Πολιτική Εισήγηση του Γενικού Γραμματέα της Πολιτικής Γραμματείας του Εθνικού Συντονιστικού Συμβουλίου στο 2ο Τακτικό Συνέδριο του ΕΠΑΜ
Τρία χρόνια υπό καθεστώς μνημονίων και αποικιοκρατικής κατοχής.
Τρία χρόνια άγριας επίθεσης στον ελληνικό λαό. Τρία χρόνια όπου οι χειρότερες
προβλέψεις και τα χειρότερα σενάρια επιβεβαιώνονται κάθε μέρα με τον χειρότερο
δυνατό τρόπο. Τρία χρόνια γενικής κατάρρευσης και παρακμής σ’ όλους τους τομείς
της ελληνικής κοινωνίας και της οικονομίας. Δεν είμαστε σε μια περίοδο όπου
είναι λίγο ως πολύ ομαλή η εξέλιξη του πολιτικού παιχνιδιού, αλλά και η
κατάσταση της κοινωνίας. Και δεν είμαστε σε μία, ας την πούμε έτσι, ανώμαλη
περίοδο μόνο για την Ελλάδα.
Είμαστε γενικότερα σε μια παγκόσμια ανακατάταξη η οποία έχει
δραματικές πλευρές και διαστάσεις. Δεν μπορεί κανείς να καταλάβει τι συμβαίνει
στην Ελλάδα, αν δεν κατανοήσει σε τι φάση βρισκόμαστε παγκόσμια, δηλαδή πώς
αλλάζει η παγκόσμια αρχιτεκτονική του συστήματος των αγορών.
Έχει μεγάλη σημασία να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει, που
βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή. Η ....
παγκόσμια οικονομία εξακολουθεί να κυριαρχείται από τις αγορές κεφαλαίου. Εκτιμάται ότι τα παγκόσμια χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία ανήλθαν το 2012 στα 225 τρις δολάρια, δηλαδή πάνω από το 312% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται οι κεφαλαιοποιήσεις των χρηματιστηρίων, καθώς και οι διάφορες μορφές χρέους, όπως κρατικά ομόλογα, τραπεζικά ομόλογα, επιχειρηματικά ομόλογα και δάνεια. Οι αγορές κεφαλαίου σήμερα εξαρτώνται πολύ περισσότερο από το χρέος. Το 2007, χρονιά όπου οι κεφαλαιαγορές σημείωσαν ιστορικό ρεκόρ, το συνολικό χρέος ανερχόταν στο 69%, ενώ το 2012 όπου το συνολικό ύψος των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ξεπέρασε το 2007, το χρέος ανήλθε στο 78% του συνόλου της κεφαλαιαγοράς.
παγκόσμια οικονομία εξακολουθεί να κυριαρχείται από τις αγορές κεφαλαίου. Εκτιμάται ότι τα παγκόσμια χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία ανήλθαν το 2012 στα 225 τρις δολάρια, δηλαδή πάνω από το 312% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται οι κεφαλαιοποιήσεις των χρηματιστηρίων, καθώς και οι διάφορες μορφές χρέους, όπως κρατικά ομόλογα, τραπεζικά ομόλογα, επιχειρηματικά ομόλογα και δάνεια. Οι αγορές κεφαλαίου σήμερα εξαρτώνται πολύ περισσότερο από το χρέος. Το 2007, χρονιά όπου οι κεφαλαιαγορές σημείωσαν ιστορικό ρεκόρ, το συνολικό χρέος ανερχόταν στο 69%, ενώ το 2012 όπου το συνολικό ύψος των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ξεπέρασε το 2007, το χρέος ανήλθε στο 78% του συνόλου της κεφαλαιαγοράς.
Με άλλα λόγια η παγκόσμια οικονομία σήμερα εξαρτάται πολύ
περισσότερο από την κίνηση του χρέους σε σχέση με την κατάσταση λίγο πριν το
κραχ του 2008. Την ίδια στιγμή οι Παγκόσμιες Άμεσες Επενδύσεις παραμένουν 25%
χαμηλότερα από το μέγιστο επίπεδο που σημείωσαν λίγο πριν το κραχ του 2008. Ενώ
οι εταιρικές μετοχές που κινούνται στα διεθνή χρηματιστήρια έχουν συρρικνωθεί
κατά 20% από την εποχή του κραχ το 2008.
Τα δεδομένα αυτά υποδηλώνουν ότι η βαθιά ανισορροπία ανάμεσα
στην πραγματική οικονομία και στην πλασματική, σ’ εκείνη δηλαδή των αγορών
χρέους και κάθε λογής τίτλων, η οποία βρίσκεται στη βάση της μεγάλης παγκόσμιας
κρίσης και του παγκόσμιου κραχ που εκδηλώθηκε το φθινόπωρο του 2008, συνεχίζει
να βαθαίνει με απρόβλεπτες συνέπειες. Κι όχι μόνο αυτό. Σήμερα η παγκόσμια
οικονομία εξαρτάται περισσότερο από τον όγκο του χρέους, κρατικού και
ιδιωτικού, απ’ ότι την περίοδο λίγο πριν το κραχ του 2008. Οι παγκόσμιες αγορές
κεφαλαίου σήμερα και τα διεθνή επιτελεία τους ζουν με τον τρόμο μιας ξαφνικής
παγκόσμιας ρευστοποίησης τίτλων που θα πυροδοτήσει ένα νέο μεγάλο, ακόμη
μεγαλύτερο κραχ απ’ αυτό του 2008. Για να αποφύγουν κάτι τέτοιο θα πρέπει να
τροφοδοτούν τις κεφαλαιαγορές με νέες ευκαιρίες κέρδους, με νέες ευκαιρίες
κερδοσκοπικών τοποθετήσεων σε τίτλους χρέους και παραγώγων. Για να γίνει κάτι
τέτοιο σε συνθήκες όπου η επέκταση της πραγματικής οικονομίας με όρους
επενδύσεων και κατανάλωσης αδυνατεί να παρακολουθήσει την επέκταση των
κεφαλαιαγορών και του πλασματικού χρήματος, θα πρέπει να επιβληθεί ένα νέο
παγκόσμιο καθεστώς ακόμη πιο ανοιχτό για τους κερδοσκόπους, ακόμη πιο
καταστροφικό για την εργαζόμενη κοινωνία.
Έτσι έχουμε τη μετάβαση σε μια νέα παγκόσμια οικονομία. Δεν
είναι η παγκόσμια οικονομία της παγκοσμιοποίησης. Βαδίζει ταχύτατα σε μια
κατάσταση, όπως την έχουν ονομάσει τα δικά τους επιτελεία, πλανητικής
οικονομίας. Τι είναι αυτή η πλανητική οικονομία; Είναι η δυνατότητα να
ρευστοποιηθούν όλες οι χώρες, όλα τα κράτη, το σύνολο των λαών, στην δίνη της
παγκόσμιας οικονομίας και κυρίως προς όφελος των μεγάλων διεθνών κεφαλαιαγορών.
Αν η παγκοσμιοποίηση ήταν ο πολιορκητικός κριός για να
ανοίξουν τα εθνικά σύνορα στην ελεύθερη κίνηση του κεφαλαίου, να καταλυθούν σε
πολύ μεγάλο βαθμό τα εθνικά πλαίσια ρύθμισης κι ελέγχου, να ανοίξουν οι αγορές
και να επιβληθεί το δόγμα της εξωστρεφούς ανάπτυξης, η πλανητική οικονομία
είναι η κατάλυση κάθε έννοιας εθνικής συγκρότησης στην οικονομία, στην κοινωνία
και στην πολιτική. Πρόκειται για την κατοχύρωση του ρόλου του ιδιώτη στην
παγκόσμια οικονομική και πολιτική ζωή. Καταργείται η έννοια της κοινωνίας, όχι
μόνο σε ένα επίπεδο κράτους ή μιας περιφέρειας που είχαμε μέχρι τώρα, αλλά σε
πλανητικό επίπεδο. Δεν υπάρχουν κοινωνίες, δεν υπάρχουν κράτη, δεν υπάρχουν
λαοί. Υπάρχουν ιδιώτες που η νομική τους προσωπικότητα είναι ταυτόσημη, είτε
πρόκειται για θεσμικό επενδυτή που παίζει με ομόλογα και παράγωγα στη διεθνή
αγορά, είτε για επιχειρηματία, είτε για ένα άτομο που απλά, το μόνο που έχει να
δώσει στην αγορά είναι η εργατική του δύναμη.
Όλοι αυτοί οι ιδιώτες λειτουργούν με όρους συμβατικούς στην
αγορά και λειτουργούν ως πολίτες του κόσμου. Το μόνο που τους χαρακτηρίζει
είναι η δυνατότητα ιδιωτικών συμβάσεων. Ο ιδιώτης ως επιχειρηματίας της
εργατικής του δύναμης δεν κάνει τίποτε άλλο παρά μια σύμβαση με αυτόν που θα
απασχολήσει την εργατική του δύναμη. Το ίδιο συμβαίνει με τον δανειστή προς τον
οφειλέτη, με τον θεσμικό επενδυτή προς τον αγοραστή ή τον μπρόκερ των ομολόγων
και των παραγώγων. Σ’ αυτή την κατεύθυνση κινείται η παγκόσμια οικονομία, η
οποία αντιλαμβάνεται την κοινωνία σαν ένα σύνολο ιδιωτών σε παγκόσμιο επίπεδο
που επιδιώκουν το ιδιωτικό τους όφελος. Είτε σαν νομάδες του πλούτου, είτε σαν
νομάδες της φτώχειας.
Η ίδια η έννοια του εμπράγματου δικαίου όπως έχει γεννηθεί
παραδοσιακά, που έχει να κάνει με πραγματικές σχέσεις ιδιοκτησίας, κατοχής,
νομής και κυριότητας, ξεπερνιέται πλέον. Η ίδια η ιδιοκτησία αποκτάει άυλο
χαρακτήρα, γίνεται κινητή αξία και αυτή εκφράζεται δια μέσου των τίτλων, είτε
αυτοί είναι πιστωτικοί τίτλοι, είτε τίτλοι στην αγορά, είτε πλασματικό
κεφάλαιο, είτε χρήμα. Όλα ρευστοποιούνται. Και όχι μόνο το παραδοσιακό
κεφάλαιο, αλλά το σύνολο του πλούτου που παραδοσιακά παράγει η κοινωνία: τα
εισοδήματα, τα μέσα παραγωγής, τα καταναλωτικά μέσα, ο τρόπος που μπορεί να
αξιοποιηθεί ο φυσικός πλούτος. Τα πάντα μετατρέπονται σε κεφάλαιο και με την
μορφή κινητών αξιών οι οποίες μπορούν να αλλάξουν χέρια μέσα στην αγορά. Αυτή
είναι η πλανητική οικονομία.
Ποιος ρυθμίζει αυτή την πλανητική οικονομία; Οι υπερεθνικοί
μηχανισμοί και οργανισμοί σε συνδυασμό με τους πιο ισχυρούς κρατικούς
κατασταλτικούς παράγοντες. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Σημαίνει μια δραστική
μεταβολή στην ίδια την έννοια της κυριαρχίας. Η κυριαρχία αφορούσε ανέκαθεν στο
ποιος διαθέτει την υπέρτατη κοινωνική ισχύ, ποιος διαθέτει το δικαίωμα της
οργανωμένης επιβολής της θέλησής του πάνω σε μια ορισμένη χωρική έκταση, δηλαδή
πάνω σ’ έναν τόπο και σε ορισμένο μόνιμο πληθυσμό. Ιστορικά τα έθνη, δηλαδή οι
λαοί στην ιστορική τους συνέχεια, διεκδίκησαν με αγώνες και αίμα το δικαίωμα
της άσκησης κυριαρχίας στον τόπο τους, σ’ αυτόν που αποκαλούν πατρίδα. Το
γεγονός αυτό χαρακτήρισε όλους τους κοινωνικούς αγώνες για την δημοκρατία και
την ελευθερία. Χάρις στην διεκδίκηση από τον λαό της κυριαρχίας στην πατρίδα
του απέναντι σε ντόπιους και ξένους τυράννους, οι ίδιες οι έννοιες της
δημοκρατίας και της ελευθερίας έπαψαν να είναι αφηρημένες ιδέες πολλαπλώς
μεθερμηνευόμενες. Πήραν σάρκα και οστά, απέκτησαν ιθαγένεια και συγκεκριμένο
συλλογικό υποκείμενο, τον λαό.
Η μάχη των αγορών ενάντια στην εθνική και λαική κυριαρχία
πήρε πολλές μορφές ιστορικά. Από την παλιά αποικιοκρατία, έως την
νεοαποικιοκρατία των χρεών και της πολλαπλής εξάρτησης. Σήμερα όμως χάνει το
έδαφος κάτω από τα πόδια της. Δεν καταλύεται, ούτε περιορίζεται. Απλά χάνεται.
Η κυριαρχία που χάνεται στο εθνικό επίπεδο δεν περνά σε κάποια νέα οντότητα.
Παραδίδεται σε οντότητες δίχως πρόσωπο, γίνεται κοινώς απρόσωπη: το ΝΑΤΟ, την
Παγκόσμια Τράπεζα, τον ΟΗΕ και τελικά στην ΕΕ, η οποία με την ευρωζώνη βρίσκεται
στην πρωτοπορία ενός κόσμου που αλλάζει, στοχεύοντας σ’ ένα μέλλον με πρίγκιπες
και πριγκιπάτα δίχως κυριαρχία.
Η νέα οντότητα είναι απρόσωπη και εκείνοι που έχουν τα ηνία
στα χέρια τους δεν φαίνονται, ούτε εκλέγονται. Οι παλιοί φεντεραλιστές, δηλαδή οι
οπαδοί της ομοσπονδίας, πίστευαν ότι αφαιρώντας από τα έθνη κράτη την κυριαρχία
τους, την μεταφέρουν σ’ ένα υψηλότερο επίπεδο. Η αλήθεια είναι ότι η μεταφορά
της κυριαρχίας σε απρόσωπες οντότητες θα την κάνει να εξαερωθεί, να
εξαφανιστεί. Στα πλαίσιά της δεν θα υπάρχουν πλέον εξατομικευμένες,
ταυτοποιημένες κυριαρχίες. Στη θέση τους υπάρχουν ένα πλήθος από αρχές σε
διάφορα επίπεδα, καθεμιά από τις οποίες βρίσκεται επικεφαλής διαφορετικών
οργανωμένων συμφερόντων. Πρόκειται για επίπεδα που περιλαμβάνουν απροσδιόριστα
πεδία εξουσίας που μοιράζονται με άλλες αρχές.
Η ίδια η έννοια λαός καταργείται και χωρίς εθνική κυριαρχία
που ασκείται σε συγκεκριμένο χώρο και τόπο, τότε χάνεται κάθε έννοια συλλογικό
και κοινωνικού δικαιώματος. Οι λαοί μετατρέπονται σε πληθυσμιακές ομάδες που
αντιπροσωπεύονται από οργανωμένα συμφέροντα, κοινώς λόμπι, για την απόσπαση
παραχωρήσεων και πολιτικών από τις υπερεθνικές αρχές και οντότητες που ασκούν
πλέον την απρόσωπη κυριαρχία. Πρόκειται για το ιδανικό πολιτικό εποικοδόμημα
στην πλανητική οικονομία που ετοιμάζουν.
Αυτή την διαδικασία βλέπουμε να εξελίσσεται σήμερα μέσα στην
Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη. Επίσημη επωνυμία της Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία
εθνικών κρατών. Φυσικά τα εθνικά κράτη μέσα σε μια Ομοσπονδία δεν μπορούν να
υπάρξουν παρά μόνο σαν φαντάσματα. Αυτός είναι άλλωστε και ο τρόπος που η
Ευρώπη δημιουργήθηκε: μέσα από τη δημιουργία κοινοτικών οργανισμών δίχως να
δίνεται η εντύπωση στους λαούς ότι υποτάσσονται σε μια ανώτερη εξουσία απ’
εκείνη των εθνικών κοινοβουλίων και κυβερνήσεων. Έτσι γεννήθηκαν τα Ευρωπαϊκά
όργανα ως υπερεθνικοί θεσμοί. Ήταν ένα είδος αθέατης ατομικής βόμβας ενάντια
στην εθνική κυριαρχία των λαών.
Με την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία καταλύεται η εθνική κυριαρχία
και αντικαθίσταται με τον νεολογισμό που ανακοίνωσε ο κ. Μπαρόζο, δηλαδή την
«συλλογική κυριαρχία». Με άλλα λόγια, όλα όσα ανήκουν στην ευρύτερη περιοχή της
Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας, είτε είναι η γη, ο αέρας, εμπράγματες και μη
εμπράγματες αξίες, βρίσκονται υπό συλλογική ευρωπαϊκή κατοχή, δηλαδή ανήκει σε
όλους τους Ευρωπαίους. Και ότι βρίσκεται σε συλλογική κατοχή έρχεται τελικά
στην κατοχή του πιο ισχυρού. Αυτού δηλαδή που έχει και τα περισσότερα μέσα για
να επιβληθεί στα πράγματα.
Γι’ αυτό άλλωστε καταργείται η ίδια η έννοια της εθνικής κυριαρχίας που εμπεριέχει κανόνες
δικαίου που προσπαθούν να εξισορροπήσουν την τυπική ισότητα και την τυπική
ισονομία με την πραγματική ανισότητα. Ο φτωχός με τον πλούσιο μπορεί να έχουν
τυπική ισότητα και ισονομία, δεν έχουν όμως πραγματική ισότητα και ισονομία. Τα
εθνικά συστήματα δικαίου απηχούσαν πάντα τους συσχετισμούς ανάμεσα στον φτωχό
και τον πλούσιο, τον αδύναμο και τον ισχυρό, ανάλογα με τους κοινωνικούς αγώνες
που έχουν δοθεί για την δημοκρατία και την ελευθερία.
Με την διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας, η ίδια η
έννοια της εξισορρόπησης δια μέσου των κανόνων δικαίου, που δεν έφτανε ποτέ,
αλλά υπήρχε έστω και τυπικά, καταργείται. Δεν μπορείς να έχεις κοινωνική
προστασία ή οποιονδήποτε άλλο τρόπο προστασίας. Η ίδια η έννοια της δημοκρατίας
εξαφανίζεται. Μάλιστα σε λίγο – μάλλον μετά τις ευρωεκλογές του 2014 – δεν θα
επιτρέπεται να υπάρχουν εθνικά κόμματα, δηλαδή πολιτικές δυνάμεις που δεν θα
ανήκουν οργανικά σε κάποιο ευρωπαϊκό κόμμα Δεν θα μπορούν να κατεβάσουν ούτε
καν υποψηφίους στην χώρα τους, αν δεν ανήκουν σ’ ένα ευρωπαϊκό κομματικό με
υποψηφίους και σε άλλες χώρες. Με τον τρόπο αυτό ο Μπαρόζο είπε ότι θα
αντιμετωπιστούν οι εθνικιστές και οι λαϊκιστές.
Βλέπετε τον κ. Μπαρόζο δεν τον ενοχλεί η δεξιά ή η αριστερά,
ούτε η ακροδεξιά, ούτε η ακροαριστερά, αρκεί να είναι Ευρωπαϊκή, δηλαδή να
είναι πιστή στην καθεστωτική ευρωπαϊκή ιδεολογία κατάλυσης της εθνικής
κυριαρχίας. Κι αυτό γιατί σαν παλιός αποικιοκράτης γνωρίζει πολύ καλά ότι η
δημοκρατία, ακόμη και η επανάσταση, αν
δεν γεννηθούν σε εθνικό έδαφος με φορέα την πάλη του λαού για την δική του
αυτοτέλεια και αυτονομία, δεν είναι παρά κούφια λόγια που κάλλιστα μπορούν να
δικαιολογήσουν ακόμη και την χειρότερη μορφή απολυταρχίας. Όπως πχ. στην Ενωμένη Ευρώπη που οικοδομούσαν τα
Ες-Ες την εποχή της ναζιστικής κατοχής όπου κάποιοι είδαν να ωριμάζουν οι
προϋποθέσεις της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης. Το ίδιο συμβαίνει και
σήμερα. Πρέπει με κάθε τρόπο να συντριβεί ο πατριωτισμός των λαών για να
επικρατήσει η πιο βάναυση απολυταρχία που έχει γνωρίσει η Ευρώπη από την εποχή
των ναζί.
Αυτή είναι η πορεία που έχουν προδιαγράψει. Βεβαίως τίποτε
απ’ όλα αυτά δεν πρόκειται να γίνει ομαλά. Πέρα από την εκρηκτική ύλη που
συσσωρεύεται με αυξανόμενους ρυθμούς στην παγκόσμια οικονομία, ακόμη και η
ευρωζώνη κατρακυλάει στην ύφεση με σχεδόν μηδενικούς ή και αρνητικούς ρυθμούς
ακόμη και για την Γερμανία. Το γεγονός αυτό θα πυροδοτήσει ανταγωνισμούς,
οικονομικούς πολέμους και κανιβαλισμούς, ακόμη και κραχ. Δεν θα υπάρξει ρήγμα
στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική που δεν θα παράγει μεγάλες σεισμικές
δονήσεις το επόμενο διάστημα. Σε κλίμακα που από πολλές απόψεις θα είναι
πρωτόγνωρη. Με βάση τα δεδομένα, έχουμε δύο γενικά αντίρροπες τάσεις, που
γεννιούνται από τις εξελίξεις.
Η πρώτη τάση είναι, όσο προχωρούν οι διαδικασίες στον
οδοστρωτήρα των αγορών με στόχο την πλανητική λεγόμενη οικονομία, τόσο πιο
ανεξέλεγκτος, αδυσώπητος και αδίστακτος να γίνεται ο ανταγωνισμός στις κορυφές
του συστήματος, για την παγκόσμια κυριαρχία, την αναδιανομή των σφαιρών
επιρροής, τους τρόπους δηλαδή μεριδίων αγοράς. Και μάλιστα, όσο πιο αδίστακτος
και αδυσώπητος θα γίνεται ο ανταγωνισμός, τόσο θα αυξάνεται η πιθανότητα
γενικευμένων πολεμικών συγκρούσεων, σε διεθνές επίπεδο, ακόμα και στην καρδιά
της Ευρώπης.
Βεβαίως, οι πολεμικές συγκρούσεις δεν είναι απαραίτητο να
έχουν τον χαρακτήρα των παγκόσμιων αναμετρήσεων που γνωρίσαμε ιστορικά, καθώς,
τον συγκεκριμένο χαρακτήρα τον πήραν επειδή το κράτος εξακολουθούσε να είναι
πρωταγωνιστής των εξελίξεων. Σήμερα δεν είναι το κράτος πρωταγωνιστής των
εξελίξεων, αλλά οι διεθνείς δυνάμεις της αγοράς, όπως έχουμε ακούσει πολλάκις
να μας λένε. Άρα, οι πόλεμοι γίνονται με νέους όρους, με όρους εμφυλίων
σπαραγμών, θρησκευτικών αναμετρήσεων, διαλυμένων κοινωνιών, όπως το βλέπουμε
παγκόσμια.
Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Γιατί ήδη έχει ξεκινήσει η πολεμική
αναμέτρηση σε διεθνές επίπεδο. Μόνο που δεν γίνεται απευθείας αναμέτρηση
ανάμεσα στους πόλους ισχύος, γίνεται με πιόνια. Είναι η πρώτη, ή μάλλον η
δεύτερη μεγαλύτερη κλιμάκωση πολεμικών αναφλέξεων που έχουμε στον πλανήτη μετά
τη μετασοβιετική εποχή, μετά την μεταπολεμική περίοδο, στην ουσία μετά τον 2ο
Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η δεύτερη τάση είναι ότι όλο και περισσότερο θα αναγεννιέται
κάτω από αυτές τις εξελίξεις το εθνικό ζήτημα για τους λαούς, όλους τους λαούς,
οι οποίοι θα μετατρέπονται σε δουλοπάροικους των διεθνών αγορών. Και αν αυτό το
εθνικό ζήτημα για τους λαούς δεν διεκδικηθεί στη βάση της δημοκρατίας με όρους
κοινωνικής επανάστασης, είναι σίγουρο ότι θα γεννήσει εθνικούς και
θρησκευτικούς πολέμους ακόμα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το εθνικό ζήτημα θα
αναγεννηθεί στην Ευρώπη έστω κι αν αναγεννηθεί με όρους 17ου αιώνα, με όρους
δηλαδή Τριακονταετούς πολέμου. Η πορεία ολοκλήρωσης της Ευρωπαϊκή Ομοσπονδίας
θα συνδυαστεί αναγκαστικά με εμφύλιες συρράξεις, με αποσχηστικά κινήματα, με
μετακινήσεις πληθυσμών, με διάλυση κρατών, με πολεμικές εκρήξεις, αλλά και με
μεγάλες κοινωνικές εξεγέρσεις.
Και εδώ βεβαίως παίζει κορυφαίο ρόλο το πώς τα λαϊκά
κινήματα θα αντιδράσουν αναδεικνύοντας το εθνικό ζήτημα στο έδαφος της δημοκρατίας,
διεκδικώντας πάλι το κράτος τους με τον τρόπο που το διεκδικούσαν πάντα οι λαοί
την πατρίδα τους από κάθε εσωτερική κι εξωτερική επιβουλή. Αλλιώς η συντριβή
των λαών θα οδηγήσει στην έξαρση θρησκευτικών κινημάτων και εθνοτικών ταραχών
ακόμη και στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αγαπητοί φίλοι, συναγωνίστριες και συναγωνιστές.
Οι εξελίξεις στην Ελλάδα, μετά από τρία σχεδόν χρόνια
επιβολής μνημονίων και δανειακών συμβάσεων έχουν φέρει σε τέτοια κατάσταση τον
λαό και την χώρα, όπου η ύφεση να έχει μετατραπεί σε χρόνια κατάρρευση και
γενικευμένη παρακμή.
Το καθεστώς κατοχής έχει αλλάξει τη συνταγματική τάξη
πραγμάτων στην Ελλάδα. Δεν έχει
απομείνει κανένα θεσμικό στήριγμα στον ελληνικό λαό. Τι απομένει; Μένει η συνταγματική αναθεώρηση που
προετοιμάζουν. Να περάσουν δηλαδή αυτές τις αλλαγές και να τις αποτυπώσουν
σε συνταγματικές διατάξεις, έτσι να
κατοχυρώσουν με κάθε δυνατό τρόπο τα δικαιώματα των δανειστών και των ξένων
στην εθνική επικράτεια.
Ποια είναι η αντικειμενική κατάσταση σήμερα; Έχουμε μια
πρωτοφανή, τρομερή επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης της πλειοψηφίας των ελληνικών
νοικοκυριών. Μια επιδείνωση που όλοι γνωρίζουν ότι θα γίνει πολύ χειρότερη το
αμέσως επόμενο διάστημα. Η κατάσταση αυτή οδηγεί τα περισσότερα νοικοκυριά στην
απελπισία και την απόγνωση, στη μιζέρια και στην κατάθλιψη. Είναι αδύνατον
πλέον να τα βγάλουν πέρα στον αγώνα της επιβίωσης. Ακόμη και τα μέχρι πρότινος
καλύτερα αμειβόμενα στρώματα των εργαζομένων και των ελευθεροεπαγγελματιών
αντιμετωπίζουν πια στη μεγάλη τους πλειοψηφία το πλήρες αδιέξοδο. Ενώ τα
παραδοσιακά μεσαία στρώματα αντιμετωπίζουν την απόλυτη καταστροφή.
Όλα αυτά τα ξέρουμε καλά. Δεν έχει κανείς παρά να μετρήσει
την προσωπική του εμπειρία και θα πειστεί για το πού βρισκόμαστε. Τι πρέπει να
κάνουμε; Κάποιοι νομίζουν ότι η απελπισία, η απόγνωση, η αδυναμία πλέον
επιβίωσης πολύ πλατιών στρωμάτων του λαού είναι το εύφλεκτο υλικό που γεννά τις
κοινωνικές εξεγέρσεις. Πιστεύουν δηλαδή ότι όσο επιδεινώνεται η κατάσταση του
λαού, τόσο περισσότερο σπρώχνεται ο ίδιος ο λαός στην εξέγερση. Δεν είναι
αλήθεια. Οι αληθινές κοινωνικές εξεγέρσεις γεννιούνται μόνο όταν υπάρχει,
δυναμώνει και λειτουργεί ως καταλύτης ένα αυθεντικό λαϊκό κίνημα με ισχυρή
πολιτική παρουσία και με ρίζες στην ίδια την κοινωνία. Αλλιώς οι συνθήκες που
βιώνει σήμερα ο λαός μπορεί ίσως να γεννήσουν βίαια ξεσπάσματα οργής, απόγνωσης
και απελπισίας, αλλά συνολικά οδηγούν στο κοινωνικό και πολιτικό περιθώριο πολύ
πλατιά στρώματα και μάζες. Τα οδηγούν σε κατάσταση «κουρελοπρολεταριάτου», τόσο
σε επίπεδο διαβίωσης, όσο και σε επίπεδο συνείδησης. Κυρίως σε επίπεδο
συνείδησης. Κι απ’ αυτό το υλικό της κοινωνικής αθλιότητας είναι φτιαγμένο μόνο
το Αυγό του Φιδιού.
Τι άλλο έχουμε ως πραγματικό δεδομένο; Επί δεκαετίες το
κυρίαρχο σύστημα έχει ενσταλάξει στη συνείδηση της κοινωνίας την πεποίθηση, ότι
μόνος του ο καθένας μπορεί να την βγάλει καθαρή, κοινώς να τα βολέψει,
αξιοποιώντας οποιαδήποτε ευκαιρία του δοθεί. Τα πολύ πλατιά λαϊκά στρώματα
βίωσαν την πλήρη απαξίωση των παραδοσιακών μορφών συλλογικής έκφρασης,
εκπροσώπησης και οργάνωσής τους είτε στο επίπεδο της κοινωνίας, είτε στο
επίπεδο της πολιτικής. Ο απλός κόσμος διδάχτηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια μόνο
να υποχωρεί και να χάνει. Οι ηγεσίες του τον πρόδιδαν σε κάθε του βήμα και τον
έμαθαν να δέχεται μόνο ήττες, γιατί έτσι ή αλλιώς «δεν μπορεί να γίνει τίποτε
άλλο». Έτσι, ο απλός κόσμος έμαθε να βασίζεται μόνο στις δικές του
εξατομικευμένες δυνάμεις, να μην εμπιστεύεται κανέναν και καμιά οργάνωση.
Προσπαθούσε να επιβιώσει όχι με όπλο τα δικαιώματά του και την αξιοπρέπειά του
ως πολίτης, ως εργαζόμενος και ως Έλληνας, πράγμα που μόνο συλλογικά και
οργανωμένα μπορούσε να διεκδικήσει, αλλά με τις ευκαιρίες που του
παρουσιάζονταν για να αρπαχτεί από κάπου, ή για να εκμεταλλευτεί καταστάσεις.
Έτσι, τα πλατύτερα στρώματα του λαού βρέθηκαν να
αντιμετωπίζουν την χειρότερη κρίση και απειλή στην ιστορία της χώρας, χωρίς
ούτε καν την στοιχειώδη εμπειρία συλλογικής δράσης και οργάνωσης. Κλήθηκαν από
τα πράγματα, να δώσουν την πιο σημαντική μάχη της ζωής τους χωρίς κανένα
εχέγγυο συλλογικότητας. Έπρεπε, να ανακαλύψουν στην πράξη και από το μηδέν αυτά
που σε άλλες εποχές και για άλλες ιστορικές γενιές ήταν λίγο ή πολύ αυτονόητα.
Τους τρόπους δηλαδή που πλατιά κοινωνικά στρώματα οργανώνονται αφ’ εαυτού τους
και συγκροτούνται σε λαό προκειμένου να αναμετρηθεί με την απειλή που
αντιμετωπίζει. Και προκειμένου να γίνει κάτι τέτοιο θα έπρεπε να απαλλαγούν από
την νοσηρή επιρροή των μορφών οργάνωσης, κυρίως των υφιστάμενων κομματικών
μηχανισμών, που ενώ έχουν απαξιωθεί παντελώς στη συνείδηση της κοινωνία,
εξακολουθούν να την στοιχειώνουν και να την κρατούν αλυσοδεμένη.
Τι χρειάζεται σήμερα για να κινητοποιηθεί ο λαός και να
συγκροτηθεί σε ένα κοινωνικό υποκείμενο ικανό να ανατρέψει το υφιστάμενο
καθεστώς; Τρία κυρίως πράγματα:
Πρώτο: Να γνωρίζει με σαφήνεια τον κοινό εχθρό και την
απειλή που αντιμετωπίζει. Ποιος είναι ο κοινός εχθρός που απέναντί του πρέπει
να ενωθεί ο λαός; Άλλοι λένε τα μνημόνια και άλλοι ο καπιταλισμός. Η αλήθεια
είναι ότι ο εχθρός που απειλεί να αφανίσει αυτόν τον τόπο είναι ένα ιδιότυπο
καθεστώς κατοχής και αποικιακού ολοκληρωτισμού που επιβλήθηκε στην χώρα και
στον λαό της από την τρόικα, το ευρώ και το ευρωσύστημα μαζί με το πολιτικό
προσωπικό της χώρας και την ντόπια οικονομική ολιγαρχία. Πώς μπορεί να
απαντήσει ο λαός σ’ αυτή την απειλή; Μόνο μ’ έναν τρόπο: διεκδικώντας την
εθνική του αυτοδιάθεση με σκοπό την κατάκτηση της δημοκρατίας από τον ίδιο.
Αυτό το νόημα έχει το αίτημα για την μονομερή διαγραφή του χρέους, αλλά και της
εξόδου από το ευρώ με την εισαγωγή εθνικού κρατικού νομίσματος.
Δεύτερο: Χρειάζεται η δική του οργανωμένη πρωτοβουλία,
δηλαδή τη δική του οργάνωση. Κι αυτή η οργάνωση θα πρέπει να ενώνει τον λαό
πάνω και πέρα από ιδεολογικές διαχωριστικές γραμμές. Με διαιρεμένο τον λαό δεν
μπορεί να υπάρξει κίνημα αντίστασης και ανατροπής. Σε ποια βάση μπορεί να
ενωθεί ο λαός; Πρώτα και κύρια πάνω στην ανάγκη υπεράσπισης της πατρίδας του.
Υπάρχει ανάγκη υπεράσπισης της πατρίδας; Όσο ποτέ άλλοτε. Η πατρίδα σήμερα και
μαζί της ο λαός κινδυνεύει πολύ περισσότερο ακόμη κι από την εποχή της
ναζιστικής κατοχής και του πολέμου. Από τον πόλεμο μπορεί να διασωθεί ένας λαός
ακόμη και χωρίς κίνημα αντίστασης. Από τον σημερινό οδοστρωτήρα των αγορών και
των υπερεθνικών οργανισμών που ισοπεδώνουν έθνη, κράτη και λαούς δεν μπορεί να
σωθεί κανένας λαός αν δεν αντιτάξει σθεναρή αντίσταση, αν δεν διεκδικήσει για
τον εαυτό του την χώρα του, αν δεν γίνει αφέντης στον τόπο του και δεν κερδίσει
την πατρίδα του. Κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο από τον ίδιο συγκροτημένο σ’ ένα
ενιαίο παλλαϊκό και πατριωτικό Μέτωπο αναγέννησης της Ελλάδας μακριά από τους
εμφυλιοπολεμικούς διαχωρισμούς δεξιάς και αριστεράς.
Τρίτο: Χρειάζεται πίστη στη νίκη. Χρειάζεται ο λαός μας να
πιστέψει ότι μπορεί να τα καταφέρει. Ο μεγαλύτερος εχθρός σήμερα δεν είναι οι
αυταπάτες, ή οι φρούδες ελπίδες που πλασάρουν τα κόμματα του ευρώ και της
κατοχής. Σ’ αυτά απαντά η κοινωνική εμπειρία. Ο μεγαλύτερος εχθρός σήμερα είναι
η παραίτηση, η μοιρολατρία, η κατάθεση των όπλων, η παράδοση άνευ όρων στην
εικονική πραγματικότητα της κυρίαρχης κοινοβουλευτικής πολιτικής που ποτέ δεν
εξέφρασε τον λαό και σήμερα πνέει τα λοίσθια καθώς βυθίζεται στην κοινωνική
ανυποληψία. Για να αποκτήσει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του ο λαός, να πιστέψει
ότι μπορεί να νικήσει, απαιτείται πλατιά μαζική οργάνωση του ίδιου του λαού. Κι
όχι μόνο. Απαιτείται μια τεράστια προσπάθεια αναγέννησης της εθνικής και
κοινωνικής του συνείδησης. Κι αυτό δεν αφορά μόνο την πολιτική, αλλά χρειάζεται
και την αποφασιστική συμβολή της τέχνης, της κουλτούρας, του πολιτισμού
ευρύτερα. Ένα αυθεντικά παλλαϊκό Μέτωπο σήμερα δεν είναι ή οφείλει να μην είναι
απλά και μόνο ο φορέας των πιο ζωτικών και άμεσων αιτημάτων του λαού. Οφείλει
να είναι και φορέας μιας νέας κουλτούρας, ενός νέου πολιτισμού που αναδεικνύει
με σύγχρονους όρους τις αρετές και τα προτερήματα του λαού μας, που επιτρέπει
στον λαό μας να αποκτήσει συναίσθηση του ρόλου και της ιστορίας του. Αν δεν
συμβεί αυτό, ο λαός μας δεν θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια του, δεν θα
μπορέσει να βρει τις ψυχικές αντοχές για την μάχη που έχει να δώσει. Δεν θα
μπορέσει καν να βρει τον εαυτό του.
Για να μπορέσει λοιπόν ο λαός να ξεσηκωθεί χρειάζεται να
έχει ξεκάθαρο τι πρέπει να υπερασπιστεί απέναντι σε ποιον. Χρειάζεται η δική
του πρωτοβουλιακή και αυτόνομη μαζική οργάνωση. Χρειάζεται πίστη στη νίκη. Πώς
μπορούν να επιτευχθούν όλα αυτά; Μόνο με την κατάκτηση της ενότητας μέσα στις
τάξεις του ίδιου του λαού πάνω στη βάση του κεντρικού καθήκοντος σήμερα: της
υπεράσπισης της πατρίδας.
Πολλοί ρωτούν: πώς μπορεί να κατακτηθεί αυτή η πατριωτική
ενότητα του λαού; Η απάντηση που δίνει κανείς εξαρτάται από δυο πολύ βασικές
παραμέτρους:
Πρώτο, από το κατά πόσο θεωρεί τον λαό μας ικανό για
αυτόβουλη οργανωμένη δράση. Με άλλα λόγια, κατά πόσο θεωρεί ότι ο λαός μας
είναι σε θέση να εκφραστεί ο ίδιος πρωτογενώς, χωρίς την ανάγκη για
διαμεσολάβηση από πολιτικά κόμματα και δυνάμεις. Το ΕΠΑΜ συγκροτήθηκε στη βάση
της πεποίθησης ότι ο λαός μπορεί να εκφραστεί πρωτογενώς, ο ίδιος, χωρίς να
έχει ανάγκη από πατερούληδες της δεξιάς ή της αριστεράς, ή αυτοχρισμένους
κομματικούς εκπροσώπους. Το ΕΠΑΜ ιδρύθηκε με στόχο όχι να εκφράσει τον λαό,
αλλά να λειτουργήσει καταλυτικά ώστε ο λαός ο ίδιος, πρωτογενώς και
αυτοπροσώπως μέσα από την δική του αυτόνομη οργάνωση να διεκδικήσει την πατρίδα
του. Στη βάση αυτή στηρίζει την αντίληψη για την δημοκρατία για την οποία
παλεύει ως Μέτωπο. Επομένως την ενότητα του λαού την εξαρτά από την οργάνωση
του ίδιου του λαού κι όχι από την ενότητα κομμάτων ή δυνάμεων που μιλάνε εξ
ονόματος του λαού.
Δεύτερο, από το κατά πόσο θεωρεί κανείς ότι πράγματι το
κορυφαίο ζήτημα ενότητας του ίδιου του λαού σήμερα είναι η υπεράσπιση της
πατρίδας του από τον αποικιοκρατικό ολοκληρωτισμό του ευρώ, της Ευρωπαϊκής
Ομοσπονδίας και των ανοιχτών αγορών. Δεν μπορούμε σήμερα να συντελείται η
μαζική εξόντωση του ελληνικού λαού, μια αληθινή γενοκτονία του ελληνικού έθνους
και το πρωτοφανές ξεπούλημα της πατρίδας με όρους που μόνο οι Χιτλερικοί είχαν
τολμήσει να κάνουν, αλλά δεν τα κατάφεραν κι εμείς να θεωρούμε ακόμη
προοδευτικές τις δυνάμεις εκείνες που αρνούνται να μιλήσουν έστω για όλα αυτά.
Δυνάμεις που τάσσονται ενάντια στο συγκεκριμένο πατριωτικό καθήκον σήμερα,
είναι δυνάμεις αντιδραστικές, δυνάμεις ξενόδουλες, δυνάμεις δωσιλογισμού όσο
και ότι προοδευτικά ή αριστερά πρόσημα κι αν διαθέτουν.
Πώς μπορεί να επιτευχθεί η ενότητα του λαού στη βάση των
σημερινών πατριωτικών καθηκόντων; Πρώτα και κύρια με την συνεργασία και την
κοινή δράση σε επίπεδο κινημάτων. Στο επίπεδο αυτό το ΕΠΑΜ είναι ανοιχτό σε
όλους χωρίς κανενός είδους προϋπόθεση. Δεν συμμετέχει όμως σε κανένα σχήμα, ή
μόρφωμα που αυτοαναγορεύεται με το έτσι θέλω σε εκφραστή του λαού, ακόμη κι αν
έχει ορθές θέσεις στα χαρτιά, είτε εκφράζει το γνωστό κόμμα που δεν θέλει άλλα
κόμματα. Το ΕΠΑΜ πιστεύει στην ενότητα της βάσης, στην ενότητα που οικοδομείται
από τα κάτω με ανοιχτά σχήματα και πρωτοβουλίες όπου είναι αποδεκτοί όλοι χωρίς
πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων. Πιστεύει στην ενότητα πάνω στο πρόβλημα
όπου ο λαός πρέπει να οργανωθεί για να το αντιμετωπίσει άμεσα και όσο το
δυνατόν πιο αποτελεσματικά. Μια ενότητα που προάγει την απευθείας συμμετοχή του
λαού μέσα από μαζικές γενικές συνελεύσεις όπου οι ίδιες αποφασίζουν και
αναδεικνύουν εκπροσώπους, είτε πρόκειται για συνδικάτα, είτε για οποιαδήποτε
άλλη πρωτοβουλία. Το ΕΠΑΜ αρνείται να συμμετάσχει σε προκάτ σχήματα, ή
πρωτοβουλίες βιτρίνα συνεύρεσης πολιτικών οργανώσεων ερήμην του κόσμου.
Όσο πιο ανοιχτοί είμαστε στην ενότητα από τα κάτω, τόσο πιο
προσεκτικοί και επιλεκτικοί πρέπει να είμαστε στην ενότητα ανάμεσα σε πολιτικές
δυνάμεις. Υπάρχουν δυο σχολές σ’ αυτό το ζήτημα: Η σχολή του κοινοβουλευτικού
κρετινισμού, που την απασχολεί μόνο ή κυρίως η ενότητα σχημάτων που θα φέρουν
καλύτερα εκλογικά αποτελέσματα. Και η σχολή της δημοκρατίας που ενδιαφέρεται να
ενώσει τον λαό ως συλλογικό υποκείμενο άσκησης της κυριαρχίας στην χώρα του.
Η μεν πρώτη σχολή ξοδεύεται σε κάθε είδους πολιτικό τέχνασμα
που διευκολύνει την δημιουργία πολιτικών παρατάξεων, ή πόλων με σκοπό το
αντίκρισμα σε ψήφους. Αυτού του είδους η ενότητα είναι καταδικασμένη να αναγεννά
όλο και πιο έντονα τις φαγωμάρες σε κάθε στροφή της συγκυρίας προκειμένου να
αναδιανεμηθούν οι «σφαίρες επιρροής» και να ξαναμοιραστεί η τράπουλα ανάμεσα σε
κάθε ιδιαίτερη γκρούπα, συνιστώσα, ή σχήμα. Δεν εμπιστεύεται καθόλου τον λαό
και προπαντός την ανεξαρτησία της δικής του πρωτοβουλιακής δράσης. Γι’ αυτό και
η ενότητα – πάντα προσωρινή και στιγματισμένη με ποικίλες σκοπιμότητες – αφορά
αυτούς που διαμεσολαβούν για τον λαό κι όχι τον ίδιο τον λαό πρωτογενώς. Το
κλειδί αυτής της λογικής βρίσκεται στο γεγονός ότι δεν πιστεύουν στην
ανεξάρτητη και αυτόβουλη δράση του ίδιου του λαού. Και δεν πρόκειται ποτέ να
την επιτρέψουν. Γι’ αυτόν τον άμοιρο λαουτζίκο θα πρέπει πάντα να αποφασίζουν
κάποιοι άλλοι με τα κατάλληλα ιδεολογικά και πολιτικά εφόδια. Ο λαός οφείλει
απλά να είναι ουραγός της εκάστοτε αυτοδιορισμένης πρωτοπορίας, ή πολιτικής
ηγεσίας, καθότι είναι ανίκανος να σκεφτεί και να δράσει από μόνος του.
Η δεύτερη σχολή ψάχνει την ενότητα του λαού με πρώτη πράξη
την ανοιχτή διάσπαση, την διαίρεση, τον διαχωρισμό. Για να υπάρξει αληθινή
ενότητα του λαού και να οικοδομηθεί στην πράξη μέσα στην κοινωνία θα πρέπει
πρώτα να ξεκόψουμε οριστικά και αμετάκλητα με όλες εκείνες τις θεωρίες και τις
πρακτικές που διαιρούν τον λαό. Όχι μόνο να ξεκόψουμε απ’ αυτές, αλλά πρέπει
και να τις πολεμήσουμε μέχρι αφανισμού τους. Λες και πολεμάμε ένα άλλο είδος,
έναν παρασιτικό μύκητα που έχει την ιδιότητα να κλωνοποιείται μέσα στο υγιές
σώμα της κοινωνίας και να το μετατρέπει σε τέρας. Μόνο αν ξεφορτωθούμε αυτόν
τον παρασιτικό μύκητα θα μπορέσει ο λαός να ενωθεί, να οργανωθεί πλατιά και να
συγκροτηθεί ως συλλογικό υποκείμενο για την κατάκτηση της εξουσίας από αυτόν
τον ίδιο ώστε να οικοδομήσει την δική του αυθεντική δημοκρατία.
Επομένως κανένα αυθεντικό Μέτωπο του λαού δεν μπορεί να
ανδρωθεί, να κερδίσει τις πιο πλατιές μάζες, αν πρώτα δεν χρεοκοπήσουν μέχρι
εξαφανίσεως όλες εκείνες οι θεωρίες και οι πρακτικές διαίρεσης του λαού. Αν
πρώτα δεν εξοντώσουμε κυριολεκτικά τον παρασιτικό μύκητα του κομματικού
συστήματος. Και μιλάμε πρώτα και κύρια για τους κομματικούς μηχανισμούς και για
όσους επιδόξους θέλουν να τους μιμηθούν διαμέσου κάποιας παραλλαγής του
κοινοβουλευτικού κρετινισμού. Αυτό είναι το πρώτο και βασικό καθήκον μιας
οργάνωσης που φιλοδοξεί να μετεξελιχθεί σε αυθεντικό Μέτωπο όλου του λαού.
Τι είναι όμως εκείνο που διαιρεί τον λαό; Αυτό που ήταν
πάντα. Η πίστη σε πολιτικά και θρησκευτικά δόγματα. Επομένως, τι πρέπει να
γίνει για να μπορέσει να υπάρξει ενότητα του λαού; Να υπερβούμε τα πολιτικά και
θρησκευτικά δόγματα. Τι σημαίνει αυτό; Δεν σημαίνει ότι καταργούμε την πίστη σ’
αυτά, αλλά δεν θέτουμε ως προϋπόθεση του Μετώπου την πίστη σε κάποια από αυτά.
Το Μέτωπο για να είναι αυθεντικά λαϊκό, για να μπορέσει να ενώσει όλο τον λαό,
οφείλει να είναι στην πράξη και στην λειτουργία του αληθινά ανεξίθρησκο τόσο σε
επίπεδο πολιτικών δογμάτων, όσο και θρησκευτικών. Δεν υπήρξε ποτέ στην ιστορία
αληθινό Μέτωπο του λαού στην Ελλάδα και διεθνώς όπου να μην κυριαρχούσε η
πολιτική και θρησκευτική ανεξιθρησκία. Διαφορετικά το Μέτωπο μετατρέπεται σε
μια ακόμη δογματική αίρεση, παράγοντας διαίρεσης μέσα στον λαό.
Συνεπώς, μπορεί να υπάρξει αριστερό Μέτωπο που να ενώνει τον
λαό; Ούτε κατά διάνοια. Όποιο νόημα, ριζοσπαστικό, λαϊκό, ταξικό, ή
αντικαπιταλιστικό κι αν επιχειρήσει να δώσει κανείς στην έννοια αριστερά. Δεν
υπήρξε ποτέ ένα τέτοιο Μέτωπο που να ενώνει τον λαό και δεν πρόκειται να
υπάρξει σήμερα. Πολύ περισσότερο σήμερα που η αριστερά έχει χάσει, ή τείνει να
χάσει ολοκληρωτικά όλους τους παραδοσιακούς οργανωτικούς και πολιτικούς δεσμούς
που διέθετε με τον εργαζόμενο λαό. Η ιδεολογία της σε όλες τις εκδοχές της και
η δράση της μέσα στην κοινωνία έχει απαξιωθεί σε βαθμό πρωτοφανή. Ενώ είναι σε
πολύ μεγάλο βαθμό ταυτισμένη – και δικαίως – με την απαξίωση των παραδοσιακών
συνδικάτων, που έχει οδηγήσει τους εργαζόμενους να χάσουν σε τρομακτικό βαθμό
την εμπιστοσύνη τους στην οργανωμένη συνδικαλιστική δράση.
Άλλωστε η ενότητα της αριστεράς, ή το μέτωπο της αριστεράς,
αφορά την ενότητα μιας πολιτικής παράταξης κι όχι την ενότητα του λαού. Η ίδια
η ύπαρξη της αριστεράς προϋποθέτει την ύπαρξη και μιας δεξιάς. Η ενότητα της
αριστεράς οδηγεί αναγκαστικά και στην ενότητα της δεξιάς. Όχι μόνο σε επίπεδο
σχηματισμών, αλλά και μέσα στον ίδιο τον λαό. Έτσι συντρίφτηκε το
εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα που είχε ενώσει τον λαό μετά στην ναζιστική κατοχή.
Ο εχθρός μετά την απελευθέρωση κατάφερε να το ταυτίσει με την αριστερά – με την
αποδοχή μάλιστα της ηγεσίας του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος – και να το
αποδυναμώσει τόσο ώστε να οδηγήσει τον λαό στον εμφύλιο σπαραγμό.
Σήμερα η αριστερά αντιπροσωπεύει την διάσπαση του λαού για
έναν ακόμη λόγο. Γιατί στο σύνολό της έχει εγκαταλείψει προπολλού τα πατριωτικά
καθήκοντα και την υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας ως κορυφαία αιτήματα που
εξασφαλίζουν την ενότητα του λαού. Ειδικά στις σημερινές συνθήκες όπου η
διάλυση του οργανωμένου εργατικού κινήματος έχει συνδυαστεί με την αποσάθρωση
του κοινωνικού ιστού και τον κατακερματισμό του λαού όχι σε συγκροτημένες
τάξεις, αλλά σε κοινωνικοεπαγγελματικές κατηγορίες και στρώματα που βρίσκονται
σε διαρκή αντιπαράθεση για την ίδια την επιβίωσή τους μέσα στην αγορά. Η
εσωτερική κοινωνική και ταξική αποσάθρωση του λαού έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο
σήμερα όπου ένα μεγάλο κομμάτι του έχει χάσει κάθε αίσθηση κοινού συμφέροντος
και εθνικού δεσμού. Είναι ζήτημα αν διαθέτει πια εθνική ταυτότητα κι επομένως
αδυνατεί να αποκτήσει οποιαδήποτε κοινωνική συνείδηση του ρόλου του στην πρόοδο
της σημερινής ελληνικής κοινωνίας.
Πρόκειται για τα στρώματα των απόρων και των ανέργων, ειδικά
των μακροχρόνια ανέργων, που αναπτύσσουν συνείδηση απαξίωσης των πάντων και
ζουν μόνο για ένα ξεροκόμματο. Για μια δουλειά, ακόμη και του ποδαριού, είναι
έτοιμοι να ξεπουλήσουν τα πάντα, συνείδηση, αξιοπρέπεια, πατρίδα. Αυτά τα
στρώματα που θεριεύουν καθώς βαθαίνει η κρίση, δεν μπορούν να κερδηθούν παρά
μόνο από ένα ρωμαλέο παλλαϊκό κίνημα αντίστασης και ανατροπής που θα τα
παρασύρει με την ορμή του, ή θα στρατολογηθούν αναγκαστικά από τις πιο μαύρες
δυνάμεις. Την δική τους πολιτική αδιαφορία για την πατρίδα, το συλλογικό καλό,
την δημοκρατία έχουν υιοθετήσει πολλοί στην σημερινή αριστερά ως «ταξική»
προσέγγιση. Κι έτσι αυτή η «ταξική» αριστερά αποτελεί τον καλύτερο σύμμαχο, το
alter ego, των πιο σκοταδιστικών δυνάμεων σήμερα. Το τσάκισμα του φασισμού σήμερα
στην συνείδηση της κοινωνίας και του λαού περνά αναγκαστικά μέσα από το
τσάκισμα κι αυτής της «ταξικής» αριστεράς. Διαφορετικά δεν μπορεί να ανοίξει ο
δρόμος της ενότητας του λαού στη βάση της διεκδίκησης της δημοκρατίας και της
πατρίδας του.
Τι ωθεί στην δημιουργία όλων αυτών των σχημάτων, κομμάτων
και δυνάμεων που ξεπετάγονται κάθε μέρα; Υπάρχουν σήμερα δυνάμεις από όλα αυτά
τα ποικίλα σχήματα που γεννιούνται με ταχύτητα φωτός που πηγάζουν από την
ανάγκη να ενωθεί ο ίδιος ο λαός; Και μόνο μια απλή ματιά θα πείσει ακόμη και
τον πιο δύσπιστο ότι όλα αυτά τα σχήματα, αλλά κι όσα πρόκειται να προκύψουν,
αποτελούν θραύσματα ενός ολόκληρου πολιτικού συστήματος που καταρρέει.
Πρόκειται, αφενός, για φθαρμένες καταστάσεις και ερείπια άλλων εποχών που
επιχειρούν να επιβιώσουν πολιτικά σε συνθήκες πρωτοφανούς αστάθειας και
διάλυσης των παλιών πόλων του πάλαι ποτέ πανίσχυρου δικομματισμού. Κι αφετέρου
από τα υπολείμματα μιας αριστεράς που δεν μπόρεσε ποτέ να ενώσει τον λαό, ή
τους εργαζόμενους κι ούτε μπορεί σήμερα. Στερείται του τρόπου και της θέλησης
να το κάνει.
Καθοριστικό στοιχείο της σημερινής πολιτικής κατάστασης
είναι η ολοκληρωτική απαξίωση από την κοινωνία και τον λαό του πολιτικού
συστήματος, των ιδεολογιών και των πολιτικών συστημάτων του με βάση τα οποία
επιβίωνε μέχρι τώρα. Σήμερα ο λαός έχει χειραφετηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από
τα κόμματα που ψήφιζε ή ακολουθούσε μέχρι και πρόσφατα. Κι αυτό ανεξάρτητα από
το αν τα ψηφίζει ακόμη. Τα στρώματα εκείνα του λαού που θεωρούν σήμερα ως «δικό
τους» κάποιο από τα επίσημα κόμματα της δεξιάς ή της αριστεράς έχουν
συρρικνωθεί στο ελάχιστο. Το ποσοστό αυτού του λαού δεν ξεπερνά το 20-30% το
πολύ. Σε λίγο θα είναι αμελητέα ποσότητα. Φροντίζει η οξύτητα της κρίσης. Ενώ
όλος ο υπόλοιπος λαός έχει αναπτύξει ισχυρά αρνητικά αντανακλαστικά ενάντια
στους επίσημους κομματικούς μηχανισμούς δεξιάς και αριστεράς που θεωρεί – και
δικαίως – ότι τον πρόδωσαν και τον έσυραν στη σημερινή κατάσταση.
Το γεγονός ότι ψηφίζει όποιον αναγκάζεται να ψηφίσει κάτω
από το σημερινό καθεστώς ωμών εκβιασμών, αφόρητης πίεσης και εξαπάτησης με
όμηρο τον ίδιο και τις τόσο πιεστικές ανάγκες του, όπως και μέσα από την
συστηματική καλλιέργεια της ήττας, του φόβου και της παράδοσης άνευ όρων, δεν
αναιρεί το γεγονός που αναφέραμε παραπάνω. Όταν λοιπόν δεν ελέγχουν τα κόμματα
και τα σχήματα που υπάρχουν σήμερα τον απλό κόσμο στην μεγάλη πλειοψηφία του.
Ούτε κι ο κόσμος νιώθει υποχρεωμένος σ’ αυτά, τότε γιατί θα πρέπει να παίξει
κανείς μαζί τους; Γιατί θα πρέπει να βάλει ως προτεραιότητα την ενότητα κάποιων
σχημάτων και κομμάτων, που έτσι ή αλλιώς δεν έχουν αντίκρισμα ή εκτόπισμα μέσα
στην κοινωνία, έναντι του λαού απευθείας;
Μπορούμε σήμερα μέσα από την συνένωση κάποιων σχημάτων και
κομμάτων να διευκολύνουμε την ενότητα του λαού; Ούτε κατά διάνοια. Πολύ περισσότερο
όταν κανένα υπαρκτό σχήμα ή θεωρία δεν προτάσσει σήμερα την αυτοτελή ενότητα
του λαού μακριά από πολιτικά και θρησκευτικά δόγματα που τον διαιρούν και στην
βάση των βασικών καθηκόντων που απορρέουν από την υπεράσπιση της πατρίδας του
σήμερα. Κανένα άλλο πολιτικό ή οικονομικό αίτημα δεν μπορεί να ενώσει σήμερα
τον λαό όσο το πατριωτικό του καθήκον. Αν θέλει βέβαια να σωθεί και να μην
μετατραπεί σε μετανάστη μέσα στην ίδια του την χώρα.
Υπάρχει θέμα υπεράσπισης της πατρίδας σήμερα; Όσο ποτέ άλλοτε!
Σε τι συνίσταται σήμερα η υπεράσπιση της πατρίδας από την σκοπιά του λαού; Στην
μονομερή διαγραφή του χρέους, στην έξοδο από την ευρωζώνη και την ΕΕ με σκοπό
την κατάκτηση της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας με σκοπό την θεμελίωση
της δημοκρατίας στη βάση της ολόπλευρης λαϊκής κυριαρχίας. Μπορεί να υπάρξει
άλλος στόχος πιο επίκαιρος και ενωτικός για όλο τον λαό; Ούτε κατά διάνοια.
Σε μια τέτοια εντελώς πρωτότυπη κατάσταση, όπου ο λαός είναι
παντελώς ανοργάνωτος τόσο σαν εργαζόμενος, όσο και σαν πολίτης. Με την
κοινωνική συνείδησή του, ακόμη και σε επίπεδο εθνικής ταυτότητας, να καταρρέει,
αλλά χειραφετημένος από τα κόμματα και τις ιδεολογίες που παραδοσιακά τον
διαιρούσαν σε δεξιό και αριστερό, πώς μπορεί να επιτευχθεί η ενότητά του;
Καταρχάς κανένα κόμμα, ή συμμαχία κομμάτων δεν μπορεί να εκφράσει σήμερα την
ενότητα ενός λαού που δεν εμπιστεύεται και καλά κάνει κανέναν κομματικό μηχανισμό
ή ιδεολογία. Το κόμμα με μαζική απήχηση και κοινωνική βάση δεν είναι προϊόν του
κοινοβουλευτισμού, αλλά εμφανίζεται σε ειδικές ιστορικές συνθήκες όταν
πρόκειται να εκφράσει συγκροτημένα ταξικά και κοινωνικά συμφέροντα στα πλαίσια
ενός λαού. Και το κόμμα αυτό μπορεί να τα εκφράσει μόνο όταν αυτά τα ταξικά και
κοινωνικά συμφέροντα βρίσκονται τουλάχιστον σε διαδικασία συγκρότησης μέσα στην
κοινωνία, μέσα στον ίδιο τον λαό.
Σήμερα, έχουμε ακριβώς το ανάποδο. Έχουμε μια διαδικασία
αποσυσπείρωσης και αποσάθρωσης ταξικών και κοινωνικών συμφερόντων μέσα σε μια
κοινωνία όπου ο ίδιος ο λαός αδυνατεί να συγκροτηθεί ως κοινωνικοπολιτικό
υποκείμενο απέναντι στο καθεστώς που τον τυραννά. Επομένως αυτό που προηγείται
είναι πρώτα η συγκρότηση ενός Μετώπου με παλλαϊκά χαρακτηριστικά το οποίο
οφείλει να δώσει την μάχη της συγκρότησης και της ενότητας του λαού, της από τα
κάτω οργάνωσής του μέσα από την αυτόνομη συγκρότηση τόσο των οργανώσεων του
Μετώπου, όσου και άλλων συλλογικοτήτων που εξασφαλίζουν αυτούσια και πρωτοβουλιακά
τον ίδιο τον λαό, αλλά και τσακίζοντας όλες τις θεωρίες και πρακτικές που
θέτουν κομματικά όρια και περιορισμούς μέσα στον ίδιο τον λαό. Χωρίς να
τσακιστούν αυτές οι θεωρίες και οι πρακτικές δεν μπορεί να προχωρήσει το
Μέτωπο. Δεν μπορεί καν να υπάρξει παρά μόνο σαν καρικατούρα κοινοβουλευτικών
συνδυασμών, σε μια εποχή όπου το κοινοβούλιο λειτουργεί όχι μηχανισμός μαζικής
εκποίησης των κοινωνικών και εθνικών δικαιωμάτων του λαού.
Υπάρχει τέτοια κοινωνικοπολιτική οργάνωση που κάνει αυτήν
ακριβώς την δουλειά; Μόνο το ΕΠΑΜ. Κι από την συνέπειά του στον δρόμο που έχει
χαράξει θα εξαρτηθεί τελικά η δημιουργία ενός αληθινού Μετώπου όλου του λαού
ικανού να ανατρέψει το καθεστώς και να κερδίσει την χώρα του.
Τότε ποια πρέπει να είναι η πολιτική συνεργασιών του
Μετώπου; Εμείς θέσαμε εξαρχής τις βασικότερες προϋποθέσεις μια πιθανής
συνεργασίας. Ή τουλάχιστον για να καθίσουμε να συζητήσουμε συνεργασία με τον
οποιοδήποτε. Κι αυτές είναι τρεις:
(α) Να βρίσκεται στους δρόμους, δηλαδή μέσα στην κοινωνία
και να μάχεται έμπρακτα ενάντια στο καθεστώς, χωρίς να δεσμεύεται από
κομματικές ισορροπίες ή άλλους υπολογισμούς και σκοπιμότητες, αλλά να συμβάλει
στην μαζική κινητοποίηση του λαού και στην αφύπνισή του.
(β) Να θέτει ξεκάθαρα θέμα ανατροπής του υπάρχοντος καθεστώτος,
διαφορετικά δεν μπορεί να προχωρήσει οτιδήποτε θετικό για τον λαό από την
στιγμή που έχει αλλάξει δραστικά το σύνολο της συνταγματικής τάξης της χώρας
υπό καθεστώς πλήρους θεσμοθετημένης ανομίας, ή σωστότερα υπό καθεστώς
ανελαστικών "διεθνών δεσμεύσεων" υπέρ των δανειστών και της
ευρωζώνης.
(γ) Να αγωνίζεται για την κατάκτηση της δημοκρατίας, που
σήμερα δεν μπορεί να διεκδικηθεί διαφορετικά παρά μόνο με την επιβολή
Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης για την σύνταξη και ψήφιση νέου Συντάγματος
πρωτογενώς από τον ίδιο τον λαό.
Όλα τα υπόλοιπα τα συζητάμε. Δεν αρκεί λοιπόν να μιλά
κάποιος για διαγραφή του χρέους, ούτε για εθνικό νόμισμα. Το εθνικό νόμισμα
ξεκομμένο από την μονομερή καταγγελία και διαγραφή του χρέους, ξεκομμένο από
την ανατροπή του υφιστάμενου καθεστώτος "διεθνών δεσμεύσεων" και
εκποίησης της χώρας, ξεκομμένο από την διεκδίκηση της δημοκρατίας εδώ και τώρα,
δεν σημαίνει απολύτως τίποτε. Μέσα στα πλαίσια αυτά κάνουμε κάθε δυνατή
προσπάθεια να βρεθούμε όλοι, κινήματα, δυνάμεις και πρωτοβουλίες ώστε να
συζητήσουμε τις δυνατότητες συνεργασίας. Ανοιχτά και δημόσια.
Ρωτούν ορισμένοι, συχνά καλοπροαίρετα: μα μόνοι μας θα τα
βάλουμε με το καθεστώς; Ναι, αν χρειαστεί θα τα βάλουμε και μόνοι μας. Ο
καθένας μόνος του δεν πήρε την απόφαση να πολεμήσει; Πολλοί από εμάς μόνοι τους
δεν πήραν την απόφαση ότι δεν πάει άλλο, ότι η προσωπική τους αξιοπρέπεια δεν
τους επιτρέπει αυτή την κατάντια; Είμαστε όμως μόνοι μας; Όχι. Όσο ξέρουμε να
δουλεύουμε μέσα στον απλό κόσμο, στον κανονικό κόσμο της γειτονιάς και της δουλειάς,
τότε ποτέ δεν θα μείνουμε μόνοι μας. Νέες δυνάμεις από τον ίδιο τον λαό θα
αναπτύσσονται. Νέα κινήματα που θα μπορούμε να συμπορευτούμε και να κάνουμε την
διαφορά. Αρκεί να ξεκαθαρίζουμε κάθε φορά που βρίσκεται η βασική διαχωριστική
γραμμή.
Το ΕΠΑΜ δεν ασκεί πολιτική για το θεαθήναι, ούτε για να
προσελκύσει το «τηλεοπτικό ενδιαφέρον». Είναι πρωτοπόρο στη δουλειά που κάνει
μέσα στον λαό. Κι όσο ακολουθεί απαρέγκλιτα αυτόν τον δρόμο, δεν υπάρχει τρόπος
να αποτύχει. Το Μέτωπο από την ιδρυτική του τάχθηκε καθαρά υπέρ της
κινητοποίησης της πλειοψηφίας του λαού μέσα από την οργάνωσή του σε γειτονιές
και εργασιακούς χώρους, δίχως διαχωρισμούς ιδεολογίας και κομματικής
ταυτότητας. Αυτό είναι το νόημα του παλλαϊκού, που φέρει στην προμετωπίδα του
το Μέτωπο και αυτό αποτελεί την βασική κατεύθυνση στην δουλειά του ΕΠΑΜ μέσα
στον λαό. Βεβαίως, αυτό για να γίνει απαιτεί χρόνο, χρόνο για να ωριμάσει η
κοινωνία με καταλύτη την μαζική δράση και την οργανωτική δουλειά του Μετώπου.
Απαιτεί ιδιαίτερες αντοχές, αφοσίωση από τους αγωνιστές και τυφλή, θα λέγαμε με
μια δόση υπερβολής, πίστη στη δύναμη του λαού και στην ικανότητά του, να βγει
μπροστά και να επιφέρει την ανατροπή. Αυτός, ο λαός δηλαδή, οφείλει να βγει
μπροστά για να επιφέρει την ανατροπή με την δική μας καταλυτική παρέμβαση.
Κανένας δεν μπορεί και δεν πρέπει να τον αντικαταστήσει, ή να το υποκαταστήσει
γιατί θα οδηγηθούμε σε πολύ σκοτεινά μονοπάτια ακόμη και με τις καλύτερες
προθέσεις.
Αυτή ήταν εξαρχής και παραμένει η βασική φιλοδοξία του ΕΠΑΜ.
Γι’ αυτό και το Μέτωπο πήρε την ονομασία Ενιαίο και Παλλαϊκό. Στα ιδρυτικά μας
κείμενα έχουμε εξηγήσει αναλυτικά, ότι το Μέτωπο δεν πιστεύει σε
αυτοδιορισμένες πρωτοπορίες, ούτε σε οργανώσεις που αυτοανακηρύσσονται λυτρωτές
του λαού. Όσοι εμφορούνται από τέτοιες αντιλήψεις δεν μπορούν να είναι μέλη του
Μετώπου. Όποιος πιστεύει ότι ο λαός δεν μπορεί να αντιδράσει και ότι δεν έχει
νόημα η οργανωτική δουλειά μέσα στον λαό, τότε αυτός δεν μπορεί να είναι μέλος
του Μετώπου.
Τα τονίζουμε όλα αυτά, γιατί δεν θεωρούμε ότι είναι
καταχτημένα από όλους τους συναγωνιστές μέσα στις γραμμές μας. Υπάρχουν ακόμη
και σήμερα μέλη του ΕΠΑΜ που θεωρούν ότι ο λαός δεν είναι σε θέση, να πετύχει
το οτιδήποτε αφεαυτού του, αντιμετωπίζουν την παλλαϊκή οργάνωση στην γειτονιά
και στο χώρο δουλειάς ως χάσιμο χρόνου, γοητεύονται από επικοινωνιακές τακτικές
μόνο και μόνο για «να φανούμε», από ακτιβισμούς χωρίς αντίκρισμα στην μαζική
δράση, ενώ ταυτίζουν το κίνημα με δράσεις λίγων αποφασισμένων που με «δυναμικές
ενέργειες» υποτίθεται ότι θα υποκινήσουν τον κόσμο. Καμιά από όλες αυτές τις
λογικές δεν έχει, ούτε είχε ποτέ σχέση με την συγκρότηση και την δράση του
ΕΠΑΜ. Και θα πρέπει να τις αντιμετωπίζομαι ως ανοιχτά εχθρικές λογικές με το
Μέτωπο και τους σκοπούς του.
Η ανυπομονησία να γίνει κάτι γρήγορα – παρά κι ενάντια στην
αντικειμενική κατάσταση της ίδιας της κοινωνίας – για να γλυτώσουμε από το
σφαγείο που αρχίζει και συσσωρεύει εκατόμβες θυμάτων, αλλά και η λογική του
«καπετάν ένα» που πιστεύει, ότι δεν χρειάζεται ούτε τον λαό, ούτε την οργάνωση με
μαζική επιρροή και πανεθνική δικτύωση για να είναι «αγωνιστής», σπρώχνει
συναγωνιστές σε επικίνδυνες και ακραία τυχοδιωκτικές πρακτικές. Αν προσθέσουμε
σε όλα αυτά την έλλειψη αγωγής, ευθύτητας, προσωπικής αξιοπρέπειας και
εντιμότητας που μας έχει κληροδοτήσει η άρρωστη κατάσταση της κοινωνίας, τότε
δημιουργείται ένα εκρηκτικό μίγμα που ορισμένες φορές οδηγεί σε νοσηρότατες
συμπεριφορές μέσα στις γραμμές μας.
Κάθε μέλος του ΕΠΑΜ θα πρέπει να έχει ξεκαθαρισμένο στο
μυαλό του, ότι παλεύουμε για την ολοκληρωτική κάθαρση της εσωτερικής
κατάστασης, για την αναγέννηση εκ βάθρων της Ελλάδας και ότι θα πολεμήσουμε
αλύπητα κάθε εκδήλωση φαυλοκρατίας, ψευτιάς, ατιμίας και φιλοτομαρισμού. Δεν
μπορεί, μια οργάνωση σαν την δική μας, να προσπαθεί, να κινητοποιήσει τα λιγοστά
αποθέματα αξιοπρέπειας, εντιμότητας και αρετής που έχουν απομείνει στον πολύ
κόσμο και εμείς να μην δίνουμε το παράδειγμα με την στάση και την συμπεριφορά
μας. Μέσα σ’ έναν κυκεώνα ακραίων συμπεριφορών της κοινωνίας και πρωτοφανούς
ρευστότητας όπου τα πάντα είναι ανεκτά και επιτρεπτά, μέχρι και η απαξίωση της
ανθρώπινης ζωής, το μέλος του ΕΠΑΜ, το ίδιο το Μέτωπο θα πρέπει να στέκει
βράχος ακλόνητος αρετής και αφοσίωσης στον κοινό αγώνα. Αληθινό παράδειγμα προς
μίμηση, φάρος φωτεινός μέσα στην ηθική κατάπτωση που βιώνει η κοινωνία.
Ένα χρόνο από το 1ο τακτικό του συνέδριο, το ΕΠΑΜ
εμφανίζεται σήμερα τελείως διαφορετικό. Δεν είναι η οργάνωση κοινωνικής
διαμαρτυρίας που ήταν πριν ένα χρόνο. Οι πυρήνες της δεν είναι πια χώροι
υποδοχής εισερχομένων και εξερχομένων κατά το δοκούν. Σήμερα η οργάνωση του
ΕΠΑΜ έχει ευθυγραμμιστεί περισσότερο με τις αρχικές διακηρύξεις του Μετώπου.
Έχει αρχίσει να οικοδομεί στενές οργανικές σχέσεις με την κοινωνία και τον λαό.
Τα μέλη του ΕΠΑΜ ξέρουν γιατί έχουν ενταχθεί στο Μέτωπο και γιατί παλεύουν.
Κατακτούν μέρα τη μέρα την τέχνη να ζυμώνονται με τον απλό κόσμο, με τον λαό,
που συνιστά το προνομιακό πεδίο του Μετώπου όπου κανένας – με εξαίρεση τον κακό
μας εαυτό – δεν μπορεί να μας βλάψει. Αρκεί να έχουμε εμπιστοσύνη στον λαό μας,
ακόμη κι όταν τον βρίσκουμε στα χάλια του να μοιρολογεί την τύχη του. Δεν
πρέπει να ξεχνάμε ότι είμαστε αναπόσπαστο κομμάτι του και όπως ο μυθικός
Ανταίος μπορούμε να σταθούμε ορθοί στα πόδια μας και να γίνουμε ακατανίκητοι
μόνο αν μάθουμε να πατάμε γερά στην μητέρα γη, δηλαδή στον λαό μας.
Πολιτική Εισήγηση του Γενικού Γραμματέα της Πολιτικής Γραμματείας του Εθνικού Συντονιστικού Συμβουλίου στο 2ο Τακτικό Συνέδριο του ΕΠΑΜ
Reviewed by Διαχειριστής
on
Δευτέρα, Ιουνίου 03, 2013
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: