Του Δημήτρη Καζάκη
Ποιους αφορούν οι παροχές Τσίπρα; Πάντως όχι εκείνους που έχουν συναίσθηση των δικαιωμάτων τους. Ούτε εκείνους που γνωρίζουν πολύ καλά ποιοι και γιατί οδήγησαν τη χώρα και τους ίδιους στην γενοκτονία και την ολοκληρωτική κατάρρευση.
Τα λεγόμενα «μέτρα ανακούφισης» απευθύνονται όχι σε πολίτες,
εργαζόμενους και συνταξιούχους, αλλά σ’ όσους διαθέτουν ηθική και
κίνητρα όχλου. Μόνο ο όχλος αποδέχεται τη γενναιοδωρία της επαιτείας από
μια απάνθρωπη εξουσία. Μόνο ο όχλος χαίρεται με πενιχρές κι αμφίβολες
παροχές από εκείνους που του έχουν στερήσει κάθε δικαίωμα, κάθε
δυνατότητα βιοπορισμού και ευημερίας.
Πρόκειται για την τακτική εξαγοράς του όχλου από τους τύραννους, δυνάστες και δικτάτορες κάθε λογής και χρώματος από την εποχή της αρχαιότητας έως σήμερα:
Πρόκειται για την τακτική εξαγοράς του όχλου από τους τύραννους, δυνάστες και δικτάτορες κάθε λογής και χρώματος από την εποχή της αρχαιότητας έως σήμερα:
«Οι τύραννοι θα διανείμουν με γενναιοδωρία, ένα μπούσελ σιταριού, ένα
γαλόνι κρασιού, ένα σηστέρσιο: και τότε όλοι θα φωνάξουν χωρίς ντροπή,
«Ζήτω ο βασιλιάς!» Δεν συνειδητοποιούν οι ηλίθιοι ότι απλώς ανακτούν
μέρος της δικής τους περιουσίας και ότι ο κυβερνήτης τους δεν θα
μπορούσε να τους δώσει αυτά που έλαβαν, χωρίς προηγουμένως να τα αρπάξει
από τους ίδιους.
Μια μέρα ένας άνθρωπος θα μπορούσε να παρουσιαστεί με ένα σηστέρσιο και να περιδρομιάσει του σκασμού σ’ ένα δημόσιο πανηγύρι, υμνώντας τον Τιβέριο και τον Νέρωνα για την όμορφη γενναιοδωρία τους, οι οποίοι την επόμενη θα τον αναγκάσουν να εγκαταλείψει την περιουσία του στην απληστία τους, τα παιδιά του στην λαγνεία τους, το ίδιο το αίμα του στην σκληρότητα αυτών των μεγαλοπρεπών αυτοκρατόρων, χωρίς να προβάλει καμιά μεγαλύτερη αντίσταση απ’ ότι μια πέτρα, ή ένα κούτσουρο.
Ο όχλος ανέκαθεν συμπεριφέρεται μ’ αυτόν τον τρόπο – ανυπόμονος να δεχθεί δώρα που κανείς έντιμος δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί και άσωτα αναίσθητος σε κάθε εξευτελισμό και προσβολή που κανείς με αξιοπρέπεια δεν είναι δυνατόν ν’ αντέξει.».
Αυτά παρατηρούσε με οξυδέρκεια ο Ετιέν ντε λα Μποεσί στην «Πραγματεία περί Εθελοδουλίας», που συνέγραψε γύρω στα 1560. Κι είχε απόλυτα δίκιο. Όχι μόνο για τη Ρώμη της αυτοκρατορικής τυραννίας, ούτε μόνο για την Ευρώπη του ύστερου μεσαίωνα, αλλά και για τη σημερινή της δικτατορίας των αγορών και των εξαγορασμένων πολιτικών της.
Τα πράγματα είναι απλά. Οι συνταξιούχοι και γενικά οι αναξιοπαθούντες θα πρέπει να αποδεχθούν κάποιο επίδομα επαιτείας, έναντι αυτών που δικαιούνται. Κι όπως κάθε όχλος της ιστορίας, θα πρέπει να είναι ικανοποιημένοι με την γενναιοδωρία της εξουσίας. Χωρίς βέβαια να σκέφτονται ότι οι ελάχιστες αυτές παροχές δεν είναι μόνο αναιρέσιμες, αλλά θα χρηματοδοτηθούν με μεγαλύτερες επιδρομές στο διαθέσιμο εισόδημα, την περιουσία και την δουλειά όλων.
Πόθεν χρηματοδοτεί η κυβέρνηση τις παροχές; Το επίσημο αφήγημα αναφέρει ως πηγή χρηματοδότησης το πρωτογενές πλεόνασμα και πιο συγκεκριμένα το υπερπλεόνασμα. Ακόμη κι αν ήταν αλήθεια κάτι τέτοιο, ο παραλογισμός είναι φανερός σε όποιον διαθέτει στοιχειώδη νοημοσύνη.
Μια μέρα ένας άνθρωπος θα μπορούσε να παρουσιαστεί με ένα σηστέρσιο και να περιδρομιάσει του σκασμού σ’ ένα δημόσιο πανηγύρι, υμνώντας τον Τιβέριο και τον Νέρωνα για την όμορφη γενναιοδωρία τους, οι οποίοι την επόμενη θα τον αναγκάσουν να εγκαταλείψει την περιουσία του στην απληστία τους, τα παιδιά του στην λαγνεία τους, το ίδιο το αίμα του στην σκληρότητα αυτών των μεγαλοπρεπών αυτοκρατόρων, χωρίς να προβάλει καμιά μεγαλύτερη αντίσταση απ’ ότι μια πέτρα, ή ένα κούτσουρο.
Ο όχλος ανέκαθεν συμπεριφέρεται μ’ αυτόν τον τρόπο – ανυπόμονος να δεχθεί δώρα που κανείς έντιμος δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί και άσωτα αναίσθητος σε κάθε εξευτελισμό και προσβολή που κανείς με αξιοπρέπεια δεν είναι δυνατόν ν’ αντέξει.».
Αυτά παρατηρούσε με οξυδέρκεια ο Ετιέν ντε λα Μποεσί στην «Πραγματεία περί Εθελοδουλίας», που συνέγραψε γύρω στα 1560. Κι είχε απόλυτα δίκιο. Όχι μόνο για τη Ρώμη της αυτοκρατορικής τυραννίας, ούτε μόνο για την Ευρώπη του ύστερου μεσαίωνα, αλλά και για τη σημερινή της δικτατορίας των αγορών και των εξαγορασμένων πολιτικών της.
Τα πράγματα είναι απλά. Οι συνταξιούχοι και γενικά οι αναξιοπαθούντες θα πρέπει να αποδεχθούν κάποιο επίδομα επαιτείας, έναντι αυτών που δικαιούνται. Κι όπως κάθε όχλος της ιστορίας, θα πρέπει να είναι ικανοποιημένοι με την γενναιοδωρία της εξουσίας. Χωρίς βέβαια να σκέφτονται ότι οι ελάχιστες αυτές παροχές δεν είναι μόνο αναιρέσιμες, αλλά θα χρηματοδοτηθούν με μεγαλύτερες επιδρομές στο διαθέσιμο εισόδημα, την περιουσία και την δουλειά όλων.
Πόθεν χρηματοδοτεί η κυβέρνηση τις παροχές; Το επίσημο αφήγημα αναφέρει ως πηγή χρηματοδότησης το πρωτογενές πλεόνασμα και πιο συγκεκριμένα το υπερπλεόνασμα. Ακόμη κι αν ήταν αλήθεια κάτι τέτοιο, ο παραλογισμός είναι φανερός σε όποιον διαθέτει στοιχειώδη νοημοσύνη.
Η κυβέρνηση κυνηγά ένα υπερπλεόνασμα άνω των 5 δις ευρώ κάθε χρόνο,
προκειμένου να ασκείται σε κρατική φιλανθρωπία υπέρ των αναξιοπαθούντων
ύψους κατά μέγιστο γύρω στα 500 εκατομμύρια ευρώ κατ’ έτος. Με άλλα
λόγια η κυβέρνηση θα πρέπει να αφαιρεί από το εισόδημα κάθε
φορολογούμενου τουλάχιστον 800 ευρώ επιπλέον κάθε χρόνο, για να μπορεί
να του επιστρέψει τα 80!
Είναι λογική αυτή; Μπορεί να οδηγήσει πουθενά; Όχι βέβαια.
Είναι λογική αυτή; Μπορεί να οδηγήσει πουθενά; Όχι βέβαια.
Μόνο που ακόμη κι αυτό το επίσημο αφήγημα ανήκει στη σφαίρα της
νοσηρής φαντασίας. Κι ο λόγος είναι απλός. Τα πρωτογενή πλεονάσματα και
υπερπλεονάσματα του κρατικού προϋπολογισμού είναι αποτέλεσμα
«δημιουργικής λογιστικής» και δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα.
Με άλλα λόγια πρόκειται για λογιστικά πλεονάσματα και όχι ταμιακά. Πρόκειται για ένα λογιστικό τέχνασμα που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση από την εποχή του πρώτου πρωτογενούς πλεονάσματος επί Γκίκα Χαρδούβελη το 2014 και συνεχίζεται έως σήμερα με τις ευλογίες και την καθοδήγηση των δανειστών της χώρας.
Τι κάνει η κυβέρνηση; Κάτι πολύ απλό. Δημεύει τα ταμιακά διαθέσιμα από τους οργανισμούς όπως τα ταμεία των ασφαλισμένων, τα ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ, όπως Νοσοκομεία, Πανεπιστήμια, Περιφέρειες, κοκ., για να κλείνει τα δικά της ταμιακά κενά, αλλά και για να χρηματοδοτήσει τα «μέτρα ανακούφισης». Η δήμευση αυτή των ταμειακών διαθεσίμων δεν γίνεται εφάπαξ, αλλά σε εβδομαδιαία βάση και διαρκώς.
Όπου η κυβέρνηση διαπιστώσει σε ημερήσια βάση ότι υπάρχει διαθέσιμο ρευστό στο ταμείο οποιουδήποτε ασφαλιστικού ταμείου, ή άλλου ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ, το υπεξαιρεί έναντι μιας υποσχετικής (repos). Η υποσχετική αυτή συνιστά μια απαίτηση του οργανισμού του οποίου υπεξαιρέθηκε το ρευστό έναντι της κυβέρνησης. Δηλαδή η κυβέρνηση υπόσχεται να επιστρέψει το ρευστό που υπεξαίρεσε εντός συγκεκριμένης προθεσμίας (συνήθως κάνα δυο εβδομάδες).
Στο πόσο που υπεξαίρεσε η κυβέρνηση υπόσχεται επίσης κι ένα καλό επιτόκιο απόδοσης. Μόνο και μόνο για να προσφέρει μια καλή δικαιολογία στον επικεφαλής του οργανισμού, που αποδέχεται να του υπεξαιρέσει η κυβέρνηση τα ρευστά διαθέσιμα. Έτσι η απερχόμενη περιφερειάρχης κ. Δούρου επιχείρησε να δικαιολογήσει την αρπαγή των διαθεσίμων της περιφέρειάς της με επιχείρημα το υψηλό επιτόκιο απόδοσης, άνω του 3%.
Με τον τρόπο αυτό λογιστικά ο οργανισμός δεν εμφανίζει έλλειμμα. Μπορεί να μην διαθέτει ρευστά διαθέσιμα, αλλά στη θέση τους διαθέτει ισόποσες απαιτήσεις έναντι της κυβέρνησης συν το προσδοκώμενο επιτόκιο απόδοσης.
Για παράδειγμα, έχουμε έναν ασφαλιστικό φορέα, ένα νοσοκομείο, ή την περιφέρεια της κ. Δούρου, όπου το ταμείο εμφανίζεται να διαθέτει σε μια δεδομένη χρονική στιγμή – λόγω εσόδων, εισφορών, κοκ – μια ρευστότητα ύψους 10.000 ευρώ. Η κυβέρνηση υπεξαιρεί το ποσό αυτό έναντι μιας υποσχετικής ύψους 10.100 ευρώ. Ο φορέας που υπέστη την υπεξαίρεση μπορεί να έχασε τα ρευστά του διαθέσιμα, αλλά λογιστικά καταγράφει απαιτήσεις 10.100 ευρώ. Κι έτσι η υπεξαίρεση δεν καταγράφεται λογιστικά ως έλλειμμα του φορέα.
Όταν φτάνει η ώρα να εξοφλήσει η κυβέρνηση την υποσχετική και να καταβάλει στον φορέα τα 10.100 ευρώ, δεν το κάνει. Αντίθετα αντικαθιστά την παλιά υποσχετική με μια νέα ύψους 10.200 ευρώ ίδιας ή ανάλογης διάρκειας. Κι ούτως κάθε εξής.
Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση πετυχαίνει μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Αφενός υπεξαιρεί τα ρευστά που διαθέτει ο συγκεκριμένος φορέας για τους δικούς της σκοπούς. Αφετέρου το ταμειακό έλλειμμα που αφήνει πίσω της καλύπτεται λογιστικά με τις υποσχετικές, που καταγράφονται ως απαιτήσεις των φορέων έναντι της κυβέρνησης.
Έτσι τα ταμειακά ελλείμματα εμφανίζονται ως λογιστικά πλεονάσματα και κάπως έτσι ο κρατικός προϋπολογισμός εμφανίζεται με εικονικά, δηλαδή λογιστικά κι όχι ταμιακά πρωτογενή πλεονάσματα και υπερπλεονάσματα.
Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση έχει φορτώσει τους ασφαλιστικούς φορείς μαζί με τα υπόλοιπα ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ του πάλαι ποτέ ευρύτερου δημόσιου τομέα με 45,5 δις ευρώ απαιτήσεις, σύμφωνα με τους Λογαριασμούς Τάξεως της Τραπέζης της Ελλάδος τον Ιανουάριο 2019. Τον Ιανουάριο 2015 οι απαιτήσεις έναντι της κυβέρνησης ήταν ύψους 24,3 δις ευρώ. Ενώ τον Ιανουάριο του 2016 το ύψος των απαιτήσεων έναντι της κυβέρνησης ανερχόταν σε 32,1 δις ευρώ.
Με τον τρόπο αυτό οι Εισηγητικές Εκθέσεις του Κρατικού Προϋπολογισμού εμφανίζουν τους ασφαλιστικούς φορείς με πλεονάσματα ύψους 3,5 δις ευρώ και άνω. Την ίδια ώρα που οι απαιτήσεις αυτών των ασφαλιστικών φορέων έναντι της κυβέρνησης κινούνται τουλάχιστον στα 4,3 δις ευρώ.
Με άλλα λόγια πρόκειται για λογιστικά πλεονάσματα και όχι ταμιακά. Πρόκειται για ένα λογιστικό τέχνασμα που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση από την εποχή του πρώτου πρωτογενούς πλεονάσματος επί Γκίκα Χαρδούβελη το 2014 και συνεχίζεται έως σήμερα με τις ευλογίες και την καθοδήγηση των δανειστών της χώρας.
Τι κάνει η κυβέρνηση; Κάτι πολύ απλό. Δημεύει τα ταμιακά διαθέσιμα από τους οργανισμούς όπως τα ταμεία των ασφαλισμένων, τα ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ, όπως Νοσοκομεία, Πανεπιστήμια, Περιφέρειες, κοκ., για να κλείνει τα δικά της ταμιακά κενά, αλλά και για να χρηματοδοτήσει τα «μέτρα ανακούφισης». Η δήμευση αυτή των ταμειακών διαθεσίμων δεν γίνεται εφάπαξ, αλλά σε εβδομαδιαία βάση και διαρκώς.
Όπου η κυβέρνηση διαπιστώσει σε ημερήσια βάση ότι υπάρχει διαθέσιμο ρευστό στο ταμείο οποιουδήποτε ασφαλιστικού ταμείου, ή άλλου ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ, το υπεξαιρεί έναντι μιας υποσχετικής (repos). Η υποσχετική αυτή συνιστά μια απαίτηση του οργανισμού του οποίου υπεξαιρέθηκε το ρευστό έναντι της κυβέρνησης. Δηλαδή η κυβέρνηση υπόσχεται να επιστρέψει το ρευστό που υπεξαίρεσε εντός συγκεκριμένης προθεσμίας (συνήθως κάνα δυο εβδομάδες).
Στο πόσο που υπεξαίρεσε η κυβέρνηση υπόσχεται επίσης κι ένα καλό επιτόκιο απόδοσης. Μόνο και μόνο για να προσφέρει μια καλή δικαιολογία στον επικεφαλής του οργανισμού, που αποδέχεται να του υπεξαιρέσει η κυβέρνηση τα ρευστά διαθέσιμα. Έτσι η απερχόμενη περιφερειάρχης κ. Δούρου επιχείρησε να δικαιολογήσει την αρπαγή των διαθεσίμων της περιφέρειάς της με επιχείρημα το υψηλό επιτόκιο απόδοσης, άνω του 3%.
Με τον τρόπο αυτό λογιστικά ο οργανισμός δεν εμφανίζει έλλειμμα. Μπορεί να μην διαθέτει ρευστά διαθέσιμα, αλλά στη θέση τους διαθέτει ισόποσες απαιτήσεις έναντι της κυβέρνησης συν το προσδοκώμενο επιτόκιο απόδοσης.
Για παράδειγμα, έχουμε έναν ασφαλιστικό φορέα, ένα νοσοκομείο, ή την περιφέρεια της κ. Δούρου, όπου το ταμείο εμφανίζεται να διαθέτει σε μια δεδομένη χρονική στιγμή – λόγω εσόδων, εισφορών, κοκ – μια ρευστότητα ύψους 10.000 ευρώ. Η κυβέρνηση υπεξαιρεί το ποσό αυτό έναντι μιας υποσχετικής ύψους 10.100 ευρώ. Ο φορέας που υπέστη την υπεξαίρεση μπορεί να έχασε τα ρευστά του διαθέσιμα, αλλά λογιστικά καταγράφει απαιτήσεις 10.100 ευρώ. Κι έτσι η υπεξαίρεση δεν καταγράφεται λογιστικά ως έλλειμμα του φορέα.
Όταν φτάνει η ώρα να εξοφλήσει η κυβέρνηση την υποσχετική και να καταβάλει στον φορέα τα 10.100 ευρώ, δεν το κάνει. Αντίθετα αντικαθιστά την παλιά υποσχετική με μια νέα ύψους 10.200 ευρώ ίδιας ή ανάλογης διάρκειας. Κι ούτως κάθε εξής.
Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση πετυχαίνει μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Αφενός υπεξαιρεί τα ρευστά που διαθέτει ο συγκεκριμένος φορέας για τους δικούς της σκοπούς. Αφετέρου το ταμειακό έλλειμμα που αφήνει πίσω της καλύπτεται λογιστικά με τις υποσχετικές, που καταγράφονται ως απαιτήσεις των φορέων έναντι της κυβέρνησης.
Έτσι τα ταμειακά ελλείμματα εμφανίζονται ως λογιστικά πλεονάσματα και κάπως έτσι ο κρατικός προϋπολογισμός εμφανίζεται με εικονικά, δηλαδή λογιστικά κι όχι ταμιακά πρωτογενή πλεονάσματα και υπερπλεονάσματα.
Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση έχει φορτώσει τους ασφαλιστικούς φορείς μαζί με τα υπόλοιπα ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ του πάλαι ποτέ ευρύτερου δημόσιου τομέα με 45,5 δις ευρώ απαιτήσεις, σύμφωνα με τους Λογαριασμούς Τάξεως της Τραπέζης της Ελλάδος τον Ιανουάριο 2019. Τον Ιανουάριο 2015 οι απαιτήσεις έναντι της κυβέρνησης ήταν ύψους 24,3 δις ευρώ. Ενώ τον Ιανουάριο του 2016 το ύψος των απαιτήσεων έναντι της κυβέρνησης ανερχόταν σε 32,1 δις ευρώ.
Με τον τρόπο αυτό οι Εισηγητικές Εκθέσεις του Κρατικού Προϋπολογισμού εμφανίζουν τους ασφαλιστικούς φορείς με πλεονάσματα ύψους 3,5 δις ευρώ και άνω. Την ίδια ώρα που οι απαιτήσεις αυτών των ασφαλιστικών φορέων έναντι της κυβέρνησης κινούνται τουλάχιστον στα 4,3 δις ευρώ.
Από αυτή την πολιτική των υπεξαιρέσεων υποφέρουν κυριολεκτικά τα
Νοσοκομεία. Δείτε για παράδειγμα τον παρακάτω Πίνακα από τον Κρατικό
Προϋπολογισμό του 2019, που αφορά στους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων
για το 2018 και τις προβλέψεις για το επόμενο οικονομικό έτος.
Όπως διαπιστώνει κανείς οι εκτιμήσεις για το 2018 είναι ότι τα δημόσια νοσοκομεία της χώρας καλούνται να λειτουργήσουν με ταμιακό ισοζύγιο (έλλειμμα) της τάξης των 302 εκατ. ευρώ. Με εθνικολογιστικές προσαρμογές όμως το ταμιακό έλλειμμα μετατρέπεται σε λογιστικό πλεόνασμα 468 εκατομμυρίων ευρώ.Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Κρατικός Προϋπολογισμός του 2018 προέβλεπε ότι τα νοσοκομεία θα ήταν αναγκασμένα να λειτουργήσουν μ’ ένα σχετικά περιορισμένο ταμειακό έλλειμα της τάξης των 67 εκατομμυρίων ευρώ. Κι από 67 εκατομμύρια, το έλλειμμα εκτινάχθηκε σε 302 εκατ. ευρώ.
Οι προβλέψεις για το 2019 είναι ότι το ταμειακό έλλειμμα των δημόσιων νοσοκομείων πρόκειται να εκτιναχθεί στα 598 εκατομμύρια ευρώ. Σημειώστε ότι πρόκειται απλά για πρόβλεψη. Παρ’ όλα αυτά και χάρις στις εθνικολογιστικές προσαρμογές το ταμειακό έλλειμμα μετατρέπεται σε λογιστικό πλεόνασμα των νοσοκομείων ύψους 676 εκατομμυρίων ευρώ!
Το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης για το οποίο τόσο πολύ επαίρεται τόσο η κυβέρνηση, όσο και οι ξένοι κηδεμόνες της, συνάγεται από τα λογιστικά πλεονάσματα των νοσοκομείων, αλλά και των υπολοίπων φορέων του πάλαι ποτέ δημόσιου τομέα. Πρόκειται για λογιστικά πλεονάσματα που αντιστοιχούν σε ταμιακά ελλείμματα.
Η ανακύκλωση αυτή των απαιτήσεων έναντι της κυβέρνησης λόγω της συνεχιζόμενης υπεξαίρεσης των ταμιακών διαθεσίμων από τους ασφαλιστικούς φορείς, τα ΝΠΙΔ και τα ΝΠΔΔ, κοκ, έχει οδηγήσει σε μια τρομακτική εκτίναξη τον ετήσιο δανεισμό. Ιδίως τον βραχυχρόνιο, που αφορά κυρίως τα δάνεια τύπου repos.
Ας δούμε το διάγραμμα που παραθέτουμε και αφορά στο συνολικό νέο δανεισμό και την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους στην περίοδο 2013-2018.
Από την εποχή του success story των Σαμαροβενιζέλων στήθηκε η κομπίνα της υπεξαίρεσης των ταμιακών διαθεσίμων με την εκτίναξη του βραχυχρόνιου δανεισμού. Έτσι το 2014 υπερδιπλασιάστηκε ο συνολικός δανεισμός της κυβέρνησης, αλλά και η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.Το 2015 βλέπουμε την εκτίναξη σε ύψη δυσθεώρητα χάρις στην υπεξαίρεση των ταμιακών διαθεσίμων, πρώτα, ως «πατριωτικό καθήκον» προκειμένου οι μαθητευόμενοι μάγοι του ΣΥΡΙΖΑ να παίξουν το στημένο πόκερ με τους Ευρωπαίους, που παραπειστικά ονόμασαν «διαπραγμάτευση» του πρώτου εξαμήνου. Και κατόπιν με την εφαρμογή του 3ου και χειρότερου μνημονίου.Τα επόμενα δυο χρόνια ο συνολικός δανεισμός έπεσε λόγω κυρίως των δόσεων δανειακής διευκόλυνσης από τον ESM. Έτσι περιορίστηκε συγκριτικά η αρπαγή των νέων διαθεσίμων.
Το 2018, χρονιά που υποτίθεται, ότι η χώρα βγήκε μετά πολλών επαίνων από τα μνημόνια, ο βραχυχρόνιος κυρίως δανεισμός με την αρπαγή των διαθεσίμων εκτινάχθηκε σε ακόμη μεγαλύτερα ύψη. Φτάσαμε στο σημείο να δανειστεί η κυβέρνηση αθροιστικά πάνω από 845 δις ευρώ για να πληρώσει τοκοχρεολύσια ύψους σχεδόν 821 δις ευρώ! Πρόκειται για πρωτοφανή μεγέθη σε παγκόσμια κλίμακα και οφείλονται κατά κύριο λόγο στην ανακύκλωση του ενδοκυβερνητικού χρέους έναντι των ταμειακών διαθεσίμων που υπεξαιρέθηκαν από τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης.
Κι αν όλα αυτά δεν επαρκούν για να σας τρομοκρατήσουν γι’ αυτά που έρχονται, τότε ας δούμε και τον Πίνακα 2, όπου καταγράφονται τα στοιχεία δανεισμού και εξυπηρέτησης του πρώτου τριμήνου (Ιανουάριος-Μάρτιος) του 2019.
Δείτε την εκτίναξη του νέου δανεισμού και συνεπακόλουθα της πληρωμής των τοκοχρεολυσίων στο πρώτο τρίμηνο του 2019 σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2018. Τα πιστωτικά έσοδα, δηλαδή ο νέος δανεισμός, του πρώτου τριμήνου το 2019 ξεπέρασε τα 272 δις ευρώ έναντι 189 δις ευρώ πέρυσι.
Μιλάμε για μια συνολική αύξηση κατά 83 δις ευρώ!Τα τοκοχρεολύσια που πληρώθηκαν κυρίως με τον τρόπο που εξηγήσαμε παραπάνω ανήλθαν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2019 σχεδόν στα 274 δις ευρώ. Έναντι 174 δις ευρώ κατά την αντίστοιχη περίοδο το 2018. Αύξηση σχεδόν κατά 100 δις.Να λοιπόν πώς χρηματοδοτεί η κυβέρνηση τις δαπάνες της. Με ταμειακά ελλείμματα, που καλύπτει λογιστικά με ανακυκλούμενο βραχυχρόνιο δανεισμό, ο οποίος της επιτρέπει να εμφανίζει λογιστικά πλεονάσματα. Και φυσικά ήδη από το πρώτο τρίμηνο και παρά τις «εξόδους στις αγορές» το περίφημο «μαξιλαράκι ρευστότητας» από τα δάνεια του ESM, ήδη έχει αρχίσει να καταναλώνεται. Την κομπίνα αυτής της «δημιουργικής λογιστικής» γνωρίζουν άριστα οι δανειστές, οι οποίοι και την εισηγήθηκαν προκειμένου η Ελλάδα να εμφανιστεί ότι διαθέτει τα τυπικά προσόντα για έξοδο στις αγορές.
Ωστόσο, η κατάσταση επιδεινώνεται ραγδαία μιας και οι προβλέψεις του κρατικού προϋπολογισμού 2019 για περιορισμό του συνολικού δανεισμού σε ύψος σχεδόν κατά 200 δις ευρώ χαμηλότερο του 2018 δεν υπάρχει περίπτωση να επιτευχθεί. Έτσι όπως πάνε τα πράγματα ο δανεισμός θα πλησιάσει, αν δεν φτάσει, το 1 τρις ευρώ για το 2019.
Να γιατί σήμερα και αύριο πίσω από τις κλειστές πόρτες που συνεδριάζει το Ecofin, ένα από τα επείγοντα θέματα είναι κι αυτό της Ελλάδας. Επίσημα αφήνουν να διαρρεύσει ότι θα συζητήσουν την πρόταση της κυβέρνησης για περιορισμό των πλεονασμάτων το 2020-22.
Η αλήθεια είναι ότι ξεκινά η συζήτηση για την πιθανότητα να επιβληθεί ένα νέο μνημόνιο στη χώρα μας, καθώς ο δανεισμός έχει παντελώς ξεφύγει. Την ίδια ώρα οι «έξοδος στις αγορές» στην οποία πόνταραν οι Ευρωπαίοι, δεν φαίνεται να επαρκεί για να αναχαιτίσει το ενδοκυβερνητικό χρέος.
Μην ανησυχείτε λοιπόν. Τι παροχές της κυβέρνησης η χώρα θα τις πληρώσει πολύ ακριβά. Όχι στο απώτερο μέλλον, αλλά πριν το κλείσιμο του 2019. Όχι μόνο με νέα πιο δραστικά μέτρα περικοπών και φοροεπιδρομών σε βάρος όλων, αλλά και με εθνικό έδαφος. Ίσως με νέο μνημόνιο, αν δεν μπορούν να το αποφύγουν οι Ευρωπαίοι. Οπωσδήποτε όμως με νέα προσαρμογή του Μεσοπρόθεσμου και νέες δεσμεύσεις σε βάρος της χώρας και του λαού της.
Και ποιος λέτε να ευθύνεται για μια ακόμη φορά κατά τους Ευρωπαίους δανειστές; Μα ποιος άλλος; Εμείς οι Έλληνες που δεν τηρήσαμε το πρόγραμμα και τις δεσμεύσεις που τόσο γενναιόδωρα μας επιβάλλουν. Πάλι θα επικαλεσθούν την «παροχολογία», αλλά και τη «δημιουργική λογιστική» που δήθεν αποτελούν απαίτηση δική μας, του ελληνικού λαού, που θα κληθεί να πληρώσει ακριβά το μάρμαρο.
Τότε όμως θα έχουν γίνει οι εκλογές. Ο όχλος θα έχει εξαπατηθεί και όπως είναι γνωστό ουδέν λάθος αναγνωρίζεται μετά την απομάκρυνση εκ της κάλπης! Τουλάχιστον σ’ αυτό επενδύουν άπαντες εντός του κοινοβουλίου και εκτός Ελλάδας. Στο χέρι μας είναι να ανατρέψουμε τα επίσημα προγνωστικά. Να μην πιαστούμε κορόιδα αυτή την φορά. Να μην συμπεριφερθούμε αυτή την φορά σαν ηλίθιοι. Ας κάνουμε την έκπληξη.
Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Πρόεδρος του Ε.ΠΑ.Μ.
Πηγή: https://www.epamhellas.gr
Ποιος πληρώνει το μάρμαρο για τις παροχές Τσίπρα;
Reviewed by ΕΠΑΜ ΕΡΕΤΡΙΑΣ
on
Δευτέρα, Μαΐου 20, 2019
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: