Κοινωνικός πόλεμος, κρίση πολιτικής
εκπροσώπησης και η ανάγκη του Μετώπου.
Του Δημήτρη Πατέλη
«Τώρα έχουμε πόλεμο», μας λένε κυνικά και απροκάλυπτα οι δωσίλογοι κυβερνώντες του χρηματοπιστωτικού άξονα, αναγγέλλοντας πολλοστή φορά νέα σκληρά μέτρα εσωτερικής υποτίμησης-πτώχευσης.
Έχουμε λοιπόν ένα «κοινωνικό πόλεμο» που επιδρά καταστροφικά επιφέροντας ραγδαίες ιστορικές αλλαγές στις ζωές των ανθρώπων. Αλλαγές συνυφασμένες με την κλιμάκωση και διαχείριση της γενικευμένης κρίσης του συστήματος, σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα. Ας το συνειδητοποιήσουν λοιπόν καλά όσοι σπεύδουν (ασχέτως προθέσεων: από ωμό συμφέρον, από εκβιασμούς και πιέσεις, από ιδιοτελείς στρατηγικές επιβίωσης, από άγνοια, από αφέλεια, από κοινωνικό αναλφαβητισμό, από απλή βλακεία) να συστρατευθούν σήμερα με το στρατόπεδο των ύπουλων επιτιθεμένων, απατεώνων, καταχραστών εξουσίας, με τη χούντα των δωσίλογων της Νέας Κατοχικής Τάξης αποικιοποίησης του λαού.
Ας μην ακκίζονται κάποιοι με λεκτικές ακροβασίες και υπεκφυγές: ο κοινωνικός πόλεμος που έχει πρακτικώς και επισήμως κηρυχθεί, έχει στρατούς και στρατόπεδα που οριοθετούνται όσο προχωρά η σύγκρουση ζωής ή θανάτου με μεγαλύτερη σαφήνεια:
1. Από τη μια πλευρά το στρατόπεδο των αδίστακτων επιτιθέμενων: παρτάκηδες μεγαλοεισοδηματίες, επιχειρηματίες που βλέπουν τον πόλεμο ως "ευκαιρία" για μπίζνες, μισθοφόρους, συνεργάτες του κατακτητή, πουλημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, κομματόσκυλα κάθε αποχρώσεως της “εθνικής συναίνεσης” της Νέας Τάξης, ψευτοαγωνιστές της παρελκυστικής εκτόνωσης που υπονομεύουν τη συγκρότηση του μετώπου μάχης των από κάτω, αρχομανείς αυλοκόλακες που μυρίστηκαν καινούργια νομή εξουσίας και δεν κρύβουν τη λύσσα τους, εθελοντές, ψοφοδεείς εθελόδουλους, βλάκες που συνωστίζονται αγεληδόν με τους ισχυρούς, κ.ο.κ. Αυτό είναι το στρατόπεδο της κραυγαλέας κυνικής ιδιοτέλειας, της υποκρισίας, του ψεύδους, της απάτης, της αναλγησίας, της καταδίκης του λαού σε γενοκτονία.
2. Από την άλλη – το στρατόπεδο όσων πλήττονται από τον κοινωνικό πόλεμο: η καθημαγμένη κοινωνία, που κάθε μέρα περιμένει την επόμενη εξαγγελία αφαίμαξης, μισθωτοί, συνταξιούχοι, άνεργοι, “εργασιακοί έφεδροι”, νέοι που καταδικάζονται σε ανέχεια και μετανάστευση, πεινασμένοι και άστεγοι, φοιτητές, μαθητές, αγέννητα παιδιά που δεν πρόκειται να έλθουν στον κόσμο λόγω εξαθλίωσης ανθρώπων που δεν θα κάνουν οικογένειες... Το στρατόπεδο της αξιοπρέπειας και του αγώνα για την επιβίωση της κοινωνίας, για το μέλλον των παιδιών μας. Αυτό το στρατόπεδο έχει το ηθικό προβάδισμα, την αλληλεγγύη, την ανιδιοτελή συλλογικότητα, την αλήθεια, την κοινωνική ευαισθησία, την αίσθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, άρα και την προοπτική της νίκης.
Ο πόλεμος έχει διακυβεύματα, έχει θύτες, θύματα και παράπλευρες απώλειες. Ας αφήσουν λοιπόν κάποιοι κατά μέρος την υποκρισία του τεχνοκρατικού, του δήθεν “ουδέτερου” επαγγελματισμού και της υποτακτικής νομιμοφροσύνης.
Απαιτείται
ρητή και σαφής διατύπωση των θεωρητικών και πρακτικών προβλημάτων και
διακυβευμάτων, με στόχο την αλήθεια, το ξεπέρασμα της πλάνης.
Δυστυχώς,
συχνά στα πλαίσια του κινήματος, το γόνιμο δίπολο «αλήθεια – πλάνη»
υποκαθίσταται από το άκρως άγονο δίπολο «αλήθεια – προδοσία», «δικός μας –
εχθρός μας» και άλλα παρόμοια, γεγονός, που ανεξαρτήτως προθέσεων, υπονομεύει
τόσο την ορθολογική αναζήτηση της αλήθειας, όσο και κάθε υγιή συλλογικότητα,
μεταθέτοντας τις εμφάσεις και αναλίσκοντας τις δυνάμεις σε ανούσιες δίκες
προθέσεων και «σκοτεινών» καταβολών... Σε αυτές τις συνθήκες, αναπτύσσεται
γονιμότατο έδαφος για κάθε (βαλτό ή ακούσιο) προβοκάτορα και προβοκάτσια...
Χωρίς
τη συγκεκριμένη και επιστημονική διακρίβωση της ουσίας αυτής της κρίσης
πολιτικής έκφρασης-εκπροσώπησης του λαού, χωρίς σαφή εικόνα της έκφρασης και
της διάταξης του υφιστάμενου συσχετισμού δυνάμεων και των προοπτικών του, είναι
αδύνατη η άσκηση αποτελεσματικής εναλλακτικής πολιτικής παρέμβασης. Η πολιτική
-για να παραφράσουμε την κλασική ρήση του θεωρητικού του πολέμου Κλαούζεβιτς-
είναι συνέχεια του πολέμου με άλλα μέσα και τρόπους. Τα όρια μεταξύ πολέμου και
πολιτικής, σε συνθήκες κρίσης και εξαπόλυσης κοινωνικού πολέμου εναντίον του
λαού, γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα.
Εδώ,
χωρίς σαφή προσδιορισμό των στρατηγικών διακυβευμάτων στη συγκυρία εμπλοκής
στον πόλεμο-πολιτική, χωρίς σαφή προσδιορισμό των κριτηρίων διάκρισης και της
εκάστοτε διάταξης φίλιων και εχθρικών δυνάμεων (των λανθανουσών και εφεδρικών
συμπεριλαμβανομένων) όχι βάσει στερεοτύπων του παρελθόντος, αλλά βάσει του τι
πρακτικά πρεσβεύουν στην αναδιάταξη των συσχετισμών δυνάμεων και της δυναμικής
τους, χωρίς προσδιορισμό και επιλογή βάσει στρατηγικής του πότε, σε τι έκταση,
με τι εμπλεκόμενες δυνάμεις, μέσα και τρόπους, με τι επιμέρους τακτικές
κινήσεις κ.ο.κ. θα δώσει το ανερχόμενο κίνημα τις (επί του παρόντος κατ' εξοχήν
ιδεολογικοπολιτικές, ηθικές κ.ο.κ.) μάχες για να κατατροπώσει το εχθρικό
καθεστώς, αλλάζοντας άρδην το συσχετισμό δυνάμεων σε όλα τα μέτωπα, ο αγώνας
δεν θα είναι απλώς χαμένος, αλλά και επικίνδυνος.
Όποιοι
δεν θέλουν ή δεν μπορούν να το αντιληφθούν, ας πρόσεχαν. Όλοι οι εμπλεκόμενοι,
τελικά θα λογοδοτήσουν απέναντι στο λαό μας, απέναντι στην ιστορία. Εσύ
διάλεξες στρατόπεδο ή καμώνεσαι ακόμα ότι δεν σε αφορά και είσαι υπεράνω;
Του Δημήτρη Πατέλη
«Τώρα έχουμε πόλεμο», μας λένε κυνικά και απροκάλυπτα οι δωσίλογοι κυβερνώντες του χρηματοπιστωτικού άξονα, αναγγέλλοντας πολλοστή φορά νέα σκληρά μέτρα εσωτερικής υποτίμησης-πτώχευσης.
Γίνεται
πλέον λόγος για «καθεστώς μόνιμου εμφυλίου πολέμου», μέσω του οποίου οι πλέον
επιθετικοί κύκλοι του παρασιτικού κεφαλαίου, και ιδιαίτερα του
χρηματοπιστωτικού, δια του καθεστώτος των πολιτικών υπαλλήλων τους, επιχειρούν
να επιβάλλουν τις στρατηγικές επιλογές τους, με ωμή βία, εκβιασμούς και
«ασύμμετρα» αλλεπάλληλα καταιγιστικά πλήγματα στους απλούς ανθρώπους του
μόχθου, σε ένα σκηνικό που έχει περιγράψει γλαφυρά η ερευνήτρια Naomi Klein στο
έργο της “Το δόγμα του σοκ”...
Έχουμε λοιπόν ένα «κοινωνικό πόλεμο» που επιδρά καταστροφικά επιφέροντας ραγδαίες ιστορικές αλλαγές στις ζωές των ανθρώπων. Αλλαγές συνυφασμένες με την κλιμάκωση και διαχείριση της γενικευμένης κρίσης του συστήματος, σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα. Ας το συνειδητοποιήσουν λοιπόν καλά όσοι σπεύδουν (ασχέτως προθέσεων: από ωμό συμφέρον, από εκβιασμούς και πιέσεις, από ιδιοτελείς στρατηγικές επιβίωσης, από άγνοια, από αφέλεια, από κοινωνικό αναλφαβητισμό, από απλή βλακεία) να συστρατευθούν σήμερα με το στρατόπεδο των ύπουλων επιτιθεμένων, απατεώνων, καταχραστών εξουσίας, με τη χούντα των δωσίλογων της Νέας Κατοχικής Τάξης αποικιοποίησης του λαού.
Οι
αδίστακτοι επιτιθέμενοι, αποφάσισαν να θυσιάσουν την παιδεία, την υγεία, τις
εργασιακές σχέσεις, την περίθαλψη, την ασφάλιση, και κυρίως: μερικές γενεές του
λαού μας, τη νεολαία μας, τα αγέννητα παιδιά, με όρους γενοκτονίας, για να
εξευμενίσουν τα αφεντικά τους: τους διεθνείς και ντόπιους τοκογλύφους!
Ας μην ακκίζονται κάποιοι με λεκτικές ακροβασίες και υπεκφυγές: ο κοινωνικός πόλεμος που έχει πρακτικώς και επισήμως κηρυχθεί, έχει στρατούς και στρατόπεδα που οριοθετούνται όσο προχωρά η σύγκρουση ζωής ή θανάτου με μεγαλύτερη σαφήνεια:
1. Από τη μια πλευρά το στρατόπεδο των αδίστακτων επιτιθέμενων: παρτάκηδες μεγαλοεισοδηματίες, επιχειρηματίες που βλέπουν τον πόλεμο ως "ευκαιρία" για μπίζνες, μισθοφόρους, συνεργάτες του κατακτητή, πουλημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, κομματόσκυλα κάθε αποχρώσεως της “εθνικής συναίνεσης” της Νέας Τάξης, ψευτοαγωνιστές της παρελκυστικής εκτόνωσης που υπονομεύουν τη συγκρότηση του μετώπου μάχης των από κάτω, αρχομανείς αυλοκόλακες που μυρίστηκαν καινούργια νομή εξουσίας και δεν κρύβουν τη λύσσα τους, εθελοντές, ψοφοδεείς εθελόδουλους, βλάκες που συνωστίζονται αγεληδόν με τους ισχυρούς, κ.ο.κ. Αυτό είναι το στρατόπεδο της κραυγαλέας κυνικής ιδιοτέλειας, της υποκρισίας, του ψεύδους, της απάτης, της αναλγησίας, της καταδίκης του λαού σε γενοκτονία.
2. Από την άλλη – το στρατόπεδο όσων πλήττονται από τον κοινωνικό πόλεμο: η καθημαγμένη κοινωνία, που κάθε μέρα περιμένει την επόμενη εξαγγελία αφαίμαξης, μισθωτοί, συνταξιούχοι, άνεργοι, “εργασιακοί έφεδροι”, νέοι που καταδικάζονται σε ανέχεια και μετανάστευση, πεινασμένοι και άστεγοι, φοιτητές, μαθητές, αγέννητα παιδιά που δεν πρόκειται να έλθουν στον κόσμο λόγω εξαθλίωσης ανθρώπων που δεν θα κάνουν οικογένειες... Το στρατόπεδο της αξιοπρέπειας και του αγώνα για την επιβίωση της κοινωνίας, για το μέλλον των παιδιών μας. Αυτό το στρατόπεδο έχει το ηθικό προβάδισμα, την αλληλεγγύη, την ανιδιοτελή συλλογικότητα, την αλήθεια, την κοινωνική ευαισθησία, την αίσθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, άρα και την προοπτική της νίκης.
Ο πόλεμος έχει διακυβεύματα, έχει θύτες, θύματα και παράπλευρες απώλειες. Ας αφήσουν λοιπόν κάποιοι κατά μέρος την υποκρισία του τεχνοκρατικού, του δήθεν “ουδέτερου” επαγγελματισμού και της υποτακτικής νομιμοφροσύνης.
Στον
πόλεμο, η άνευ όρων και ορίων αποδοχή της εύρυθμης “νομιμότητας” των
επιτιθέμενων, των κυρίαρχων, ανεξαρτήτως προθέσεων (δηλ. από κυνισμό είτε από
απλή βλακεία-ιδιωτεία) συνιστά μονοσήμαντα πράξη πολέμου, συστράτευσης με τον
επιτιθέμενο.
Σε
συνθήκες κοινωνικού πολέμου εναντίον του λαού από το καθεστώς αποικιοποίησης
της χώρας, η αναγκαιότητα συγκρότησης κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας παλλαϊκού
μετώπου, βάσει των άμεσων βραχυ-μεσοπρόθεσμων αιτημάτων απελευθέρωσης και
σωτηρίας του λαού, γίνεται όλο και πιο επιτακτική.
Η
πρωτοβουλία αυτή απαιτεί ωστόσο, σοβαρότητα, πλήρη διαφάνεια και ειλικρίνεια,
ώστε το υπό διαμόρφωση μέτωπο να αφουγκράζεται τις ανάγκες και τις δυνατότητες,
τις αντιφάσεις και τους κινδύνους αυτού του εν τω γεννάσθαι κινήματος, δίνοντας
εύρος, βάθος και προοπτική στον αγώνα.
Εδώ
χρειάζεται όχι μεταφυσική αλλά διαλεκτική προσέγγιση.
Η
μεταφυσική προσέγγιση, που βλέπει τα πράγματα στατικά, αμετάβλητα και
αποσπασματικά, εκδηλώνεται με δύο μορφές:
1. «αφ'
υψηλού» αποστασιοποίηση και λοιδορίες για το αυθόρμητο, το εξ υπαρχής «ανώριμο»
και το «δήθεν» του κινήματος της πλατείας, έναντι ορισμένων, των μόνων συνεπών,
έμπειρων και συνειδητών με την εσαεί σωστή γραμμή και
2.
εκστασιακή ανακάλυψη-αποκάλυψη του μεταμοντέρνου «πλήθους», ενώπιον του οποίου
οφείλουμε να υποκλιθούμε, το αυθόρμητο του οποίου πρέπει να εγκωμιάσουμε και
εντός του οποίου πρέπει να διαχυθούμε ασυζητητί, σε μια διαδικασία όπου η όποια
παρέμβαση οφείλει να είναι άχρωμη και άοσμη, ώστε να μη μολυνθεί η
αυθεντικότητά του ή/και να καρπωθούν ορισμένοι κάτι από την αίγλη και την
προβολή του.
Σε
αμφότερες τις μορφές, εκδηλώνεται η αδυναμία ουσιώδους κατανόησης και
παρέμβασης στη συγκυρία, χαρακτηριστική τόσο για τον ιδεοκρατικό-ιδεοληπτικό
δογματικό σεκταρισμό, όσο και για τον αναθεωρητικό έρποντα εμπειρισμό του
βλέποντας και κάνοντας, του καιροσκοπισμού, του ακτιβισμού του συρμού, με τις συνακόλουθες
-κατά περίπτωση- ύβρεις και ωδές στο μεταφυσικά εννοούμενο αυθόρμητο ή
συνειδητό.
Σε
αμφότερες τις μορφές, η ορμητική είσοδος στην πολιτική δράση των λαϊκών μαζών
σε συνθήκες πρωτοφανούς κρίσης, εκλαμβάνεται με έκδηλη αμηχανία, ως κάτι
ανεξήγητο και ανεξέλεγκτο, από δυνάμεις, οι οποίες, βάσει παγιωμένων
προσλαμβανουσών παραστάσεων και γραφειοκρατικά πεπατημένων
οργανωτικών-πολιτικών συμπεριφορών (εμπεδωμένων σε μακροχρόνια ειρηνική περίοδο
του κινήματος) αδυνατούν να σκεφθούν και να δράσουν ως συνειδητά υποκείμενα. Ως
εκ τούτου, το μόνο που τους απομένει είναι να προσποιούνται ότι είναι
υποκείμενα, τα οποία φαντασιώνονται ότι διαθέτουν το «προνόμιο» να απαγορεύουν
ή να επιτρέπουν κατά το δοκούν στις νέες μορφές και κατευθύνσεις του λαϊκού
κινήματος να υπάρχουν!...
Η
μεταφυσική προσέγγιση αδυνατεί να συλλάβει το γεγονός, ότι το κίνημα δεν
γίνεται από υλικά και υποκείμενα για τα οποία έχει εκδοθεί πιστοποιητικό
καθαρότητας-καταλληλότητας βάσει δογματικών προδιαγραφών από αυτόκλητα
ιερατεία, αλλά από τις βιοτικές ανάγκες των ανθρώπων, από τις ζωντανές δυνάμεις
που εμπλέκονται στην ιδιότυπη ιστορική συγκυρία, που είναι γέννημα της
αντιφατικότητάς της και φέρουν το στίγμα της. Ένα εν τω γεννάσθαι κίνημα
συγκροτείται από εν τω γεννάσθαι ατομικά και συλλογικά υποκείμενα, με όλη την
αντιφατικότητα του αυθόρμητου και (έστω ψηγμάτων) συνειδητού που τα
χαρακτηρίζει, με όλα τα παράδοξα της -εκ πρώτης όψεως- «απολίτικης» πολιτικής
που πρεσβεύουν.
Με την
κρίση των τελευταίων ετών, πολύς λόγος γίνεται για το αν και κατά πόσο έχουν νόημα οι παραδοσιακές
ιδεολογικοπολιτικές οριοθετήσεις: «αριστερά» και «δεξιά». Αρχής γενομένης από
την Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση, καθιερώθηκε μια εναργής εποπτικοποίηση της
διάταξης του εκάστοτε φάσματος των πολιτικών δυνάμεων, με αντίστοιχη χωροταξική
διευθέτηση θέσεων στο κοινοβούλιο: εξ αριστερών προς τα δεξιά, ευθέως αναλόγως
του βαθμού αντίθεσης προς την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων και του βαθμού
εκπροσώπησης των κατώτερων κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων, όσων υφίστανται πιο
άμεσα την εκμετάλλευση και καταπίεση, ή εκ δεξιών -ευθέως αντίστοιχη του βαθμού
εναντίωσης σε κάθε αλλαγή, νεωτερισμό και πρόοδο, του βαθμού εκπροσώπησης των
ανώτερων τάξεων και στρωμάτων, των καθεστωτικών δυνάμεων, αυτών που ασκούν την
εκμετάλλευση και την καταπίεση.
Όσο
υπάρχουν κοινωνικές ανισότητες, εκμετάλλευση και καταπίεση, η
ιδεολογικοπολιτική αντιδιαστολή αριστεράς και δεξιάς είναι αναγκαία και
αναπόφευκτη. Ωστόσο, οι έννοιες αυτές (αριστερά - δεξιά) και οι χωροταξικές
διευθετήσεις τους στο κοινωνικοπολιτικό φάσμα, δεν είναι στατικές, πάγιες και
αμετάβλητες.
Επαναπροσδιορίζονται
ποικιλοτρόπως σε διάφορες καμπές της ιστορίας, με αποτέλεσμα, πάλαι ποτέ
ριζοσπαστικών ή και επαναστατικών αρχών πολιτικοί φορείς, κόμματα και πρόσωπα,
να μεταλλάσσονται βαθμηδόν επί «δεξιά», ενσωματούμενα στο κυρίαρχο σύστημα,
μέχρι την πλήρη ένταξή τους στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, όπου μετατρέπονται
σε κατ’ επίφαση αντιπολιτευτικές δυνάμεις, οι οποίες πρακτικά λειτουργούν ως
δημοκρατικοφανής νομιμοποίηση του καθεστώτος.
Αλλά
και παραδοσιακά «συντηρητικά» και «δεξιά» στρώματα (ενεργά στρατευμένα στο
σύστημα ή απαρτίζοντα τη λεγόμενη «σιωπηρά» πλειοψηφία), με μια ραγδαία αλλαγή
της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής συγκυρίας, σαν να ξυπνούν από
λήθαργο, ενεργοποιούνται σε εμπνευσμένους απελευθερωτικούς αγώνες και κινήματα.
Επί
παραδείγματι, το κόμμα που ίδρυσαν ουσιαστικά οι θεμελιωτές της επαναστατικής
κομμουνιστικής θεωρίας, Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, να είναι σήμερα το νυν γνωστό
και μη εξαιρετέο για τις νεοφιλελεύθερες επιδόσεις του SPD, το κόμμα του κ.
Σρέντερ στη Γερμανία...
Αλλά
και στην πορεία της ατομικής μετεξέλιξης των ανθρώπων, σε ειρηνικές συνθήκες,
συχνά παρατηρείται μια συντηρητικοποίηση, μια στροφή από αριστερές προς όλο και
πιο συντηρητικές-δεξιές θέσεις. Αυτό αφορά ιδιαίτερα γόνους ανώτερων τάξεων
(αστούς, αριστοκράτες), οι οποίοι έχοντας εκτίσει ορισμένη θητεία στην αριστερά
(συνδεδεμένη με εφηβικές-μετεφηβικές ριζοσπαστικοποιήσεις) επανέρχονται συν τω
χρόνω στη θαλπωρή της τάξης τους εφ' όλης της ύλης...
Αφορά
επίσης και πολλούς, που κάνουν αυτή τη μετεξέλιξη-μετάλλαξη όχημα για την
κοινωνική, πολιτική και οικονομική τους ανέλιξη (π.χ. Μ. Δαμανάκη, Μ.
Ανδρουλάκης κ.ά.) εξαργυρώνοντας την πάλαι ποτέ αγωνιστικότητά τους σε
καθεστωτικό πολιτικό κεφάλαιο, αξιώματα κ.ο.κ. Η θητεία σε πολλές και διάφορες
οργανώσεις της αριστεράς σε νεανική ηλικία, μετατρέπεται από πολλούς σε
πολύτιμη προϋπηρεσία, τα ένσημα της οποίας εξαργυρώνονται σε λαμπρή
σταδιοδρομία στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα.
Η
θητεία στην εθελοντική κοινωνική στράτευση και ευαισθητοποίηση σε οργανώσεις
της αριστεράς, η έμφαση στη συλλογικότητα, η θεωρητική και πρακτική εγρήγορση
στα κοινωνικά θέματα (με έμφαση στα εργασιακά), οι επικοινωνιακές και
οργανωτικές δεξιότητες κ.ο.κ. γίνονται εξαργυρώσιμα προσόντα για αυτή τη
σταδιοδρομία.
Η
μεταστροφή αυτή, σε αρκετές περιπτώσεις παίρνει τη μορφή ιδιότυπου
γενιτσαρισμού, με αντίστοιχη ηθική κατάπτωση: άνθρωποι που μεταλλάσσονται ηθικά
από την (όποια) αφοσίωση στα κοινά, στη συλλογικότητα, προς ακραία εγωκεντρικές
στρατηγικές ιδιοτελούς ανέλιξης και εργαλειακής χρησιμοθηρίας, γίνονται
βασιλικότεροι του εκάστοτε βασιλέως, ενώ - ως άνθρωποι χωρίς αρχές πλέον-
εκλαμβάνουν την όποια προσήλωση σε αρχές άλλων ως δηλωτική της δικής τους
κατάπτωσης-μετάλλαξης, πατάσσοντάς την μετά μανίας.
Είναι
δύσκολο να καταλογίσει κανείς εξ υπαρχής πρόθεση και δόλο στους εκάστοτε
γενίτσαρους. Και τελικά δεν έχει και τόση σημασία. Σε επίπεδο πολιτικής -
πολέμου, λίγη σημασία έχουν οι προθέσεις και τα μύχια κίνητρα. Μια απόφαση, μια
κίνηση μπορεί να έχει επιπτώσεις στις ζωές χιλιάδων, εκατομμυρίων ανθρώπων. Το
εάν αυτό έγινε με αγνές ή δόλιες προθέσεις, μετά λόγου γνώσεως ή από άγνοια,
είναι τελικά δευτερεύον ή αδιάφορο. Αυτό οφείλουμε να το λαμβάνουμε υπ' όψιν σε
κάθε πράξη ή απραξία μας, σε κάθε πρωτοβουλία ή ολιγωρία.
Βέβαια,
τα κίνητρα παίζουν σημαντικό, ενίοτε καθοριστικό ρόλο στο ηθικό του
«στρατοπέδου». Αυτό απαιτεί ξεχωριστή ανάλυση. Εδώ θα αρκεστώ στην επισήμανση
της διαφοράς της αφοσίωσης στον αγώνα του ανιδιοτελούς και τίμιου μαχητή, με
εσωτερικά συνειδητά κίνητρα, έναντι του ιδιοτελούς και μίσθαρνου καιροσκόπου,
δημαγωγού κ.ο.κ. που επιδιώκει να εκταμιεύσει διάφορα ανταλλάγματα για την
όποια στράτευσή του.
Οι δε
θεωρητικές δεξιότητες των καιροσκόπων-γενίτσαρων, μεταστρέφονται σε κατά
παραγγελία φραστικές-δημαγωγικές ταχυδακτυλουργίες, σε διαθεσιμότητα ρητορικής
ιδεολογικής επένδυσης, δοξολογίας και απολογητικής του εκάστοτε καθεστώτος στο
οποίο προσχωρούν. Χαρακτηριστική είναι π.χ. η περίπτωση του στελέχους της
κομμουνιστικής αριστεράς Γεωργαλά, ο οποίος έγινε θεωρητικός και προπαγανδιστής
της χούντας της C.I.A. Η επιλεκτική προβολή παρόμοιων αστέρων από τα Μέσα
Μαζικής Χειραγώγησης, που γίνεται στοχευμένα, ώστε να αποτρέψει απ’ τον αγώνα
με την απογοήτευση και το φόβο της προδοσίας, λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής
ισχύος αυτής της μετάλλαξης, με πληθώρα ναρκισσιστικών ψυχοπαθολογικών
προεκτάσεων.
Ωστόσο,
θέλουν ιδιαίτερη προσοχή οι άκριτες (άνευ όρων και ορίων) γενικεύσεις βάσει των
παραπάνω φαινομένων και τάσεων. Ιδιαίτερα μετά την πτώση του πρώιμου
σοσιαλισμού του 20ου αι., δηλ. «δρυός πεσούσης», ορισμένοι βρήκαν ευκαιρία να
αποκηρύξουν και να καταδικάσουν κάθε τι το «αριστερό», ξαναγράφοντας την
ιστορία, σε συστηματικά ρεβανσιστικούς έναντι της ηττημένης αριστεράς τόνους.
Δεν
είναι όλοι οι αριστεροί λαμόγια και προδότες (εν μέρει, κάτι αντίστοιχο ισχύει
–τηρουμένων των αναλογιών - και για τους δεξιούς, με δεδομένη την ιδιοτυπία του
μετεμφυλιακού καθεστώτος της χώρας, της χούντας, της βίας και νοθείας κ.ο.κ.),
υπεύθυνοι για όλα τα υπαρκτά και φανταστικά δεινά στον πλανήτη, όπως
διατείνονται κάποιοι σήμερα. Καμία προδοτική μετάλλαξη δεν μπορεί να επισκιάσει
τις εκατόμβες ανιδιοτελών αγωνιστών, που θυσίασαν τα πάντα και την ίδια τη ζωή
τους ηρωικά, για την απελευθέρωση του λαού τους, στα πεδία των μαχών, στα
κολαστήρια των στρατοπέδων συγκέντρωσης και των βασανιστηρίων, στα εκτελεστικά
αποσπάσματα. Καμία επανεγγραφή και αναθεώρηση της ιστορίας δεν μπορεί να σβήσει
το λαμπρό και ανεξίτηλο στίγμα του ανιδιοτελούς και τίμιου αγώνα τους.
Και
αυτό το θέμα απαιτεί υπεύθυνη και επιστημονική πραγμάτευση, με σκοπό τη
διαύγαση της αλήθειας και όχι τη νοσηρή αναπαραγωγή αμοιβαίων προκαταλήψεων και
ετεροπροσδιορισμών. Η νομοτελής τάση εκδηλώνεται εδώ με συντηρητικοποίηση, με
στροφή επί δεξιά των συνδικαλιστικών και πολιτικών φορέων και οργανώσεων όλου
του φάσματος, με τελική τάση την άμβλυνση των ιδεολογικών κ.ο.κ. διαφορών και
των αντιθέσεων, με την ομοιογενοποίηση του μεγαλύτερου φάσματος αυτών των
φορέων, με την ενσωμάτωσή τους, ιδιαίτερα μετά από μακροχρόνιο παίγνιο εντός
του κοινοβουλευτισμού, σε ειρηνικές φάσεις του συστήματος (με αντίστοιχους
μηχανισμούς εξαγοράς, διαφθοράς κ.ο.κ.).
Αυτό το
φαινόμενο γίνεται ιδιαίτερα αισθητό σε κρισιακές (προεξεγαρσιακές, προεπαναστατικές
κ.ο.κ.) καταστάσεις (όπως σήμερα), όπου η ραγδαία ενεργοποίηση και
ριζοσπαστικοποίηση του λαού δυσκολεύεται ή αδυνατεί να βρει άμεση πολιτική
έκφραση στους πολιτικούς φορείς αυτού του μεταλλαγμένου φάσματος, ενός φάσματος
ιδιαζόντως αγκυλωμένου στον «κοινοβουλευτικό κρετινισμό», στην απολυτοποίηση
των κοινοβουλευτικών παιγνίων σε ένα φάσμα αρκετά «εξημερωμένου»
ριζοσπαστισμού, σε πρακτικές μακροχρόνιας –έστω και ριζοσπαστικής- διαχείρισης
της διαμαρτυρίας εντός του συστήματος.
Το
πρόβλημα τότε παίρνει και τη μορφή της λεγόμενης «κρίσης ιδεολογικοπολιτικής
εκπροσώπησης». Τότε ακριβώς ο λαός καλείται να εκφράσει τη δημιουργικότητά του
και με ανασυγκρότηση, μετασχηματισμό είτε και εγκατάλειψη παλαιών αντιλήψεων,
φορέων, στάσεων και συμπεριφορών και με μορφογένεση νέων κινημάτων, μετώπων και
φορέων, μιας και η παραφθορά των περισσότερων καθιερωμένων πολιτικών φορέων,
τους καθιστά αναντίστοιχους των αναγκών πολιτικής έκφρασης του ραγδαία
ριζοσπαστικοποιούμενου λαού στην κρισιακή συγκυρία.
Αυτό
αφορά ιδιαίτερα την τωρινή συγκυρία, τη θέση και το ρόλο του μετώπου στον
αναγκαίο για την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων αγώνα, με αντίστοιχο ριζικό
επαναπροσδιορισμό των οριοθετικών γραμμών, βάσει όχι
ψευτοδιλημμάτων-κληροδοτημάτων του παρελθόντος (που απηχούσαν παγιωμένους
συσχετισμούς φάσεων του κινήματος του παρελθόντος), αλλά βάσει των επιταγών της
τωρινής συγκυρίας: της ζωτικής για τη σωτηρία του λαού μας διεξόδου από το
καθεστώς κατοχής, αποικιοποίησης και ληστρικής επίθεσης εναντίων των
εργαζομένων, με την ευρύτερη δυνατή συσπείρωση κοινωνικο-πολιτικών δυνάμεων
όλου του φάσματος.
Κάθε
δογματική και κοντόφθαλμη εμμονή και αγκύλωση σε στερεότυπες ταξινομικές
κατηγοριοποιήσεις και στις αντίστοιχες ρηχές και παρωχημένες μισαλλοδοξίες,
πέρα κι έξω από προθέσεις, υπονομεύει τον αγώνα για τη μετωπική συγκρότηση, την
αλληλεγγύη και αποτελεσματικότητα του Μετώπου. Είναι ηλίου φαεινότερο, ότι όσο
δυναμώνει η μετωπική παρέμβαση στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι, όλα τα
ενδιαφερόμενα για την αυτοσυντήρησή τους επιτελεία, θα επικεντρώνονται σε έργο
υποδαύλισης της διχόνοιας σε αυτή τη βάση, του «εμφυλίου» εντός της αριστεράς,
του κέντρου και της δεξιάς, αλλά και μεταξύ «δεξιών» και «αριστερών» (ως προς
την προέλευση και την ιδεολογία), ακόμα και με προβοκάτσιες, με αναπαραγωγή
κάθε μορφής καχυποψίας και μισαλλοδοξίας και διαπροσωπικών φορτίσεων (όχι σε
ορθολογική βάση, αλλά σε επίπεδο θυμικού και ζωωδών εξαρτημένων
αντανακλαστικών), με στόχο την ακύρωση κάθε εγχειρήματος για την ευρύτερη
δυνατή κοινωνικοπολιτική συσπείρωση και συμμαχία, για τη διάλυση του φορέα, που
πρώτος σε αυτή τη συγκυρία προώθησε με συνέπεια αυτές τις αρχές: του ΕΠΑΜ.
Η λύση
στα παραπάνω δεν είναι η εναντίωση σε κάθε ιδεολογία, δεν είναι η άθλια και
δόλια μεταμοντέρνα αξίωση για το «τέλος των ιδεολογικοπολιτικών διαχωριστικών
γραμμών», για «αποϊδεολογικοποίηση» (κατά R. Aron, D. Bell κ.ά.), κατά τα
κελεύσματα της Νέας Τάξης, της επιδίωξης του σημερινού Χρηματοπιστωτικού Άξονα
για «Παγκόσμια Διακυβέρνηση» μέσω της αποπολιτικοποίησης-παθητικοποίησης των λαών.
Απαιτείται σαφής, ειλικρινής και απροκατάληπτη αναζήτηση-αποκατάσταση της
αλήθειας, μέχρι να αποκτήσουν οι έννοιες το πραγματικό τους νόημα στην εποχή
μας, με τις ριζικές μεταβολές του κοινωνικού υποκειμένου, και να ωριμάσουν οι
νέες, οι αντίστοιχες της εποχής έννοιες και αντιλήψεις, πέρα από δογματικές
αγκυλώσεις και καιροσκοπικές ιδεολογικές κωλοτούμπες, σε συνθήκες πολιτισμένης
συναγωνιστικής ανεξιγνωμίας.
Απαιτείται
ενότητα δράσης, στη βάση των πέντε βραχυ-μεσοπρόθεσμων στόχων του ΕΠΑΜ και
πλήρης σεβασμός στην όποια διαφορετικότητα προελεύσεων, προσεγγίσεων και
κοσμοθεωρητικών προσανατολισμών. Απαιτείται ενότητα του αγώνα μας, άσχετα απ'
ότι ενδέχεται να μας χώριζε στο παρελθόν, άσχετα απ' ότι ενδέχεται να μας
χωρίζει στο μέλλον, μετά την απελευθέρωση του λαού μας, όταν τεθούν επί τάπητος
οι απώτερες στρατηγικές εναλλακτικές λύσεις και προοπτικές.
Παρόμοιες
πρακτικές ενισχύονται και με παρεμβάσεις ανθρώπων, οι ιδεολογικές αγκυλώσεις
των οποίων τείνουν να λειτουργούν με όρους τοξικής διαλυτικής νοσηρότητας,
διχάζοντας και απωθώντας κόσμο.
Η
συνειδητοποίηση αυτής της κρισιακής συγκυρίας και της κρίσης
ιδεολογικοπολιτικής εκπροσώπησης, η ενίοτε καταστροφική ολιγωρία παραδοσιακών
φορέων ενώπιον των επιτακτικών αναγκών αυτής της συγκυρίας, οδήγησαν σε
πρωτοβουλίες μετωπικής συγκρότησης. Γι’ αυτό ακριβώς ιδρύθηκε το ΕΠΑΜ. Ειδ'
άλλως όλοι/ -όλες θα μπορούσαν να κάθονται στ' αυγά τους, ή στα διαθέσιμα
κόμματα (θεατές, ψηφοφόροι, πελάτες, χειροκροτητές, αυλοκόλακες κ.ο.κ.) χωρίς
να συνειδητοποιούν την ανάγκη μετωπικής συγκρότησης άλλου τύπου έναντι των
διαθέσιμων σχημάτων. Όσο δεν ξεκαθαρίζουμε αυτά τα προβλήματα, ανεξαρτήτως
προθέσεων, γινόμαστε δέσμιοι παλαιοκομματικών αντιλήψεων και πρακτικών.
Χωρίς
σαφή εικόνα για τα παραπάνω, ενδέχεται π.χ. κάποιος να αγνοεί το στρατηγικό
στόχο και το στρατηγικό εχθρό απέναντι και να αναλίσκεται σε μισαλλόδοξες,
άγονες και αδιέξοδες συγκρούσεις με αυτόν που νομίζει ότι είναι «εχθρός» δίπλα
του, στο ίδιο χαράκωμα, επειδή δεν του αρέσει σε επίπεδο θυμικού η ιδεολογική
του προέλευση (δεν τον βλέπει ως συναγωνιστή σε διάταξη μάχης για κοινούς
στόχους, αλλά ως «αριστερός», ως «αριστερός» εχθρικής παράταξης, ή ως «δεξιός»,
βάσει στερεοτύπων της προηγούμενης συγκυρίας στα οποία παραμένει κολλημένος)
και σπείρει πανικό και διάλυση στο δικό του χαράκωμα!...
Ο
αγώνας έχει πολλά μέτωπα, του θεωρητικού και ιδεολογικού συμπεριλαμβανομένου.
Αν
κάποιος ωρύεται σήμερα μετ' επιτάσεως: “Το μόνο που με νοιάζει είναι η “εύρυθμη
λειτουργία των θεσμών (εθνικών και ευρωπαϊκών)” άνευ όρων και ορίων”, σε
συνθήκες ασύμμετρου κοινωνικού πολέμου, αυτό σημαίνει de facto συστράτευση,
σημαίνει σήμερα μονοσήμαντη αναγνώριση στον επιτιθέμενο του αποκλειστικού
μονοπωλίου να θέτει τους δικούς του όρους και τα όρια.
Στον
πόλεμο, κανείς δεν σε ρωτά γιατί διάλεξες στρατόπεδο ή αν είσαι ανίκανος να
διαλέξεις ή να συνειδητοποιήσεις το διακύβευμα, το με ποιους θα πας και ποιους
θα αφήσεις. Η κλαγγή των εκάστοτε όπλων διεξαγωγής του πολέμου, θα ξεκαθαρίσει
το ποιόν των στρατοπέδων, των σκοπών, της θεωρίας και της πράξης, των
στρατηγικών, των τακτικών. Εδώ κρίνεται και το ήθος του καθ' ενός και της κάθε
μιας, ατόμων και συλλογικοτήτων.
Σε
συνθήκες οξύτατου ανοικτού κοινωνικού πολέμου, δεν υπάρχουν ουδέτεροι, δεν υπάρχει
αταραξία της βολής, δεν υπάρχουν χρυσελεφάντινοι πύργοι διανοουμενίστικης εστέτ
νιρβάνα, δεν υπάρχουν μεσοβέζικες θέσεις και υπεκφυγές: το κάθε επιμέρους,
τοπικό και ελάσσον συνάπτεται αναγκαστικά με το γενικό, το κοινωνικό και το
μείζων. Ότι αφορά έστω και μικρά διακυβεύματα μετατοπίσεων συσχετισμών
δυνάμεων, η κάθε θέση υπέρ ή κατά θεσμών, επιλογών και προσώπων, εξακοντίζεται
στο επίκεντρο του αδυσώπητου κοινωνικού και πολιτικού αγώνα.
ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΤΕΛΗ Για τον προσυνεδριακό διάλογο.
Reviewed by Διαχειριστής
on
Τρίτη, Απριλίου 03, 2012
Rating:
Αναδημοσίευση
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://ohifront.wordpress.com/2012/04/04/κοινωνικός-πόλεμος-κρίση-πολιτικής-ε/