στο σπίτι που ήταν ο Άρης και του λέω, αρχηγέ, σου φέρνω και δύο συμμάχους εκτός από τα κιβώτια, τα οποία νόμιζα ότι είναι πολεμοφόδια. Εκείνος συνοφρυωμένος ούτε έδωσε σημασία στους δύο συμμάχους και με καλεί δίπλα στο άλλο δωμάτιο και μου λέει: ‘Άκου, Ερμή, αυτοί που εσύ, με τόσο χαρά μου τους φέρνεις και τους αποκαλείς συμμάχους, εύχομαι να μην με θυμηθείς κάποτε, άλλα αυτοί δεν έρχονται παρά να αντικαταστήσουν κάποια στιγμή το Γερμανό κατακτητή. Και τότε σε ρωτάω, Ερμή, γιατί παλεύουμε εμείς; Για να αλλάξουμε αφέντη;’ Τι λες αρχηγέ, λέω εγώ. ‘Ναι’, απαντά, ‘θα το διαπιστώσεις και μόνος σου, αλλά εύχομαι να διαψευστώ’».
«Πολιτική η δολοφονία του Βελουχιώτη»
«Και δεν πέρασαν μέρες και τόσο αυτοί που εγώ τους συνόδευσα ως το σπίτι που ήταν ο Άρης, όσο και άλλοι που είχαν πέσει πρωτύτερα, επέμεναν να τους οδηγήσουμε στον στρατηγό τον Ζέρβα. Τότε κατάλαβα πραγματικά πόσο δίκαιο είχε ο Άρης Βελουχιώτης, τον οποίον κανείς δεν τον είχε αξιολογήσει. Ή μάλλον τον είχαν οι περισσότεροι που βρίσκονταν στα υψηλά αξιώματα, τόσο του ΚΚΕ, όσο και του ΕΑΜ. Τον ζήλευαν και από μικροψυχία δεν θέλανε να παραδεχτούν τις απερίγραπτες ικανότητες που διέθετε αυτός ο ηγέτης, ο Άρης Βελουχιώτης και σαν πολιτική φυσιογνωμία. Και τον οδήγησαν τελικά στον τραγικό του θάνατο».
«Γι’ αυτό εγώ κάθε φορά λέω ότι δεν είναι μόνο τραγικός ο θάνατος, αλλά είναι και πολιτική δολοφονία. Πήρε γράμμα με την αποκήρυξη από το κόμμα το 1945 στο «Ριζοσπάστη» και με την υπογραφή του Ζαχαριάδη, ενώ εκείνος με την απόλυτη εμπιστοσύνη που έτρεφε στον Ζαχαριάδη του ζητούσε συνάντηση καθώς ήταν έτοιμος να περάσει στην Αλβανία. Μαθαίνοντας ότι ο Ζαχαριάδης επέστρεφε από το Νταχάου αυτό δεν τον προβλημάτιζε τον Άρη, ούτε ταλαντεύονταν να δει πως γύρισε από το Νταχάου. Γιατί από το Λονδίνο τοποθετήθηκε ξανά κλπ. Όλα αυτά δεν τον επηρεάζανε και ζητούσε συνάντηση. Κι αντί για συνάντηση ο Ζαχαριάδης υπογράφει την αποκήρυξή του. Και τότε λέει που να πάμε να συναντήσουμε τον αρχηγό όταν εκείνος υπογράφει την καταδίκη μας και την αποκήρυξή μας;».
Η Συμφωνία της Βάρκιζας
«Από τα Δεκεμβριανά εγώ γυρίζω πλέον με μία πολυδαίδαλη φάλαγγα από την Αθήνα, όχι μονάχα με τα ένοπλα τμήματα που ήταν υπό τις διαταγές μας από την Πελοπόννησο αλλά και με όσα δεν δώσαμε εντολή να πάνε πάλι προς την Πελοπόννησο. Εγώ λοιπόν έφυγα για την Λαμία από την Αθήνα. Και στην Λαμία μόλις έφθασα παίρνω πρόσκληση από τον Άρη, ο οποίος έφθασε από τα Τρίκαλα μετά την συμφωνία της Βάρκιζας. Έφτασε κοντά στην Λαμία για να με συναντήσει.
Ο Σάντος του είχε δώσει τότε εντολή να κατέβει στην Αθήνα και να ηγηθεί του συνδικαλιστικού κινήματος. Ο Άρης απάντησε πως ό,τι λέει το κόμμα εγώ θα το υλοποιήσω αλλά είχε βαριά συνείδηση επειδή υπέγραψε τη συμφωνία της Βάρκιζας. Είπε στον Σάντο ότι θα καθυστερήσει κάνα δυο ημέρες για να πάει να συναντήσει τους γονείς του στην Λαμία και μετά θα κατέβει στην Αθήνα. Αλλά φεύγοντας από τα Τρίκαλα με τους μαυροσκούφηδες κόντευε να τρελαθεί για το γεγονός ότι υπέγραψε τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Και αποφάσισε ότι θα εναντιωθεί και στην καινούργια κατοχή της πατρίδας».
«Με φωνάζει λοιπόν. Εγώ αμέσως μόλις παίρνω το μήνυμα στην Λαμία που ήμουνα πάω και τον συναντώ στον Δίλοφο της Σπερχειάδας κι εκεί μου δείχνει όλο το σχέδιό του. Μου το αναλύουν μαζί με τον Τάκη Φίτσιο. Εγώ του λέω: ‘Καλά, αρχηγέ, χθες υπέγραψες την Συμφωνία της Βάρκιζας και τώρα ζητάς άοπλος Ελασίτες να βγούνε στο βουνό;’. Εκεί τον πλήγωσα και με ένα βαρύ παράπονο μου λέει: ‘Καλά ρε Ερμή, εγώ δεν έχω δικαίωμα να διορθώσω έναν τραγικό λάθος που έκανα;’. Και τον ρωτώ εγώ: ‘Πώς θα το διορθώσεις αρχηγέ; Θα την καταγγείλουμε;’. Κι εκείνος μου απαντά: ‘Και βέβαια θα την καταγγείλουμε παρά το γεγονός ότι την υπέγραψα. Κι αν θέλεις πράγματι να με βοηθήσεις δεν είναι όλοι ακόμα άοπλοι. Να εδώ στην Λαμία κοντά βρίσκεται η 13η Μεραρχία. Τώρα ετοιμάζεται για να παραδώσει τα όπλα και να αποχαιρετιστούν οι μαχητές της 13ης Μεραρχίας’».
«Αυτό ήταν στο χωριό Μεξάτες έξω από την Λαμία. Ο Βελουχιώτης είπε: Άμα θέλεις πάρε δύο μαυροσκούφηδες και πήγαινε να μεταφέρεις το μήνυμά μου’. Εγώ απάντησα: ‘Ξέρεις πόσο σε σέβομαι, παρά το γεγονός ότι δεν συμφωνώ. Πάω να δω τι όπλα θα σου φέρω. Γιατί άμα σου φέρω μονάχα άοπλους Ελασσίτες, τι να τους κάνουμε;’. ‘Όχι’, λέει εκείνος, ‘θα προλάβεις πριν παραδώσουν τα όπλα’.
Πήγα. Δεν πρόλαβα τίποτα. Κι εκείνοι δεν πρόφθασαν να καλοσκεφτούν αυτό το μήνυμα του Άρη. Είχαν ήδη καταθέσει τα όπλα. Με μαύρο δάκρυ οι περισσότεροι. Για τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ σε συνθήκες που ήδη είχαν διαφανεί οι διώξεις που προετοίμαζαν οι ξενόδουλες κυβερνήσεις της Αθήνας αλλά και τα τάγματα ασφαλείας. Τα οποία τάγματα ασφαλείας ενώ τα καταδίκασαν οι αυτοεξόριστες κυβερνήσεις και το Αγγλικό Γενικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, ποτέ δεν τους συμπεριφέρθηκαν ανάλογα εδώ, μετά το Δεκέμβρη, οι κυβερνήσεις της Αθήνας και ο ίδιος ο Γεώργιος Παπανδρέου που διατέλεσε Πρωθυπουργός».
Πηγή: tvxs, μέσω http://teleytaiaexodos.blogspot.gr/
Μια αδημοσίευτη συνέντευξη του Καπετάν Ερμή
Reviewed by Unknown
on
Τετάρτη, Μαΐου 02, 2018
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: