Για τη Συμφωνία Παράτασης του Μνημονίου και το ΣΥΡΙΖΑ

του Γρηγόρη Σουλτάνη

Μετά την απεχθή συμφωνία με τους δανειστές, η λίστα των μεταρρυθμίσεων που υποβλήθηκε από την ελλ. Κυβέρνηση στο Eurogroup, έρχεται να αποδείξει την παράταση του μνημονιακού προγράμματος και τη στροφή 180 μοιρών που συντελέστηκε μεταξύ των προεκλογικών υποσχέσεων και των μετεκλογικών πολιτικών της κυβέρνησης.

Αυτά άλλωστε επιβεβαιώνει ο γερμανός ΥΠΟΙΚ, προσθέτοντας ότι «Δεν θα δοθεί ούτε ένα σεντ προκαταβολικά» αν δεν τηρηθούν κατά γράμμα οι όροι του τρέχοντος προγράμματος.

Η κυβέρνηση καλείται να υλοποιήσει το καταστροφικό μνημονιακό πρόγραμμα σε διάστημα τεσσάρων μηνών, δηλαδή, με μια ένταση που δεν επέδειξε ούτε η παρελθούσα συγκυβέρνηση που είχε ενστερνισθεί το πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης.

Φράσεις όπως: «με ισορροπία μεταξύ ευελιξίας και δικαιοσύνης», που αναφέρονται για τις...
συλλογικές συμβάσεις, μπορεί να δηλώνουν την πρόθεση της κυβέρνησης να εφαρμόσει έναν εξανθρωπισμένο νεοφιλελευθερισμό, αλλά κάτι τέτοιο είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο.

Και τίθεται το ερώτημα-αν η κυβέρνηση αντέξει-με τι δυνάμεις θα συντελεστεί ένα σχέδιο εθνικής ανασυγκρότησης και ανάπτυξης όταν η οικονομία θα έχει βυθισθεί χειρότερα στην ύφεση, το χρέος θα έχει ξεπεράσει το 200% και η κοινωνία θα έχει διαλυθεί ακόμα περισσότερο; 

Και φυσικά, είναι αφελής όποιος πιστεύει ότι η υπερεθνική ευρωπαϊκή ελίτ θα περιορίσει τις ορέξεις της στα τωρινά μέτρα, όταν στοχεύει-εκτός των άλλων- στην πάμφθηνη εξαγορά των ασημικών της χώρας: ώστε το τρίτο μνημόνιο είναι προ των πυλών.

Όσα κομματικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ υπερασπίζονται την ηγετική ομάδα που διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις, επιχειρούν να μειώσουν την διάχυτη εντύπωση της ταπείνωσης της χώρας, αλλά και μιας αριστερής κυβέρνησης από τους ευρωκράτες, με επιχειρήματα του τύπου: «Όσοι ζητούν «το 100%, εδώ και τώρα», ας μην ξεχνούν ότι η λαϊκή εντολή προς τον ΣΥΡΙΖΑ είναι για λύση και ανάπτυξη εντός ευρώ, όχι για δραχμή».    

Εντούτοις, τέτοιες απόψεις διεγείρουν ακόμη περισσότερο την αμφιβολία και την καχυποψία αναφορικά με την κυβέρνηση: αν όντως πρόθεσή της ήταν να υπερασπίσει τα λαϊκά συμφέροντα, τα συμφέροντα των δανειστών ή μια υπερφίαλη αλαζονική αυτοεικόνα.
Διότι, ακόμη και αν οι δανειστές σου βάζουν το πιστόλι στον κρόταφο για να αποδεχτείς τους όρους τους, είναι ζήτημα στοιχειώδους δημοκρατικής ευαισθησίας να επιστρέψεις και να θέσεις σε δημοψήφισμα το δίλλημα: ή ευρωζώνη και αιώνια μνημόνια με εθνική αναξιοπρέπεια, ή έξοδος και νέο ξεκίνημα με αξιοπρέπεια.

Το λάθος των οπαδών της λογικής του συμβιβασμού-έτσι λέγεται πια η ήττα και η ταπείνωση-βρίσκεται στο ότι δεν εκτίμησαν σωστά την κοινωνική δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ: η υποστήριξη του ελληνικού λαού προς αυτόν, από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού φάσματος, έγινε γιατί αυτό που συντελέστηκε ήταν ένα ανεπανάληπτο ιστορικό συμβάν: ένα εθνικής εμβέλειας αίτημα για αξιοπρέπεια και εναντίωση στην ταπείνωση, που σε κατάλληλη αντίστιξη με την κυβέρνηση θα μπορούσε να οδηγήσει στην αναστροφή της εθνικής καχεξίας και παρακμής που χαρακτήρισε δεκαετίες τώρα αυτή τη χώρα.

Γι αυτό, αν η κυβέρνηση δεν αναγνωρίσει το γεγονός ότι διέπραξε τα ίδια λάθη με τους προκατόχους της, αντί να τα υπερασπίζεται με μια ξύλινη και διαχειριστική γλώσσα, θα εισπράξει τη μήνη του ελληνικού λαού, ώστε σύντομα θα βρεθεί στα αποδυτήρια. Οι δανειστές άλλωστε διαθέτουν πολύ πιο κατάλληλους και πρόθυμους ώστε να ολοκληρώσουν το καταστροφικό τους έργο.

Επιπλέον, για όσους βλέπουν τον συμβιβασμό της κυβέρνησης, ως αποτέλεσμα των εκβιασμών από την ΕΚΤ για τεχνητή ασφυξία της ελλ. Οικονομίας-κατά το πρότυπο της Ιρλανδίας και της Κύπρου-, αλλά και δημιουργίας θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο, οι λόγοι αυτοί θα απαιτούσαν ακόμη πιο επιτακτικά την ανάγκη προσφυγής στον ελληνικό λαό.
Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή του συμβιβασμού δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, όταν μέσω αυτής παραβιάζεις την δημοκρατική αρχή που αξιακά επικαλείσαι.

Και αν υπεραμύνεσαι του συμβιβασμού, προστρέχεις στον ελληνικό λαό που είναι ο αρμόδιος να αποφασίσει, ενώ αρκείσαι στην δημόσια υπεράσπιση της θέσης σου.

Επομένως, το ερώτημα αναφορικά με τον συμβιβασμό, χωρίς δημοκρατική λογοδοσία, δεν απαντιέται με εκλογικεύσεις που επικαλούνται πολιτικά στερεότυπα ή τον φόβο.

Μήπως τελικά πρόθεση της κυβέρνησης ήταν ο συμβιβασμός με τους δανειστές και γι αυτό οδηγήθηκε σε διαπραγματεύσεις εντελώς άσφαιρη;

Ένας πολύ σημαντικός λόγος που θα μπορούσε να υποστηρίξει αυτή την άποψη είναι το φλερτ που έχει παρατηρηθεί στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ με την ιδέα του μοντέλου της «Κοινωνικής Οικονομίας της Αγοράς», του γερμανικού νεοφιλελευθερισμού (Ordoliberalismus).

Όπως έχει δηλώσει ο υπεύθυνος της οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, στην γερμανική Handelsblatt «το πρόγραμμά μας δεν έχει κανένα στοιχείο ταξικής αντιπαράθεσης ή κάτι το αντικαπιταλιστικό…. Ο όρος κοινωνική οικονομία της αγοράς θα αποτελούσε μια καλή περιγραφή γι' αυτό».

Αλλά και ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σε άρθρο του στους Financial Times έχει γράψει: «Θα διασφαλίσουμε την κοινωνική δικαιοσύνη και τη βιώσιμη ανάπτυξη, στο πλαίσιο μιας κοινωνικής οικονομίας της αγοράς (social market economy)».

Η χρήση του όρου «Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς» δεν είναι καθόλου τυχαία και δεν σχετίζεται με τον όρο Κοινωνική Οικονομία: αναφέρεται στο ορντολιμπεραλιστικό όραμα της κατασκευής μιας κοινωνίας με βάση τις ανάγκες της αγοράς-ένα κορπορατιστικό μοντέλο οικονομικής οργάνωσης-, που επέδρασε καθοριστικά στη δομή της ΕΕ.

Στο λόγο του ΥΠΟΙΚ, επιπλέον, συναντάει κανείς πολλά νεοφιλελεύθερα μοτίβα σκέψης διανθισμένα με νεο-κεϋνσιανισμό, όπως και γενικότερα στα μέλη του οικονομικού επιτελείου του ΣΥΡΙΖΑ.

Σε γενικές γραμμές, η άποψη του οικονομικού επιτελείου είναι ότι για την ελληνική κρίση φταίνε οι λανθασμένες πολιτικές λιτότητας και όχι η καπιταλιστική δομή της ΕΕ που δημιουργεί ανισσόροπη ανάπτυξη, εξάρτηση και υπανάπτυξη του ευρωπαϊκού νότου.

Μια τέτοια προσέγγιση θέτει στο απυρόβλητο την ΕΕ και τη ζώνη του ευρώ, και νομιμοποιεί την λογική των συμβιβασμών για μια «κοινά αποδεκτή λύση» στο ελληνικό πρόβλημα, επομένως, και την υποταγή.

Έτσι, είναι πολύ πιθανό, τα νεοφιλελεύθερα μοτίβα που διατρέχουν τη σκέψη της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να είναι αυτά που καθόρισαν την έκβαση των διαπραγματεύσεων, που αν κρίνουμε από το αποτέλεσμα μάλλον δεν έγιναν ποτέ.

Διότι, αν έχει προαποφασισθεί ότι το μέλλον της χώρας είναι η ΕΕ και το ευρώ, εκ των πραγμάτων δεν τίθεται θέμα διαπραγμάτευσης αλλά υποταγής. Αλλά, ο ευφημισμός της υποταγής στο Κεφάλαιο-και όχι βεβαίως στον Σόιμπλε ή την Μέρκελ-ως «συμβιβασμού» δεν νομιμοποιεί σε καμιά περίπτωση μια κυβέρνηση που αθετεί το κανόνα της αξιοπρέπειας.

Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να σώσει την τιμή των όπλων, πρέπει κατά την πρώτη διαφωνία με τους δανειστές-εταίρους να αδράξει την ευκαιρία ώστε να καταγγείλει την επαχθή συμφωνία παράτασης του μνημονίου και να προσφύγει στον ελληνικό λαό, ώστε μέσα από τον δημόσιο διάλογο να υπάρξουν οι προϋποθέσεις απομυθοποίησης της ΕΕ και του ευρώ, και επιτέλους να επέλθει θεραπεία της ευρωψύχωσης που ταλανίζει τη χώρα.


Για τη Συμφωνία Παράτασης του Μνημονίου και το ΣΥΡΙΖΑ Για τη Συμφωνία Παράτασης του Μνημονίου και το ΣΥΡΙΖΑ Reviewed by Διαχειριστής on Πέμπτη, Φεβρουαρίου 26, 2015 Rating: 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.