Ο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, πρόεδρος της Ιταλίας, αναμένεται μέσα
στην ερχόμενη εβδομάδα να δώσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Ματέο
Ρέντσι, πρώην δήμαρχος της Φλωρεντίας και φιλόδοξο στέλεχος του κεντροαριστερού
Δημοκρατικού Κόμματος. Προηγήθηκε η παραίτηση της κυβέρνησης Λέτα, μόλις δέκα
μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της.
Ο Ματέο Ρέντσι είναι ο τρίτος μη εκλεγμένος πρωθυπουργός της
Ιταλίας και στην ίδια ηλικία που περίπου βρισκόταν όταν έπαιρνε την εντολή
σχηματισμού κυβέρνησης και ο Μπενίτο Μουσολίνι από τον τότε βασιλιά της
Ιταλίας. Οι ιδεολογίες του κεντροαριστερού Ρέντσι και του φασίστα Μουσολίνι
διαφέρον μόνο ως προς τις προφάσεις.
Από πραξικόπημα σε
πραξικόπημα
Όπως ο Μουσολίνι, έτσι και ο Ρέντσι ανέρχεται στην
διακυβέρνηση της Ιταλίας υπό καθεστώς ανοιχτής συνταγματικής εκτροπής. Η Ιταλία
πλέον έχει περάσει στον αστερισμό των διορισμένων κυβερνήσεων, όπως και την
εποχή μετάβασης στο φασισμό. Μόνο που στον μεσοπόλεμο...
τοποτηρητής αυτής της μετάβασης ήταν ο βασιλιάς Βιτόριο Εμανουέλε ο 3ος, ενώ σήμερα είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, παλιός επαγγελματίας σατράπης του κομματικού μηχανισμού του πάλαι ποτέ Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας, διακεκριμένος φίλος της πρεσβείας των ΗΠΑ από την εποχή του «ιστορικού συμβιβασμού».
τοποτηρητής αυτής της μετάβασης ήταν ο βασιλιάς Βιτόριο Εμανουέλε ο 3ος, ενώ σήμερα είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, παλιός επαγγελματίας σατράπης του κομματικού μηχανισμού του πάλαι ποτέ Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας, διακεκριμένος φίλος της πρεσβείας των ΗΠΑ από την εποχή του «ιστορικού συμβιβασμού».
Οι καιροί αλλάζουν, τα πρόσωπα και οι ιδεολογίες αλλάζουν,
αλλά οι πρακτικές παραμένουν απαράλλαχτα ίδιες. Βλέπετε τόσο οι παλιοί
φασίστες, όσο και οι σημερινοί κεντροαριστεροί υπηρετούν τα ίδια ακριβώς
κοινωνικά, ταξικά και εθνικά συμφέροντα. Όσο για τον Ρέντσι δεν έχει μόνο την
ηλικία του Μουσολίνι, όταν ο δεύτερος έπαιρνε την βασιλική εντολή να γίνει
δικτάτορας της Ιταλίας το 1922, αλλά διαθέτει επίσης τον ίδιο φανατισμό και
φιλοδοξία. Όπως άλλωστε έδειξε αφενός ο τρόπος αναρρίχησής του μέσα στο ίδιο το
κόμμα του, αλλά και η πρεμούρα του να γίνει πρωθυπουργός χωρίς εκλογές. Ξέρει
ότι το άστρο του δεν έχει κανένα αυθεντικά λαϊκό έρεισμα και βιάζεται να γευτεί
την εξουσία πριν σβήσει παντοτινά.
Η προσφυγή στις εκλογές είναι σήμερα κάτι αδιανόητο για την
πολιτική ελίτ της Ιταλίας. Νιώθει την ίδια αποστροφή προς τις ομαλές
κοινοβουλευτικές διαδικασίες, όπως ένιωθαν οι πρόγονοί της στον μεσοπόλεμο.
Τρέμουν όσο τίποτε άλλο την προσφυγή στην κάλπη και την έκφραση του λαού.
Γνωρίζουν πολύ καλά ότι παρά την δικτατορία των ελεγχόμενων ΜΜΕ, ο απλός κόσμος
της δουλειάς όλο και περισσότερο σπάει τα δεσμά της χειραγώγησης. Το είδαν
έντρομοι να συμβαίνει τον περασμένο Φεβρουάριο όταν οι μονομάχοι της ολιγαρχίας
(Μπερσάνι – Μπερλουσκόνι) απέτυχαν να πάρουν τον απόλυτο έλεγχο των πολιτικών
εξελίξεων και να βυθίσουν την Ιταλική κοινωνία σε μια απόλυτα εικονική και
εξαιρετικά βολική πόλωση.
Με την βοήθεια ενός τρισάθλιου και απόλυτα καλπονοθευτικού
εκλογικού συστήματος, ο κεντροαριστερός συνασπισμός του Μπερσάνι, ένα περίεργο
υβρίδιο Κράξι και Αντρεότι μαζί, παρά το γεγονός ότι πήρε μόλις το 29,5% των
ψήφων, εξασφάλισε το 54,7% των εδρών στη Βουλή και το 39,0% της Γερουσίας.
Αντίστοιχα ο κεντροδεξιός συνασπισμός του καβαλιέρε Μπερλουσκόνι, άλλο υβρίδιο
της πολιτικής ελίτ με την μαφία, ενώ πήρε το 29,1% των ψήφων, εισέπραξε μόλις
το 19,8% των εδρών της Βουλής και το 37,1% της Γερουσίας. Ενώ η έκπληξη της
εκλογικής αναμέτρησης, το κόμμα του Πέπε Γκρίλο ενώ πήρε το 25,5% των ψήφων,
κατόρθωσε να εκπροσωπηθεί στην Βουλή από το 17,3% των εδρών και από το 17,1%
των εδρών στη Γερουσία. Ένα τέτοιο εκλογικό σύστημα είναι σίγουρο ότι το
ζηλεύουν ακόμη και οι δικοί μας μαφιόζοι της πολιτικής, που δικαίως θεωρούν
τους εαυτούς τους πρυτάνεις της εκλογικής νοθείας και αλχημείας προκειμένου να
εναλλάσσονται στην διακυβέρνηση της Ελλάδας.
Πανικός επικράτησε στα επιτελεία της κυρίαρχης τάξης εντός
και εκτός Ιταλίας. Αντελήφθησαν αμέσως ότι είναι αδύνατον οι παραδοσιακές
κοινοβουλευτικές διαδικασίες, όσο καλπονοθευτικές κι αν είναι, να αναχαιτίσουν
έναν λαό που αναζητά ριζικές αλλαγές και οποίος σπάει τα δεσμά της
χειραγώγησης. Πώς να αναχαιτίσεις τις προσδοκίες ενός τέτοιου λαού, ιδίως σε
συνθήκες μιας πρωτοφανούς κρίσης χρέους που λόγω του ευρώ βρίσκει την Ιταλία
χωρίς να διαθέτει ούτε καν την ελευθερία άσκησης της δικής της οικονομικής και
δημοσιονομικής πολιτικής; Γνωρίζουν πολύ καλά ότι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα
ενός τέτοιου εκρηκτικού μίγματος ευρώ και χρέους είναι η κοινωνική, οικονομική
και πολιτική κατάρρευση. Πώς λοιπόν αναχαιτίζεις τον λαό;
Από Βιτόριο Εμανουέλε
στον Τζόρτζιο Ναπολιτάνο
Μια ανάλογη κατάσταση υπήρξε και μετά τον πρώτο παγκόσμιο
πόλεμο. Η φρίκη του πολέμου και η άνευ προηγουμένου κοινωνικοοικονομική
καταστροφή οδήγησε στην πολιτική χειραφέτηση των λαϊκών μαζών της Ιταλίας. Ο
λαός δεν άντεχε άλλο και ζητούσε να ξεμπερδέψει με όσους τον είχαν οδηγήσει σε
τρισάθλια κατάσταση. Ολόκληρο το παλιό πολιτικό σύστημα των κομμάτων κατέρρεε.
Μπροστά στον φόβο του ανερχόμενου λαού, η άρχουσα τάξη χρησιμοποίησε τον
βασιλιά για να καταλύσει τον κοινοβουλευτισμό και να φέρει στην εξουσία τις
παρακρατικές και παραστρατιωτικές συμμορίες του Μπενίτο Μουσολίνι και του
νεοσύστατου φασιστικού κόμματος.
Σήμερα η Ιταλία αντιμετωπίζει μια ανάλογη κατάσταση. Και
καθώς μετά τις εκλογές του Φεβρουαρίου 2013 η χώρα τέθηκε ανοιχτά σε τροχιά
βαθιάς πολιτικής κρίσης με όλα τους επίσημους κομματικούς σχηματισμούς της
δεξιάς και της αριστεράς να καταρρέουν στη συνείδηση του λαού, τι έκαναν οι
θεματοφύλακες του συντάγματος και του κοινοβουλευτισμού; Τα κατέλυσαν και τα
δυο. Αυτή την φορά η κυβερνώσα ολιγαρχία δεν χρησιμοποίησε τον βασιλιά, μιας
και δεν υπάρχει, αλλά το υποκατάστατο του βασιλικού θεσμού στον
κοινοβουλευτισμό, δηλαδή τον πρόεδρο της δημοκρατίας.
Ο Ναπολιτάνο έτρεξε να επιβάλλει μια μη εκλεγμένη κυβέρνηση
συμφωνίας κορυφής με πρόσχημα κάποια έκτακτη ανάγκη που υποτίθεται ότι
βρίσκεται η χώρα. Με τον τρόπο αυτό ο Ναπολιτάνο επέβαλε ένα ιδιότυπο «καθεστώς
πολιορκίας» στην χώρα του προκειμένου να νομιμοποιήσει μια μη εκλεγμένη
κυβέρνηση, αυτή του Λέτα. Με την ίδια λογική του «καθεστώτος πολιορκίας» έδρασε
κι ο βασιλιάς Βιτόριο Εμανουέλε στο μεσοπόλεμο. Μόνο που το σημερινό Σύνταγμα
της Ιταλίας δεν δίνει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας καμιά τέτοια εξουσιοδότηση.
Είναι σαφές. Όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαπιστώσει αδυναμία σχηματισμού
κυβέρνησης, προχωρά σε νέες εκλογές. Δεν έχει κανένα δικαίωμα να δώσει εντολή
σχηματισμού σε μη εκλεγμένο πρωθυπουργό.
Το έκανε όμως. Κι έτσι παραβίασε κατάφωρα το Σύνταγμα της
χώρας προκειμένου να επιβάλλει μια κυβέρνηση συνταγματικής εκτροπής. Ο
Ναπολιτάνο και οι εντολείς του γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι πράξεις του εμπίπτουν
στο άρθρο 90 του Συντάγματος της Ιταλίας που προβλέπει: «Ο Πρόεδρος της
Δημοκρατίας δεν είναι υπεύθυνος για τις ενέργειες που εκτελούνται κατά την
άσκηση των προεδρικών καθηκόντων, εκτός από την περίπτωση της εσχάτης προδοσίας
ή της παραβίασης του Συντάγματος. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο πρόεδρος μπορεί να
παραπεμφθεί από το Κοινοβούλιο σε κοινή συνεδρίαση, με την απόλυτη πλειοψηφία
των μελών του σώματος.»
Με άλλα λόγια ο Ναπολιτάνο είναι ένοχος σφετερισμού της
εξουσίας του προκειμένου να παραβιάσει το σύνταγμα που θεσμικά είναι
υποχρεωμένος να φυλάει κατά γράμμα. Κι επομένως είναι ένοχος εσχάτης προδοσίας,
όπως και οι σχηματισμοί που συνέπραξαν σ’ αυτήν την πράξη. Να γιατί ο
Ναπολιτάνο άλλαξε τόσο εύκολα γνώμη όταν, οι συνένοχοί του σ’ αυτό το παλατιανό
πραξικόπημα, του ζήτησαν να τον επανεκλέξουν στην προεδρεία της δημοκρατίας.
Ξέρει πολύ καλά ότι είναι δεμένος χειροπόδαρα μαζί τους. Είναι φυσικός
αυτουργός εσχάτης προδοσίας και δεν ρισκάρει να εγκαταλείψει την θέση του.
Αυτό που θεσμικά σώζει προς τον παρών τόσο τον ίδιο, όσο και
τους σχηματισμούς του κυβερνητικού συνασπισμού από την παραπομπή τους με την
κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, είναι το γεγονός ότι αυτοί που επιτέλεσαν το
παλατιανό πραξικόπημα ελέγχουν το Κοινοβούλιο. Να θυμίσουμε ότι μόνο το
Κοινοβούλιο έχει το συνταγματικό δικαίωμα να παραπέμψει τον Πρόεδρο για εσχάτη.
Όμως για πόσο; Πόσο θα κρατήσει αυτή η κατάσταση
ψευδοκοινοβουλευτισμού; Η κυβέρνηση Λέτα δεν άντεξε ούτε χρόνο. Κι έτσι χρειάστηκε
να δοθεί η εντολή στον Ρέντσι. Αλλά για πόσο; Γνωρίζουν πολύ καλά ότι η ύφεση
δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εντός του ευρώ. Γνωρίζουν επίσης πολύ καλά ότι η
Ιταλία βρίσκεται όχι μόνο σε μια δίνη υπερχρέωσης, πρωτοφανούς στα ιστορικά
χρονικά της χώρας, αλλά και στα πρόθυρα μιας παγίδας αποπληθωρισμού. Κι όσο οι
διορισμένες κυβερνήσεις θα αποδεικνύονται ανίκανες να αντιμετωπίσουν ακόμη και
τις συνέπειες μιας τέτοιας κατάστασης, θα εναλλάσσονται κάτω από την ογκούμενη
λαϊκή οργή.
Επιβολή ολοκληρωτικού
καθεστώτος «έκτακτης ανάγκης»
Να γιατί οι αυτουργοί του παλατιανού πραξικοπήματος από την
επόμενη της διορισμένης κυβέρνησης Λέτα, άρχισαν να μιλούν για αναθεώρηση του
Συντάγματος και αλλαγή του εκλογικού νόμου.
Αν δεν τους κάνει ο υφιστάμενος καλπονοθευτικός εκλογικός
νόμος, φανταστείτε τι μαγειρεύουν. Μόνο και μόνο για να υπάρχουν «σταθερές
κυβερνήσεις», όπως λένε οι ίδιοι. Και μόνο η δήλωση αυτή αρκεί, μιας και η πιο
σταθερή κυβέρνηση που μπορεί να υπάρξει είναι η δικτατορική. Γι’ αυτό θέλουν
και την αναθεώρηση του συντάγματος προκειμένου να κάνουν ακόμη πιο εύκολη και
πιο απόλυτη την δικτατορική αυθαιρεσία της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά και του
Προέδρου της Δημοκρατίας να κηρύσσει την χώρα σε «κατάσταση πολιορκίας».
Να σημειώσουμε εδώ ότι επειδή η «κατάσταση πολιορκίας» και
μάλιστα από τον ανώτατο άρχοντα του πολιτεύματος, χρησιμοποιήθηκε κατά κόρο στο
μεσοπόλεμο για την επιβολή του φασισμού στην Ιταλία, του ναζισμού στην Γερμανία
(άρθρο 48 του Συντάγματος της Βαϊμάρης) της δικτατορίας του Μεταξά στην Ελλάδα
και αλλού στην Ευρώπη, μετά τον πόλεμο κυριάρχησε η άποψη ότι η δημοκρατία δεν
γνωρίζει αδιέξοδα και επομένως δεν έχει ανάγκη από «καταστάσεις πολιορκίας» ή
«δίκαιο της ανάγκης». Έτσι στο σύνταγμα της Ιταλίας δεν υπάρχει πρόβλεψη για
επιβολή κάτω από οποιαδήποτε πρόφαση «κατάστασης πολιορκίας», ή του «δικαίου
της ανάγκης». Πολύ περισσότερο για να περισωθούν τα συμφέροντα του ευρωκαρτέλ
σε βάρος των εθνικών και λαϊκών συμφερόντων της Ιταλίας.
Ο Ιταλικός λαός αντιμετωπίζει την ίδια πρόκληση που αντιμετώπιζε
τις παραμονές της παλατιανής επιβολής του φασιστικού κράτους στην χώρα του την
δεκαετία του ’20. Όπως για τον παλιό φασίστα δικτάτορα, έτσι και για τον
σημερινό κεντροαριστερό δικτάτορα, αυτό που προέχει είναι να βάλει στο γύψο τον
Ιταλικό λαό και την ίδια την Ιταλία, να επιβάλει ένα καθεστώς «έκτακτης
ανάγκης» όπου το μόνο που θα λείπει για να λειτουργεί με όρους ολοκληρωτισμού,
είναι ο στρατιωτικός νόμος. Τουλάχιστον για όσο οι σημερινοί κρατούντες
χρειάζονται την επίφαση της νομιμοφάνειας. Για όσο δηλαδή οι καλπονοθείες και
οι συνταγματικές εκτροπές τους επιτρέπουν να έχουν ως άλλοθι ένα εικονικό
κοινοβούλιο.
Η διαφορά του νέου ολοκληρωτισμού με το παλιό φασιστικό
κράτος βρίσκεται κυρίως στο γεγονός ότι στο μεσοπόλεμο ο φασισμός ήθελε να
επαναφέρει το αυτοκρατορικό μεγαλείο σε μια άρχουσα τάξη που είχε «αδικηθεί»
από την αναδιανομή αποικιών και σφαιρών επιρροής παγκόσμια. Γι’ αυτό και
μετέτρεψε το κράτος σε στρατώνα υπό πολεμική έγερση. Τότε ο λαός έπρεπε με τον
βούρδουλα να οδηγηθεί συντεταγμένα στο πεδίο της μάχης να χύσει το αίμα του για
το αποικιοκρατικό μεγαλείο μιας Ιταλίας που ονειρευόταν την ανασύσταση της
Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Κι επομένως ο πιο κατάλληλος για να εκφράσει αυτή την
επιχείρηση δεν ήταν άλλος από έναν πρώην σοσιαλιστή γενίτσαρο, τον Μπενίτο
Μουσολίνι, ο οποίος συνέδεσε οργανικά τον δικό του ιδιότυπο σοσιαλισμό του
στρατώνα με τον ιμπεριαλιστικό εθνικισμό της κυρίαρχης τάξης. Έτσι γεννήθηκε
και επιβλήθηκε από τα πάνω το φασιστικό κράτος.
Σήμερα είναι διαφορετικά τα πράγματα. Τα κράτη σήμερα δεν
είναι παρά κρίκοι στην αλυσίδα των ενιαίων αγορών όπου κυριαρχούν οι τραπεζικοί
κολοσσοί. Όλο και περισσότερο η κυριαρχία που ασκούσε παραδοσιακά ένα κράτος
στο όνομα του έθνους του, παραδίδεται στις αγορές. Τα κράτη καταλύονται ως προς
τις εθνικές, κοινωνικές και οικονομικές τους λειτουργίες έτσι ώστε η επικράτειά
τους να μετατραπεί σε ένα χώρο ελεύθερης τοποθέτησης κεφαλαίων από τις διεθνείς
αγορές. Οι συγκεντρώσεις σήμερα οικονομικής και πολιτικής δύναμης παγκόσμια δεν
έχουν ανάγκη πια τα συγκροτημένα κράτη με συντεταγμένες εξουσίες ώστε να
πειθαρχούν τους λαούς. Επιδιώκουν την κατάλυση των συντεταγμένων κρατών
προκειμένου να αφαιρέσουν από τον λαό κάθε δυνατότητα διεκδίκησης ή άσκησης
κυριαρχίας στον τόπο του. Έστω και με τον τρόπο που το διεκδικούσε στα πλαίσια
του παραδοσιακού κοινοβουλευτισμού.
Το ίδιο συμβαίνει και στην Ιταλία. Δεν υπάρχει πια μια
άρχουσα τάξη που ονειρεύεται αυτοκρατορικά μεγαλεία για την ίδια στο όνομα της
Ιταλίας, αλλά μια κοσμοπολίτικη ολιγαρχία που διεκδικεί μερίδιο από την
λεηλασία της ίδιας της χώρας της. Δεν την ενδιαφέρει η ύπαρξη της Ιταλίας ως
συγκροτημένου κράτους, αλλά η Ιταλία ως οργανικό στοιχείο μιας
παγκοσμιοποιημένης αγοράς κεφαλαίων, όπου η εξουσία ασκείται πρωτίστως σε
υπερεθνικό επίπεδο και εξασφαλίζει περισσότερα χρηματιστικά κέρδη ότι κι αν
συμβεί. Το κεφάλαιο ποτέ δεν είχε πατρίδα, σήμερα δεν έχει ανάγκη ούτε καν την
ανάγκη συντεταγμένου κράτους με την λογική που αυτό προέκυψε μετά την συνθήκη
της Βεστφαλίας (1648). Όλα πρέπει να είναι ρευστά και να παραμένουν ρευστά
προκειμένου να διευκολύνουν την κερδοσκοπική επένδυση και επανεπένδυση των
κεφαλαίων διεθνώς.
Γι’ αυτό και ο σημερινός ολοκληρωτισμός δεν χρειάζεται το
παλιό φασιστικό κράτος, ούτε τις εθνικιστικές του προφάσεις. Θέλει την
μετατροπή του κράτους σε εργαλείο της κεφαλαιοκρατικής επιχειρηματικότητα στην
αγορά κι επομένως δεν χρειάζεται ούτε καν τον λαό για να τον πειθαρχήσει. Σε
τέτοιες συνθήκες υπάρχει καλύτερη δύναμη για να εκφράσει τον σύγχρονο
ολοκληρωτισμό από την σημερινή κεντροαριστερά, ή αριστερά που μεταφράζει τον
ιμπεριαλιστικό κοσμοπολιτισμό σε «διεθνισμό» και ξεχνά ότι η πατρίδα είναι
αδιάρρηκτα δεμένη με την ίδια την έννοια της δημοκρατίας; Υπάρχει καλύτερη
δύναμη για να διευθύνει πολιτικά την κατάλυση κάθε έννοιας κράτους από την
άποψη των εθνικών, κοινωνικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων ενός λαού; Η
κεντροαριστερά και αριστερά του ευρωπαϊσμού επιτελεί σήμερα τον ρόλο που έπαιξε
ο παραδοσιακός φασισμός και ναζισμός του μεσοπολέμου.
Το στοίχημα για τον
Ιταλικό λαό.
Ο Ιταλικός λαός πολύ σύντομα θα γευτεί την διάλυση της χώρας
του σε συνθήκες αποπληθωρισμού. Πολύ σύντομα τα επιτελεία της ευρωζώνης και της
Ευρωπαϊκής Ένωσης θα κρίνουν ότι η Ιταλία δεν είναι βιώσιμη οικονομικά. Αφού
βεβαίως πρώτα βεβαιωθούν ότι την έχουν ρίξει στην παγίδα του αποπληθωρισμού με
τις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» του γενικού ξεπουλήματος που απαιτούν και την
διαρκή συρρίκνωση της τελικής ζήτησης στην οικονομίας. Και τότε ο ιταλικός λαός
θα βιώσει την καταστροφή και την διάλυση που βιώνει η Ελλάδα και η Κύπρος. Θα
δει από την μια μέρα στην άλλη το κράτος να αυτοκαταλύεται στο όνομα της
συγκρότησης αυτόνομων ή ημιαυτόνομων ευρωπαϊκών περιφερειών και ο ίδιος να
γίνεται έρμαιο μιας κατάστασης που θα γυρίσει την Ιταλία σε μια ανάλογη
κατάσταση μ’ εκείνη πριν το Ριζορτζιμέντο. Στο όνομα πάντα της «ευρωπαϊκής
ταυτότητας».
Η άμμος στην κλεψύδρα του χρόνου αδειάζει γρήγορα για τον
Ιταλικό λαό. Θα πρέπει να συγκροτήσει το ταχύτερο δυνατό μια ευρεία
κοινωνικοπολιτική συμμαχία από τα κάτω με κεντρικά προτάγματα την Εθνική
Ανεξαρτησία, την Λαϊκή Κυριαρχία και την Κοινωνική Χειραφέτηση. Μια ενιαία
συμμαχία που θα υπερβαίνει τις διαχωριστικές γραμμές του δεξιού και του
αριστερού μέσα στον λαό και θα οικοδομείται σε κάθε πόλη και χωριό με παλλαϊκές
οργανώσεις σύμφωνα με το παράδειγμα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Αν δεν ξεκινήσει
από σήμερα ο ιταλικός λαός να διεκδικεί την χώρα του από την ευρωζώνη και την
ΕΕ μετατρέποντας το αίτημα της άμεσης προκήρυξης των εκλογών εδώ και τώρα σε
άμεσο αίτημα συσπείρωσης του λαού, σε λίγο καιρό, ίσως πολύ πιο σύντομα απ’ ότι
νομίζουν ακόμη και οι πιο υποψιασμένοι, να μην υπάρχει ούτε καν Ιταλία για να
την πάρει στα χέρια του.
Νέο πραξικόπημα στην Ιταλία
Reviewed by Διαχειριστής
on
Κυριακή, Φεβρουαρίου 16, 2014
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: