Ένα συνταγματικό πραξικόπημα που ανατρέπει την εκλεγμένη
ηγεσία και δίνει όλη την εξουσία σε έναν ανεξέλεγκτο τεχνοκράτη ο οποίος μακριά
από οποιονδήποτε δημοκρατικό έλεγχο ανακοινώνει την χρεοκοπία, με όλο το
ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στους όρους: στο πως δηλαδή το κόστος θα περάσει
στα ασφαλιστικά ταμεία και τους συνταξιούχους, πυροδοτώντας επιπλέον και το
ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας μόνο και μόνο για να διασφαλιστούν τα
συμφέροντα των πιστωτών, που είναι οι μεγαλύτερες τράπεζες. Η παραπάνω
περιγραφή ταιριάζει απόλυτα στα δραματικά γεγονότα που έζησε η Ελλάδα από το
Νοέμβριο του 2011, όταν το δίδυμο «Μερκοζύ» ανέτρεψε τον Γ. Παπανδρέου και
διόρισε τον Λ. Παπαδήμο, μέχρι (τουλάχιστον) τον Μάρτιο του 2012 όταν
ολοκληρώθηκε η ανταλλαγή των ελληνικών ομολόγων (PSI). Ταιριάζει όμως απόλυτα
και στο Ντιτρόιτ που στις 18 Ιουλίου κήρυξε πτώχευση, με τις ομοιότητες με την
Ελλάδα να είναι τόσο κραυγαλέες λες και οι αρχιτέκτονες και των δύο χρεοκοπιών
να ακολούθησαν κατά γράμμα τις ίδιες οδηγίες… Ο διεθνής νεοφιλελεύθερος Τύπος
μάλιστα μόνο σαμπάνιες δεν άνοιξε στην είδηση της χρεοκοπίας του Ντιτρόιτ. Για
παράδειγμα σε εντιτόριαλ τους οι Financial Times το χαρακτήρισαν ως «ουσιώδες
βήμα στον δρόμο για την ανάκαμψη»! Κάτι σαν θεόσταλτο δώρο, δηλαδή…
Μόνο που οι 700.000 κάτοικοι του Ντιτρόιτ είχαν τελείως
διαφορετική άποψη. Πρώτη φορά την....
εξέφρασαν δημόσια το Νοέμβριο του 2012 όταν σε δημοψήφισμα που διεξήχθη απέρριψαν με ποσοστό 82% έναν πολιτειακό νόμο που είχε επιβάλει ο ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης Ρικ Σνάιντερ, βάσει του οποίου ο ίδιος αποκτούσε την δυνατότητα να παύσει και να αντικαταστήσει τον εκλεγμένο δήμαρχο μιας πόλης και να διορίσει στη θέση του μάνατζερ εκτάκτου ανάγκης, στην περίπτωση που διαπίστωνε προβλήματα στην χρηματο-οικονομική κατάσταση ενός δήμου. Το μέτωπο μεταξύ των κατοίκων του Ντιτρόιτ και του Σνάιντερ κρατούσε από το 2010 όταν την υποψηφιότητα του την επιδοκίμασε μόνο ένα ποσοστό της τάξης του 5%. Κοινώς τον …μαύρισαν, κάτι που ήταν αναμενόμενο λόγω της πολύ ισχυρής παρουσίας των Δημοκρατικών στη συγκεκριμένη πόλη. Αρκεί να αναφερθεί πως στις εκλογές του 2012 ο Μπαράκ Ομπάμα κέρδισε το 98% των ψήφων των 300.000 περίπου ψηφισάντων ενώ ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων, Μιτ Ρόμνεϋ, λιγότερο από το 2%. Ενδεικτικό επίσης είναι ότι στο ίδιο δημοψήφισμα οι κάτοικοι του Ντιτρόιτ κλήθηκαν να απαντήσουν για το μέλλον των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων εργασίας κι αποφάσισαν με ένα ποσοστό της τάξης του 83% ότι δεν πρέπει να θιχτούν. Ο Σνάιντερ παρόλα αυτά δεν παραιτήθηκε της προσπάθειάς του να δώσει την εξουσία στους τεχνοκράτες. Μόλις λίγους μήνες αργότερα επαναφέρει τον ίδιο νόμο, που είχαν απορρίψει οι κάτοικοι του Ντιτρόιτ, με ορισμένες δευτερεύουσας σημασίας τροποποιήσεις, για να τηρήσει τα προσχήματα. Στην πράξη παραβιάζει κατάφωρα την βούληση των εκλογέων. Έτσι ανοίγει ο δρόμος για τον διορισμό του μάνατζερ εκτάκτου ανάγκης Κέβιν Ορ, αφού πρώτα ο ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης αφαιρεί από τον δήμο όλες τις αρμοδιότητες που αφορούσαν τον προϋπολογισμό και τις κοινωνικές υπηρεσίες. Άλλη εντυπωσιακή ομοιότητα με τα «οικεία κακά» είναι ότι ο Κέβιν Ορ διορίστηκε για να αποφευχθεί η χρεοκοπία…
εξέφρασαν δημόσια το Νοέμβριο του 2012 όταν σε δημοψήφισμα που διεξήχθη απέρριψαν με ποσοστό 82% έναν πολιτειακό νόμο που είχε επιβάλει ο ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης Ρικ Σνάιντερ, βάσει του οποίου ο ίδιος αποκτούσε την δυνατότητα να παύσει και να αντικαταστήσει τον εκλεγμένο δήμαρχο μιας πόλης και να διορίσει στη θέση του μάνατζερ εκτάκτου ανάγκης, στην περίπτωση που διαπίστωνε προβλήματα στην χρηματο-οικονομική κατάσταση ενός δήμου. Το μέτωπο μεταξύ των κατοίκων του Ντιτρόιτ και του Σνάιντερ κρατούσε από το 2010 όταν την υποψηφιότητα του την επιδοκίμασε μόνο ένα ποσοστό της τάξης του 5%. Κοινώς τον …μαύρισαν, κάτι που ήταν αναμενόμενο λόγω της πολύ ισχυρής παρουσίας των Δημοκρατικών στη συγκεκριμένη πόλη. Αρκεί να αναφερθεί πως στις εκλογές του 2012 ο Μπαράκ Ομπάμα κέρδισε το 98% των ψήφων των 300.000 περίπου ψηφισάντων ενώ ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων, Μιτ Ρόμνεϋ, λιγότερο από το 2%. Ενδεικτικό επίσης είναι ότι στο ίδιο δημοψήφισμα οι κάτοικοι του Ντιτρόιτ κλήθηκαν να απαντήσουν για το μέλλον των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων εργασίας κι αποφάσισαν με ένα ποσοστό της τάξης του 83% ότι δεν πρέπει να θιχτούν. Ο Σνάιντερ παρόλα αυτά δεν παραιτήθηκε της προσπάθειάς του να δώσει την εξουσία στους τεχνοκράτες. Μόλις λίγους μήνες αργότερα επαναφέρει τον ίδιο νόμο, που είχαν απορρίψει οι κάτοικοι του Ντιτρόιτ, με ορισμένες δευτερεύουσας σημασίας τροποποιήσεις, για να τηρήσει τα προσχήματα. Στην πράξη παραβιάζει κατάφωρα την βούληση των εκλογέων. Έτσι ανοίγει ο δρόμος για τον διορισμό του μάνατζερ εκτάκτου ανάγκης Κέβιν Ορ, αφού πρώτα ο ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης αφαιρεί από τον δήμο όλες τις αρμοδιότητες που αφορούσαν τον προϋπολογισμό και τις κοινωνικές υπηρεσίες. Άλλη εντυπωσιακή ομοιότητα με τα «οικεία κακά» είναι ότι ο Κέβιν Ορ διορίστηκε για να αποφευχθεί η χρεοκοπία…
Η χρεοκοπία όμως έρχεται όχι μόνο λόγω της γενικής
οικονομικής δυσανεξίας που φέρνει η οικονομική κρίση, ούτε μόνο λόγω των μειωμένων
δημοσίων εσόδων που είχε η πόλη κοιτίδα της αμερικάνικης αυτοκινητοβιομηχανίας
την εποχή της αποβιομηχάνισης. Το Ντιτρόιτ οδηγήθηκε στη χρεοκοπία λόγω του ότι
ο ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης αρνούταν πεισματικά και κατά παράβαση των νόμων να
του αποδώσει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό, ύψους 220 εκ. ευρώ, που του ανήκαν,
σφίγγοντας κατ’ αυτό τον τρόπο την θηλιά κι επισπεύδοντας την χρεοκοπία. (Και
πάλι οποιαδήποτε ομοιότητα με τα δικά μας είναι τυχαία…)
Έτσι φτάνουμε στις 18 Ιουλίου στην κήρυξη της χρεοκοπίας στο
Ντιτρόιτ, που χωρίς να είναι η πρώτη πόλη των ΗΠΑ που φθάνει σε τέτοιο αδιέξοδο
είναι μακράν η μεγαλύτερη.
Η σπουδή ωστόσο που επέδειξε ο ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης να
οδηγήσει το Ντιτρόιτ σε χρεοκοπία πριν την ώρα του δεν ήταν τυχαία. Επέλεξε ο
ίδιος το πρόσωπο (δηλαδή τον μάνατζερ έκτακτης ανάγκης) που θα προσδιορίσει
τους όρους της χρεοκοπίας, δηλαδή ποιος θα επωμιστεί το μεγαλύτερο μέρος των
ζημιών από την διαγραφή μέρους του χρέους ύψους 18,5 δισ. δολ., μόνο και μόνο
ώστε οι όροι να είναι προς όφελος των επιχειρήσεων κι όχι των πολιτών. Η
τεράστια σημασία που είχε στο Ντιτρόιτ ο κοινωνικός επιμερισμός των ζημιών
φαίνεται από το γεγονός ότι το ήμισυ του χρέους των 18,5 δις. δολ. το οφείλει
στους συνταξιούχους, ενώ το ίδιο το σύνταγμα του Μίτσιγκαν απαγορεύει
οποιαδήποτε ζημιά στις συντάξεις τους! Για να ξεπεραστεί μάλιστα αυτός ο
«μικρός» συνταγματικός σκόπελος, ο μάνατζερ εκτάκτου ανάγκης δεν δίστασε να
«πειράξει» την ημερομηνία της αίτησης που κατέθεσε στο δικαστήριο για υπαγωγή
σε καθεστώς χρεοκοπίας ώστε να προλάβει προσφυγή των εργατικών σωματείων που θα
διασφάλιζε τα συμφέροντα των μελών τους. Έτσι φτάνουμε στην πρόταση προς τις
τράπεζες UBS και Bank of America να δεχτούν κούρεμα στα δάνεια τους ύψους 25%
(να λάβουν δηλαδή 75 σεντς και για κάθε δολάριο που τους χρωστάει ο δήμος) και
στους συνταξιούχους 90% (να λάβουν δηλαδή 10 σεντς για κάθε δολάριο οφειλών)!
Σήμα για
ιδιωτικοποιήσεις
Η ντροπή ωστόσο για όλες αυτές τις μεθοδεύσεις, που αποσκοπούσαν
στην εξασφάλιση των πιστωτών, δεν βαραίνει μόνο τους Ρεπουμπλικάνους. Τεράστια
ευθύνη έχουν και οι Δημοκρατικοί, που ολοκλήρωσαν τα προγράμματα διάσωσης τα
οποία ξεκίνησε ο Μπους για να φτάσουμε η αυτοκινητοβιομηχανία που περιδινούνταν
στην κρίση το 2008 σήμερα να χαίρει άκρας υγείας και στην άλλη μεριά οι δήμοι
μαζί με τους συνταξιούχους του κλάδου να χάνουν τις συντάξεις τους. Η αβυσσαλέα
αυτή διαφορά αποτυπώνεται ανάγλυφα στη λίστα του περιοδικού Forbes με τις
εταιρείες που έχουν τα περισσότερα ρευστά διαθέσιμα. Οι 2 μοναδικές
«παραδοσιακές» βιομηχανίες που υπάρχουν στις 10 κορυφαίες (6 εκ των οποίων
ανήκουν στον τομέα των νέων τεχνολογιών και 2 στην φαρμακευτική βιομηχανία)
είναι η General Motors και η Ford! Κι αυτό συνέβη λόγω των δεκάδων δισεκατομμυρίων
δημοσίου χρήματος που δόθηκε σε αυτές τις βιομηχανίες, αρχής γενομένης το 2008,
για να παραμείνουν εν ζωή. Για χάρη αυτών των επιχειρήσεων τότε, στο απόγειο
της κρίσης, ξαναγράφονταν οι κανόνες λειτουργίας των κεντρικών τραπεζών με την
Fed να προβαίνει σε απ’ ευθείας δανεισμό τους, λόγω του ότι οι εμπορικές
τράπεζες λόγω της δεινής θέσης που βρίσκονταν αδυνατούσαν να δανείσουν έστω κι
ένα δολάριο. Η κεντρική τράπεζα λοιπόν που έσωσε την αυτοκινητοβιομηχανία και
τις εμπορικές τράπεζες, σήμερα αρνείται να σώσει τις πόλεις που καταρρέουν υπό
την μορφή ντόμινο (και με ευθύνη μάλιστα εκείνων των τραπεζών που σώθηκαν προ
5ετίας με κρατικό χρήμα), επιφέροντας ανυπολόγιστες κοινωνικές συνέπειες (στο
Ντιτρόιτ υπάρχει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας και φτώχειας στις ΗΠΑ,
15% και 33%) κι ένα άνευ προηγουμένου πλήγμα στο δημόσιο συμφέρον. Για
παράδειγμα, η βιασύνη να οδηγηθεί στη χρεοκοπία ο δήμος από πολλούς σχετίζεται
με το γεγονός ότι είναι από τους λίγους που έχει ακόμη στην ιδιοκτησία του την
εταιρεία ύδρευσης και αποχέτευσης. Διαθέτει επίσης ένα πάρκο στο μέσο του
ποταμού Ντιτρόιτ που εποφθαλμιούν πολλοί ιδιώτες και ένα μουσείο που ιδρύθηκε
το 1885 και συγκαταλέγεται στα δέκα καλύτερα γενικού ενδιαφέροντος των ΗΠΑ,
έχοντας στην μόνιμη συλλογή του έργα των Ρεμπράντ, Καραβάτζιο, Μπρέγκελ, Βαν
Γκονγκ και Ριβιέρα. Η εκποίηση τους μάλιστα, με την αξία τους να ανέρχεται σε 2
δισ. δολ., δεν αποκλείσθηκε από τον μάνατζερ έκτακτης ανάγκης.
Τέλος, η χρεοκοπία του Ντιτρόιτ κι άλλων οκτώ πόλεων την
τελευταία τριετία δεν είναι άσχετη με την αντίστοιχη κατάσταση που έχουν βρεθεί
6 από τις 17 αυτόνομες περιοχές της Ισπανίας και δεκάδες δήμοι της Ελλάδας (58
είχε θέσει σε εξυγίανση ο τότε υπουργός Γ. Ραγκούσης). Το κοινό τους
χαρακτηριστικό είναι η κρατική υποχρηματοδότηση και η ύφεση που μείωσαν τα
έσοδά τους με αποτέλεσμα να μην μπορούν να εγγυηθούν την παροχή κοινωνικών
υπηρεσιών στους δημότες ούτε να πληρώσουν τις μισθοδοσίες του προσωπικού τους.
Υπ’ αυτό το πρίσμα η χρεοκοπία πόλεων στις ΗΠΑ, αυτόνομων περιοχών στην Ισπανία
και δήμων στην Ελλάδα ισοδυναμεί με μετάσταση της γενικότερης κρίσης κι ενίοτε
είναι το τίμημα που πληρώνουν οι πολίτες για να μην χρεοκοπήσουν τα κράτη τους.
Πολύ βαρύ τίμημα…
από τα «Επίκαιρα»
Οικονομικοί δολοφόνοι εναντίον Ντιτρόιτ
Reviewed by Διαχειριστής
on
Πέμπτη, Αυγούστου 01, 2013
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: