Η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιουργήθηκε ως ένα όραμα υλοποίησης της
ειρήνης, ισοτιμίας, ισονομίας, συνεργασίας και αλληλεγγύης μεταξύ των
ευρωπαϊκών κρατών και αποφυγής επανάληψης της κόλασης των δύο παγκοσμίων
πολέμων. Το όραμα αυτό παραγκωνίσθηκε πρακτικά για να εξυπηρετηθούν
πολιτικοοικονομικά συμφέροντα των αρχιτεκτονικών της ΕΕ, που ήταν σε κατάφωρη
αντίφαση με τα συμφέροντα των ευρωπαίων πολιτών. Η απόφαση δημιουργίας του
κοινού νομίσματος ευρώ, εντάχθηκε στην κατεύθυνση εξυπηρέτησης των
συμφερόντων-οφελών των ευρωπαϊκών ελίτ και όχι στην εξασφάλιση των οικονομικών
διαδικασιών-λειτουργιών των ευρωπαϊκών λαών. Προ της έναρξης της
οικονομικής-χρηματοπιστωτικής κρίσης, η ΕΕ διατηρούσε κάποια δημοκρατικά
χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα για τα κράτη-μέλη της, ανεξαρτήτως της
πληθυσμιακής, οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος τους. Η επέλευση όμως αυτής
της κρίσης, άλλαξε ραγδαία τα δεδομένα και κατάργησε ουσιαστικά τις βασικές
αρχές λειτουργίας της ΕΕ, θέτοντας επί τάπητος την de facto διχοτόμησή της σε
χώρες του πλεονασματικού εμπορικά βορρά-κέντρου και της ελλειμματικής εμπορικά
περιφέρειας-νότου.
Η επικράτηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών αντιμετώπισης της
χρηματοπιστωτικής κρίσης.....
των subprimes μετά το 2008 από την Μέρκελ, συνέτειναν στη διάσωση του διεφθαρμένου-χρεοκοπημένου χρηματοπιστωτικού συστήματος του κέντρου (γερμανικές τράπεζες), επιβαρύνοντας τις περιφερειακές χώρες με τις προσπάθειες διάσωσης των χρηματοπιστωτικών τους συστημάτων και εξωθώντας τις στον κίνδυνο οικονομικής-πολιτικής αστάθειας και χρεοκοπίας. Η μη άσκηση από την ΕΚΤ του ρόλου του δανειστή ύστατης καταφυγής, ως αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης δόμησης της ευρωζώνης και της γερμανικής επιβολής παρά τα παγκοσμίως ισχύοντα για τις κεντρικές τράπεζες των χωρών, εκτίναξε τα επιτόκια δημόσιου δανεισμού των πλέον αδύναμων κρατών-μελών στα ύψη. Οι πολιτικές αυτές οδηγούν μαθηματικά στη διάλυση ή διάσπαση της ευρωζώνης, διαιρώντας την σε δανειστές και δανειολήπτες, με τους πρώτους να αυτοθεωρούνται ως αδέκαστοι εντολοδόχοι-κριτές των δεύτερων, με την απαίτηση υιοθέτησης από τους δεύτερους των πολιτικών που αυτοί προκρίνουν υπό την απειλή βαρύτατων κυρώσεων όταν οι δεύτεροι δεν τις εκτελούν και τον διασυρμό τους ως 'σπάταλων' και 'διεφθαρμένων', όντας υπαίτιοι εκτός των δικών τους δεινών και για τα δεινά της ευρωζώνης.
των subprimes μετά το 2008 από την Μέρκελ, συνέτειναν στη διάσωση του διεφθαρμένου-χρεοκοπημένου χρηματοπιστωτικού συστήματος του κέντρου (γερμανικές τράπεζες), επιβαρύνοντας τις περιφερειακές χώρες με τις προσπάθειες διάσωσης των χρηματοπιστωτικών τους συστημάτων και εξωθώντας τις στον κίνδυνο οικονομικής-πολιτικής αστάθειας και χρεοκοπίας. Η μη άσκηση από την ΕΚΤ του ρόλου του δανειστή ύστατης καταφυγής, ως αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης δόμησης της ευρωζώνης και της γερμανικής επιβολής παρά τα παγκοσμίως ισχύοντα για τις κεντρικές τράπεζες των χωρών, εκτίναξε τα επιτόκια δημόσιου δανεισμού των πλέον αδύναμων κρατών-μελών στα ύψη. Οι πολιτικές αυτές οδηγούν μαθηματικά στη διάλυση ή διάσπαση της ευρωζώνης, διαιρώντας την σε δανειστές και δανειολήπτες, με τους πρώτους να αυτοθεωρούνται ως αδέκαστοι εντολοδόχοι-κριτές των δεύτερων, με την απαίτηση υιοθέτησης από τους δεύτερους των πολιτικών που αυτοί προκρίνουν υπό την απειλή βαρύτατων κυρώσεων όταν οι δεύτεροι δεν τις εκτελούν και τον διασυρμό τους ως 'σπάταλων' και 'διεφθαρμένων', όντας υπαίτιοι εκτός των δικών τους δεινών και για τα δεινά της ευρωζώνης.
Η ευρωζώνη έχει μετατραπεί, εξαιτίας αυτών των πολιτικών, σε
ένα ιεραρχικό σύστημα-πυραμίδα όπου στην κορυφή του βρίσκεται η Γερμανία και
στη βάση του οι οικονομικά αδύναμες χώρες (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Κύπρος
κλπ), βασισμένο στην οικονομική δύναμη και το κόστος δημόσιου δανεισμού με
κριτήριο ιεράρχησης-κατάταξης των χωρών την πιστοληπτική τους αξιολόγηση από
τους γνωστούς αμαρτωλούς οίκους. Το κόστος χρηματοδότησης της ανάπτυξης είναι
σταθερά υψηλότερο για τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας και συνδυαζόμενο με
το φθηνό κόστος χρηματοδότησης της ανάπτυξης των χωρών του κέντρου, δημιουργεί
μία τάση μεταφοράς των ποιοτικών χρηματοοικονομικών πόρων και του
εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού από την περιφέρεια προς το κέντρο, ενισχύοντας
διαρκώς τις αποκλίσεις και καθιστώντας την ύφεση μία μόνιμη κατάσταση. Ακόμη, η
αφθονία οικονομικών πόρων στο κέντρο και η έλλειψη τους στην περιφέρεια θα
εξαναγκάσει τη δεύτερη σε αναζήτηση επενδυτικών κεφαλαίων υπό οποιουσδήποτε
όρους, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για τον 'ανθρωπιστικό' οικονομικό επεκτατισμό
του κέντρου ή άλλων, εκτός ευρωζώνης, ισχυρών οικονομικά κρατών. Η νέα, μετά
την κρίση, ΕΕ έχει θέσει τα θεμέλια για έναν de facto οικονομικό δυαδισμό, όπου
στην μία πλευρά της βρίσκονται πλούσια, αναπτυγμένα και ανεξάρτητα κράτη και
στην άλλη φτωχά, υπανάπτυκτα και εξαρτημένα. Όσο ο φόβος θα καθορίζει την
αντίδραση των χωρών που βρίσκονται στη βάση αυτής της πυραμίδας, τόσο οι χώρες
στην κορυφή της θα συνεχίζουν ακάθεκτα τον λανθασμένο για την ευρωζώνη
νεοφιλελεύθερο 'μονόδρομο', αυξάνοντας την απόσταση και το ρήγμα μεταξύ
περιφέρειας και κέντρου και διαστρέφοντας διαρκώς και περισσότερο τις αρχές και
τις συνθήκες ύπαρξης της ΕΕ. Τελικός σκοπός μιας τέτοιας στόχευσης, δεν μπορεί
να είναι άλλος από την μετατροπή των χωρών της περιφέρειας σε
αποικίες-προτεκτοράτα χρέους, όπου θα ισχύουν εργασιακές συνθήκες ειδικών
οικονομικών ζωνών (εκτενής ανάλυση σε προγενέστερο άρθρο μας).
Η κρίση της Κύπρου είναι καταφανέστατα
χρηματοπιστωτική-τραπεζική κρίση, παρόμοια με της Ιρλανδίας αλλά και της εκτός
ΕΕ Ισλανδίας. Η 'λύση' που προωθείται από το ευρωπαϊκό 'ιερατείο', σαφέστατα
χειρότερη των άλλων δύο, απειλεί με ολοσχερή καταστροφή το κυπριακό οικονομικό
μοντέλο και αναζωπύρωση, στα όρια της επαπειλούμενης διάλυσης, την κρίση του
ευρώ. Το πρόβλημα και των τριών χωρών προέρχεται από το χρεοκοπημένο
χρηματοπιστωτικό-τραπεζικό σύστημα, καθώς ο δημόσιος τομέας τους δεν ευθύνεται
για την κρίση κατέχοντας σχετικά χαμηλό χρέος, αλλά το βάρος καλείται να
επωμισθεί η κοινωνία συνολικά και το δημόσιο. Ο τραπεζικός τομέας της Κύπρου
κατέχει περιουσιακά στοιχεία περίπου επταπλάσια του ΑΕΠ, παρόμοια με του
ιρλανδικού, ενώ ο ισλανδικός ήταν ακόμη μεγαλύτερος. Στην Ισλανδία οι τράπεζες
δανειζόμενες κερδοσκοπούσαν στις αγορές παραγώγων, ενώ στην Ιρλανδία η
κερδοσκοπία πραγματοποιούνταν στα ακίνητα. Στην Κύπρο η προσέλκυση των διεθνών
καταθέσεων, αποσκοπούσε σε μεγάλες τοποθετήσεις σε ελληνικά κρατικά ομόλογα και
δανεισμό ελληνικών επιχειρήσεων. Οι ισλανδικές τράπεζες χρεοκόπησαν μετά την
κατάρρευση την Lehman Brothers το 2008, οι ιρλανδικές μετά το 'σκάσιμο' της
τεράστιας 'φούσκας' ακινήτων το 2008-9 και οι κυπριακές λόγω της ελληνικής
κρίσης, κυρίως μετά το τραγικό PSI+ και το 'κούρεμα' των ελληνικών ομολόγων που
κατείχαν. Η Ιρλανδία επέλεξε την αφειδή χρηματοδότηση των τραπεζών της,
διογκώνοντας το δημόσιο χρέος της με παράλληλη προστασία των καταθετών, αλλά
και των μεγάλων ομολογιούχων που ήταν ουσιαστικά ξένες τράπεζες. Αντίθετα, η
Ισλανδία αρνήθηκε τη χορήγηση νέων κεφαλαίων στις τράπεζες και τη διόγκωση του
δημόσιου χρέους της και επέλεξε τη χρεοκοπία των τραπεζών, προστατεύοντας τους
εγχώριους καταθέτες και μεταβιβάζοντας τη ζημία στους μετόχους, τους
ομολογιούχους και τους ξένους καταθέτες.
Όμως σε κάθε ευρωπαϊκό κράτος, ο χρηματοπιστωτικός-τραπεζικός
τομέας υπερβαίνει κατά πολύ το ΑΕΠ της χώρας, π.χ. κατά τη διάρκεια της κρίσης
ο κύκλος εργασιών των τραπεζών της Ελβετίας ανερχόταν στο 650% του ΑΕΠ, της
Γαλλίας στο 320% και της Γερμανίας στο 280%. Ακόμη, στο Λουξεμβούργο ο χρηματοπιστωτικός
τομέας είναι 20πλάσιος του ΑΕΠ (!!!!!!), στο Βέλγιο δύο τράπεζες (Dexia,
Fortis) έχουν μέγεθος τετραπλάσιο του ΑΕΠ, στη Μ. Βρετανία τρείς τράπεζες (RBS,
Barclays, HSBC) έχουν επίσης τετραπλάσιο μέγεθος, στην Ισπανία μία τράπεζα
(Santander) έχει μέγεθος ίσο με το ΑΕΠ, ενώ στις Σουηδία και Ολλανδία ο
χρηματοπιστωτικός τομέας υπερβαίνει 3,5 φορές το ΑΕΠ. Στην Ευρωζώνη, όπου το
ΑΕΠ των χωρών που την απαρτίζουν κυμαινόταν το 2010 στα 10 τρισ. ευρώ, το
ενεργητικό των τραπεζών της υπερέβαινε τα 43 τρισ. ευρώ. Σύμφωνα με στοιχεία
της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (Bank of International Settlements), τo 2010
το μέγεθος του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού τομέα, όσον αφορά μόνο σε «άϋλους
τίτλους» ξεπέρασε τα 1.030 τρις δολάρια, ενώ το παγκόσμιο ΑΕΠ ήταν μόλις 62
τρις δολάρια, δηλαδή 16,5 φορές μεγαλύτερος. Τέλος, το ενεργητικό των τραπεζών,
τη στιγμή της εκδήλωσης της κρίσης, ήταν τριπλάσιο του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Η Κύπρος διόγκωσε τον δημόσιο δανεισμό της αποδεχόμενη την
'τροϊκανή' λιτότητα, αλλά οι τράπεζες χρειάζονται περαιτέρω περίπου 17 δις
ευρώ. Τα 10 δις θα προέλθουν από νέο κρατικό δανεισμό, σύμφωνα με τον
'τροϊκανό' σχεδιασμό, και ο κύριος όγκος των υπολοίπων από τα χρήματα των
καταθετών. Οι καταθέτες παρότι θα λάβουν μετοχές ίσης ονομαστικής αξίας, πρακτικά
θα υποστούν ζημιά. Σε αντάλλαγμα, η Κύπρος θα υποστεί ακόμη αυστηρότερη
λιτότητα και το δημόσιο χρέος της θα υπερβεί το 100% του ΑΕΠ. Η νέα λιτότητα, η
απώλεια καταθέσεων και ο περιορισμός της τραπεζικής ρευστότητας θα βαθύνουν την
ύφεση, που μπορεί να υπερβεί και το 5% το 2013. Το διογκωμένο δημόσιο χρέος
σύντομα θα γίνει μη βιώσιμο και μάλλον θα χρειασθεί νέα 'διάσωση' και
'κούρεμα', με επακόλουθη συνέπεια τις μειώσεις μισθών-συντάξεων και την
περαιτέρω αύξηση της ανεργίας.
Η μεταβίβαση του κόστους στις καταθέσεις, ηθελημένη απόφαση
της 'τρόϊκα' για την αποφυγή διάσωσης των ρώσων και βρετανών μεγαλοκαταθετών,
αποτελεί μέτρο που αντιβαίνει τις βασικές αρχές της διεθνούς τραπεζικής
λειτουργίας και συνιστά απαράδεκτη και καταστροφική ενέργεια. Στην περίπτωση
της εξ ολοκλήρου μεταβίβασης του κόστους στους μεγαλοκαταθέτες άνω των 100.000
ευρώ, οι κυπριακές τράπεζες θα καταστούν διεθνώς αναξιόπιστες, με συνέπειες την
απόσυρση καταθέσεων εξωτερικού, απώλεια ρευστότητας, χρηματοπιστωτική
συρρίκνωση, εμβάθυνση της ύφεσης και τελικά την εκμηδένιση της κυπριακής
αναπτυξιακής στρατηγικής που βασιζόταν στην ανάδειξη της κυπριακής οικονομίας
σε κέντρο διεθνών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Στην περίπτωση μερικής
μεταβίβασης του κόστους στους μικροκαταθέτες κάτω των 100.000 ευρώ, οι
συνέπειες θα είναι ακόμη χειρότερες λόγω παραβίασης της ευρωζωνικής αρχής της
κρατικής εγγύησης των καταθέσεων και απώλειας της εμπιστοσύνης-ασφάλειας των
καταθετών προς τις τράπεζες, καθώς και κινδύνου επανάληψης του φαινομένου και
σε άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Η διάχυση του κινδύνου σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης, με
πρώτες υποψήφιες τις χώρες της περιφέρειας, είναι εμφανέστατος με άμεσο κίνδυνο
ραγδαίας αποσάθρωσης του ευρωζωνικού τραπεζικού συστήματος και αναζωπύρωσης της
κρίσης του ευρώ, μέχρι και πιθανότατης διάλυσης του. Το γεγονός και μόνο ότι η
απόφαση αυτή λήφθηκε εξαιτίας του μικρού μεγέθους της κυπριακής οικονομίας
(μόλις 0,2% της ευρωζώνης), αποδεικνύει τον κυνισμό του Eurogroup, την έλλειψη
αλληλεγγύης εντός της ΟΝΕ και την απουσία κοινών κανόνων για όλα τα μέλη. Πέραν
της άμεσης επιτάχυνσης αποσύνθεσης του ευρώ, τίθεται ευθέως και το θέμα
εξακολούθησης ύπαρξης της κυπριακής εθνικής υπόστασης.
Η έμμεση κοινωνικοποίηση των τραπεζικών ζημιών, καθώς επίσης
η κρυφή «τροφοδοσία» της Γερμανίας από τις υπόλοιπες χώρες, γίνεται πλέον
άμεση. Παράλληλα, στοχοθετείται η υπεξαίρεση του ελληνικού και κυπριακού
υπόγειου πλούτου, με απώτερο σκοπό την ανεξαρτητοποίηση της Γερμανίας από τη
ρωσική ενέργεια, που είναι απαραίτητη για την περαιτέρω αύξηση της ισχύος της.
Μια πιθανή συνέχεια θα έθετε ως μελλοντικούς πρωταγωνιστές τις Ισπανία και
Ιταλία, όπου οι μικρομέτοχοι των τραπεζών, οι ιδιώτες ομολογιούχοι και οι
καταθέτες, θα κληθούν να πληρώσουν τη Γερμανία, μέσω μίας ευρύτερης δήμευσης.
Κάποιο μέτοχοι, ομολογιούχοι και καταθέτες, λαμβάνοντας υπόψη το παράδειγμα της
Κύπρου, ίσως προστρέξουν στην εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων,
'ρίχνοντας λάδι στη φωτιά' της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους και μετατρέποντάς την
σε μία ανεξέλεγκτη πλέον πυρκαγιά.
Η συστημική κρίση της ευρωζώνης και η περίπτωση της Κύπρου
Reviewed by Διαχειριστής
on
Τετάρτη, Μαρτίου 27, 2013
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: